Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Εύξεινος Πόντος ΙΔΡΥΜΑ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
z
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Αναζήτηση με το γράμμα ΑΑναζήτηση με το γράμμα ΒΑναζήτηση με το γράμμα ΓΑναζήτηση με το γράμμα ΔΑναζήτηση με το γράμμα ΕΑναζήτηση με το γράμμα ΖΑναζήτηση με το γράμμα ΗΑναζήτηση με το γράμμα ΘΑναζήτηση με το γράμμα ΙΑναζήτηση με το γράμμα ΚΑναζήτηση με το γράμμα ΛΑναζήτηση με το γράμμα ΜΑναζήτηση με το γράμμα ΝΑναζήτηση με το γράμμα ΞΑναζήτηση με το γράμμα ΟΑναζήτηση με το γράμμα ΠΑναζήτηση με το γράμμα ΡΑναζήτηση με το γράμμα ΣΑναζήτηση με το γράμμα ΤΑναζήτηση με το γράμμα ΥΑναζήτηση με το γράμμα ΦΑναζήτηση με το γράμμα ΧΑναζήτηση με το γράμμα ΨΑναζήτηση με το γράμμα Ω

Βυζαντινή πολιτική και διπλωματία στον Εύξεινο Πόντο

Συγγραφή : Μέριανος Γεράσιμος (20/9/2007)

Για παραπομπή: Μέριανος Γεράσιμος , «Βυζαντινή πολιτική και διπλωματία στον Εύξεινο Πόντο», 2007,
Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Εύξεινος Πόντος
URL: <http://www.ehw.gr/l.aspx?id=11904>

Βυζαντινή πολιτική και διπλωματία στον Εύξεινο Πόντο (3/7/2009 v.1) Byzantine policy and diplomacy in the Black Sea (30/6/2009 v.1) 
 

1. Τα ιστορικογεωγραφικά στοιχεία

Σταθερή επιδίωξη της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας καθ' όλη τη διάρκεια της ιστορίας της υπήρξε ο έλεγχος του Εύξεινου Πόντου. Βασικό μέλημα ήταν να αποτραπούν ξένες δυνάμεις από το να εγκατασταθούν εκεί και να απειλήσουν την ίδια την Κωνσταντινούπολη, η προνομιούχα θέση της οποίας της παρείχε τη δυνατότητα να επιβλέπει την πρόσβαση από και προς τον Εύξεινο Πόντο, ελέγχοντας το διαμετακομιστικό εμπόριο των παρακείμενων περιοχών.

Στην άμεση σφαίρα επιρροής της αυτοκρατορίας στον Εύξεινο Πόντο ανήκε η δυτική ακτή του μέχρι τις εκβολές του Δούναβη, η Κριμαία και η Μικρά Ασία. Σημαντική υπήρξε όμως για το Βυζάντιο και η περιοχή της σημερινής Ουκρανίας, λόγω των πλωτών ποταμών που εκβάλλουν στον Εύξεινο Πόντο μεταξύ Δούναβη και Καυκάσου, ανοίγοντας διόδους για το βυζαντινό εμπόριο που έφθανε μέχρι την κεντρική και βόρεια Ευρώπη και τη Σκανδιναβία. Όσον αφορά στην Κριμαία, μόνο το νότιο και νοτιοανατολικό τμήμα της υπήρξε βυζαντινό έδαφος, λόγω του ότι ήταν εύφορο, είχε μεγάλη εμπορική και στρατηγική σημασία σε σχέση με τη Ρωσία και παρουσίαζε αμυντικά πλεονεκτήματα.1 Ο Εύξεινος Πόντος ήταν πολύτιμος για τον απαιτητικό επισιτισμό της βυζαντινής πρωτεύουσας σε σιτάρι, ιδιαίτερα μετά την αραβική κατάκτηση της Αιγύπτου.2 Αλλά και η νάφθα (παράγωγο του πετρελαίου), το κύριο συστατικό του βυζαντινού «μυστικού όπλου», του υγρού πυρός, αναδυόταν από φυσικές πηγές κυρίως στην περιοχή ανάμεσα στην Κασπία και τη Μαύρη θάλασσα.3

2. Η Πρώιμη Βυζαντινή περίοδος

Ήδη από την εποχή του Μεγάλου Κωνσταντίνου (324-337) το μεγαλύτερο τμήμα της ποντικής ενδοχώρας είχε ξεφύγει από τον έλεγχο της αυτοκρατορίας: οι βόρειοι ποταμοί, τα ορεινά περάσματα του Καυκάσου, ακόμα και η πεδιάδα του Δούναβη, που είχε εγκαταλειφθεί από τη Ρώμη τον 3ο αιώνα.4 Οι επιδρομές των Γότθων το β΄ μισό του 3ου αιώνα αποδυνάμωσαν ακόμα περισσότερο τον έλεγχο της Ρώμης στην περιοχή, ενώ έναν αιώνα αργότερα οι Ούννοι συνέτριψαν (370 περίπου) τους Οστρογότθους (που είχαν καταλάβει την περιοχή βόρεια του Εύξεινου Πόντου) και ίδρυσαν μια αυτοκρατορία που απλωνόταν από την Κασπία θάλασσα έως το Ρήνο.5

Ο Ιουστινιανός Α΄ (527-565) κατόρθωσε να επιβάλει τη βυζαντινή εξουσία σε μεγάλο μέρος του Εύξεινου Πόντου, έχοντας επιτύχει, μεταξύ άλλων, την παραίτηση των Περσών (συνθήκη του 561) από κάθε αξίωσή τους στη Λαζική, στον ανατολικό μυχό του Εύξεινου Πόντου,6 ο οποίος με αυτό τον τρόπο γινόταν βυζαντινή λίμνη στο μεγαλύτερο μέρος του. Το Βυζάντιο μάλιστα, προκειμένου να εξασφαλίσει τον έλεγχο στις περιοχές του Καυκάσου και της Κριμαίας, που διεκδικούνταν και από τους Πέρσες, είχε αναπτύξει τον 6ο αιώνα μεγαλόπνοο ιεραποστολικό έργο στους λαούς των περιοχών αυτών (Αβασγούς, Αλανούς, Γότθους, Λαζούς κ.ά.).7

Ο Προκόπιος περιγράφει στο Περί Κτισμάτων την οχυρωματική οικοδομική δραστηριότητα του Ιουστινιανού στα παράλια του Εύξεινου Πόντου, που αποσκοπούσε στην ενίσχυση των βυζαντινών θέσεων. Αξίζει να σημειωθεί η κατασκευή υδραγωγείου στην Τραπεζούντα, ενώ σημαντική ήταν στην Κριμαία η επισκευή των τειχών των πόλεων Βοσπόρου και Χερσώνας.8

3. Η βυζαντινή πολιτική στον Εύξεινο Πόντο κατά τον 7ο-10ο αιώνα

Το β΄ μισό του 7ου αιώνα ιδρύεται το κράτος των Χαζάρων, που μέχρι την κατάλυσή του το 10ο αιώνα από τους Ρως (Ρώσους) του Κιέβου θα εξαπλωθεί από τον Εύξεινο Πόντο έως την Κασπία θάλασσα και από τον Καύκασο μέχρι τη δυτική ακτή του Κάτω Βόλγα. Μολονότι και άλλοι λαοί (Βούλγαροι, Πετσενέγοι) διεκδίκησαν τμήματα του Εύξεινου Πόντου, οι Χαζάροι αναδείχθηκαν στην ισχυρότερη δύναμη της περιοχής,9 όπου αποτέλεσαν το επίκεντρο της βυζαντινής διπλωματίας.

Το 626 περίπου ο Ηράκλειος (610-641) συμμάχησε με τους Χαζάρους10 και κατόρθωσε να συντρίψει στο νότιο Καύκασο τις περσικές δυνάμεις, προετοιμάζοντας το έδαφος για την εισβολή στο ίδιο το περσικό κράτος. Στη συνέχεια οι Χαζάροι αποδείχθηκαν πολύτιμοι σύμμαχοι και εναντίον των Αράβων, αλλά δεν έλειψαν οι στιγμές έντασης με τους Βυζαντινούς, εξαιτίας κυρίως της διεκδίκησης της ανατολικής Κριμαίας.11

Πρωταρχικός στόχος της βυζαντινής εξωτερικής πολιτικής στον Εύξεινο Πόντο, ιδιαίτερα στο βόρειο τμήμα του, ήταν η διαφύλαξη της ακεραιότητας των συνόρων του Δούναβη και της οροσειράς του Αίμου απέναντι σε μια αδιάκοπη σειρά επιδρομών που διενεργούσαν «βαρβαρικοί» λαοί. Κατά τον 7ο-10ο αιώνα ιδιαίτερα, στους λαούς αυτούς συμπεριλαμβάνονταν Βούλγαροι, Άβαροι, Χαζάροι, Μαγυάροι, Πετσενέγοι και Ρως. Η βυζαντινή εξωτερική πολιτική είχε επομένως αμυντικό κυρίως χαρακτήρα, ενώ οι συνέπειες των αποτυχιών της γίνονταν ιδιαίτερα αισθητές.12

Προκειμένου να εφαρμόσει την πολιτική του στο βόρειο Εύξεινο Πόντο, το Βυζάντιο στηριζόταν στη διατήρηση του ελέγχου της Χερσώνας και άλλων περιοχών κατά μήκος της νοτιοανατολικής ακτής της Κριμαίας,13 μέσω των οποίων παρακολουθούσε τις εξελίξεις και τις κινήσεις δυνητικών εχθρών στη στέπα της νότιας Ρωσίας. Η Κριμαία, επομένως, αποτελούσε το κλειδί του βυζαντινού συστήματος έγκαιρης προειδοποίησης στο βόρειο σύνορο της αυτοκρατορίας. Ωστόσο, η αδιάλειπτη λειτουργία του συστήματος απαιτούσε την αντιμετώπιση δύο προβλημάτων: της τάσης της Χερσώνας για αυτονομία από την Κωνσταντινούπολη και της επιθυμίας γειτονικών κρατών ή λαών (Χαζάρων, Μαγυάρων, Πετσενέγων και Ρως) να οικειοποιηθούν τη βυζαντινή Κριμαία.14

Στο δεύτερο πρόβλημα η βυζαντινή διπλωματία προσπαθούσε να δώσει λύση, όταν το ίδιο το Βυζάντιο δεν μπορούσε να επέμβει στρατιωτικά, με την περίφημη τακτική του «διαίρει και βασίλευε», της υποκίνησης ενός λαού εναντίον άλλου, μέσω δώρων και χρηματικών χορηγιών.15 Αν αποτύγχανε αυτή η μέθοδος, η αυτοκρατορική πολιτική διέθετε και άλλα «όπλα», το σημαντικότερο των οποίων ήταν η θρησκεία, αφού αποτελούσε πεποίθηση των Βυζαντινών ότι ο εκχριστιανισμός των βαρβάρων τούς ενέτασσε στη σφαίρα επιρροής της αυτοκρατορίας και τους καθιστούσε διαλλακτικότερους. Έτσι οι Βούλγαροι μεταστράφηκαν στο χριστιανισμό τον 9ο αιώνα, ενώ η απόπειρα να εκχριστιανισθούν οι Χαζάροι τον ίδιο αιώνα απέτυχε.16

Οι Ρως είχαν πραγματοποιήσει μια σειρά επιθέσεων εναντίον της Κωνσταντινούπολης, διαπλέοντας τον Εύξεινο Πόντο (αρχής γενομένης το 860). Οι Βυζαντινοί γρήγορα συνειδητοποίησαν ότι οι Ρως μπορούσαν να αποτελέσουν χρήσιμους εμπορικούς εταίρους και συμμάχους, χρησιμοποιώντας τους γειτονικούς Πετσενέγους εναντίον τους, όποτε έκριναν ότι έπρεπε να τους περιορίσουν.17 Το 988 βαπτίσθηκε χριστιανός ο ηγεμόνας του Κιέβου Βλαδίμηρος (972-1015), η βάπτιση του οποίου άνοιξε το δρόμο στις βυζαντινές πολιτιστικές επιρροές που θα διαμόρφωναν τον πολιτισμό της μεσαιωνικής Ρωσίας.18

4. Η σταδιακή απώλεια του ελέγχου του Εύξεινου Πόντου για το Βυζάντιο (11ος-15ος αιώνας)

Αν και τα μικρασιατικά παράλια του Εύξεινου Πόντου ήταν για αιώνες βυζαντινά, η άφιξη των Τουρκομάνων νομάδων θα άλλαζε σταδιακά την κατάσταση υπέρ των Τούρκων στην ευρύτερη Μικρά Ασία. Η νίκη των Σελτζούκων Τούρκων επί των Βυζαντινών στο Μαντζικέρτ της Αρμενίας, το 1071, άνοιξε το δρόμο σε μια μεγάλης κλίμακας μετανάστευση των Τουρκομάνων μέχρι το Αιγαίο.19 Τους αιώνες που θα ακολουθούσαν ο έλεγχος μεγάλου μέρους της Μικράς Ασίας θα περιερχόταν σταδιακά σε διάφορους ντόπιους Τούρκους εμίρηδες που προέρχονταν από τις ορδές των Τουρκομάνων. Ο ερχομός των Μογγόλων το 13ο αιώνα είχε ως αποτέλεσμα μία ακόμα μεγαλύτερη μετανάστευση Τουρκομάνων νομάδων, που κατέληξε σε ένα νέο πλέγμα εμιράτων, η εξουσία των οποίων έφθασε στα παράλια του Εύξεινου Πόντου. Το 1215/1216, μάλιστα, οι Σελτζούκοι κατόρθωσαν να ιδρύσουν μόνιμη ναυτική βάση στη Σινώπη.20

Ωστόσο, οι Βυζαντινοί δε θα έχαναν τον έλεγχο του Εύξεινου Πόντου από κάποιον από τους προαναφερθέντες αντιπάλους, αλλά από τους Δυτικούς. Η Δ΄ Σταυροφορία οδήγησε στην άλωση της Κωνσταντινούπολης (1204) και στον τεμαχισμό της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας μεταξύ σταυροφόρων και Βενετών. Στα πρώην βυζαντινά εδάφη αναδύθηκαν διάδοχα ελληνικά κράτη, με ισχυρότερο την αυτοκρατορία της Νίκαιας στη δυτική Μικρά Ασία. Το 1204 όμως ιδρύθηκε και η αυτοκρατορία της Τραπεζούντας από τους αδελφούς Αλέξιο Α΄ (1204-1222) και Δαβίδ Κομνηνό, εγγονούς του αυτοκράτορα Ανδρονίκου Α΄ Κομνηνού (1183-1185).21 Η νοτιοανατολική ακτή του Εύξεινου Πόντου παρέμεινε υπό την εξουσία της Τραπεζούντας μέχρι το 1460,22 ενώ η σημαντική πόλη της Χερσώνας δέχτηκε την επικυριαρχία της από τα πρώτα έτη της ίδρυσής της.23

Οι ιταλικές ναυτικές πόλεις Βενετία, Γένουα και Πίζα είχαν λάβει επί Κομνηνών (1081-1185) και των διαδόχων τους πλήθος εμπορικών προνομίων στη βυζαντινή επικράτεια. Ωστόσο, μέχρι και το 12ο αιώνα το Βυζάντιο φαίνεται ότι διατηρούσε το εμπορικό μονοπώλιο στον Εύξεινο Πόντο και δεν επέτρεπε στους ξένους εμπόρους να ταξιδέψουν εκεί.24 Το 1261 όμως, με τη συνθήκη του Νυμφαίου, ο Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγος (1259-1282) παραχώρησε στους Γενουάτες πλήθος δασμολογικών απαλλαγών και εμπορικών βάσεων, αντί της βοήθειας που θα πρόσφερε ο στόλος τους εναντίον των Βενετών στην επικείμενη κατάληψη της Κωνσταντινούπολης. Έτσι, εδραιώθηκε η δύναμη της Γένουας στην Ανατολή. Σιγά σιγά κυριάρχησε στο εμπόριο του Εύξεινου Πόντου, όπου ο γενουατικός Κάφας (Θεοδοσία) στην Κριμαία αποτελούσε το κέντρο ενός επικερδούς οικονομικού χώρου.25 Τα κέρδη από το εμπόριο αυτό χάθηκαν για πάντα από τους Βυζαντινούς, αλλά είχε φθάσει πλέον η εποχή των Οθωμανών: το 1453 κυριεύθηκε η Κωνσταντινούπολη, το 1461 καταλήφθηκε η Τραπεζούντα και το 1475 ολόκληρη η χερσόνησος της Κριμαίας έπεσε στα χέρια τους.26

1. Koder, J., Το Βυζάντιο ως χώρος. Εισαγωγή στην ιστορική γεωγραφία της Ανατολικής Μεσογείου στη βυζαντινή εποχή, Σταθακόπουλος, Δ.Χ. (μτφρ.) (Θεσσαλονίκη 2005), σελ. 32-33.

2. Dagron, G., Η γέννηση μιας πρωτεύουσας. Η Κωνσταντινούπολη και οι θεσμοί της από το 330 ως το 451, Λουκάκη, Μ. (μτφρ.) (Αθήνα 2000), σελ. 604-606· Λαΐου, Α.Ε., «Οι ανταλλαγές και το εμπόριο από τον 7ο έως τον 12ο αιώνα», στο Λαΐου, Α.Ε. (επιμ.), Οικονομική ιστορία του Βυζαντίου από τον 7ο έως τον 15ο αιώνα Β΄ (Αθήνα 2006), σελ. 478, 505, 533, 543.

3. Κωνσταντίνος Ζ΄ Πορφυρογέννητος, Προς τον ίδιον υιόν Ρωμανόν 53, Moravcsik, G. (επιμ.) – Jenkins, R.J.H. (μτφρ.), Constantine Porphyrogenitus. De administrando imperio (Corpus Fontium Historiae Byzantinae 1, Washington, D.C. 1967), 284.493-286.511. Πρβλ. Κορρές, Θ.Κ., «Ὑγρόν πυρ»: Ένα όπλο της βυζαντινής ναυτικής τακτικής(Θεσσαλονίκη 1995), σελ. 80· King, C., The Black Sea: A History (Oxford 2004), σελ. 72.

4. King, C., The Black Sea: A History (Oxford 2004), σελ. 67.

5. Γιαννακόπουλος, Κ.Ι., Μεσαιωνικός δυτικός πολιτισμός και οι κόσμοι του Βυζαντίου και του Ισλάμ, Χρήστου, Π.Κ. (μτφρ.) (Θεσσαλονίκη 1993), σελ. 69 κ.ε.

6. Λουγγής, Τ., Ιουστινιανός Πέτρος Σαββάτιος. Κοινωνία, πολιτική και ιδεολογία τον 6ο μ.Χ. αιώνα (Θεσσαλονίκη 2005), σελ. 362.

7. Πατούρα-Σπανού, Σ., «Όψεις της βυζαντινής διπλωματίας», στο Πατούρα-Σπανού, Σ. (επιμ.), Διπλωματία και πολιτική. Ιστορική προσέγγιση (Αθήνα 2005), σελ. 141 κ.ε.· Πατούρα, Σ., «Το Βυζάντιο και ο εκχριστιανισμός των λαών του Καυκάσου και της Κριμαίας (6ος αι.)», Σύμμεικτα 8 (1989), σελ. 405-434.

8. Προκόπιος, Περὶ Κτισμάτων, III.7.1-12, Haury, J. – Wirth, G. (επιμ.), Procopii Caesariensis opera omnia IV: De aedificiis libri VI (Lipsiae 1964), σελ. 99.13-101.7.

9. Zuckerman, C., “Byzantium’s Pontic Policy in the Notitiae Episcopatuum”, στο Zuckerman, C. (επιμ.), La Crimée entre Byzance et le Khaganat khazar (Paris 2006), σελ. 201.

10. Θεοφάνης, Χρονογραφία, de Boor, C. (επιμ.), Theophanis Chronographia I (Lipsiae 1883), σελ. 315.14-16· Νικηφόρος πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, Ιστορία σύντομος 12, Mango, C. (επιμ. και μτφρ.), Nikephoros Patriarch of Constantinople, Short History (Corpus Fontium Historiae Byzantinae 13, Washington, D.C. 1990), σελ. 54.16-19.

11. Noonan, T.S., “Byzantium and the Khazars: A Special Relationship?”, στο Shepard, J. – Franklin, S. (επιμ.), Byzantine Diplomacy. Papers from the Twenty-fourth Spring Symposium of Byzantine Studies, Cambridge, March 1990 (Aldershot 1992), σελ. 132. Για τη βυζαντινοχαζαρική συμμαχία βλ. Lounghis, T.C., “Byzantine Political Encounters concerning Eastern Europe (V-XI Centuries)”, Byzantina et Slavica Cracoviensia 3 (2001), σελ. 17-25. Για τους Χαζάρους βλ. επίσης Κραλίδης, Α.Φ., Οι Χάζαροι και το Βυζάντιο. Ιστορική και θρησκειολογική προσέγγιση (Αθήνα 2003).

12. Για παράδειγμα, όταν οι Βούλγαροι υπό τον Ασπαρούχ (681-702) κατόρθωσαν να επεκταθούν στην περιοχή μεταξύ του Δούναβη και της οροσειράς του Αίμου την έβδομη δεκαετία του 7ου αιώνα εγκαταστάθηκαν στην περιοχή που έγινε γνωστή ως Βουλγαρία. Στη συνέχεια ισχυροποιήθηκαν τόσο ώστε το 10ο αιώνα ο τσάρος Συμεών (893-927) προσπάθησε να κατακτήσει το βυζαντινό θρόνο [βλ. Browning, R., Byzantium and Bulgaria. Α Comparative Study across the Early Medieval Frontier (London 1975), σελ. 45-78].

13. Για τη Χερσώνα, μεταξύ άλλων, βλ. Romančuk, A.I., Studien zur Geschichte und Archäologie des byzantinischen Cherson (Colloquia Pontica 11, Leiden – Boston 2005)· Bortoli, Α. – Kazanski, Μ., «Η Χερσώνα και η περιοχή της», στο Λαΐου Α.Ε. (επιμ.), Οικονομική ιστορία του Βυζαντίου από τον 7ο έως τον 15ο αιώνα Β΄ (Αθήνα 2006), σελ. 415-425. Για τη σημασία της Χερσώνας για το Βυζάντιο βλ. Λουγγής, Τ., Κωνσταντίνου Ζ΄ Πορφυρογέννητου. De administrando imperio (Προς τον ίδιον υιόν Ρωμανόν). Μία μέθοδος ανάγνωσης (Θεσσαλονίκη 1990), σελ. 149-155.

14. Noonan, T.S., “Byzantium and the Khazars: A Special Relationship?”, στο Shepard, J. – Franklin, S. (επιμ.), Byzantine Diplomacy. Papers from the Twenty-fourth Spring Symposium of Byzantine Studies, Cambridge, March 1990 (Aldershot 1992), σελ. 118.

15. Για παράδειγμα, ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Ζ΄ Πορφυρογέννητος (913-959) απαριθμεί τους λαούς (π.χ. Ούζους, Αλανούς), που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν εναντίον των Χαζάρων [Προς τον ίδιον υιόν Ρωμανόν 53, Moravcsik, G. (επιμ.) – Jenkins, R.J.H. (μτφρ.), Constantine Porphyrogenitus. De administrando imperio (Corpus Fontium Historiae Byzantinae 1, Washington, D.C. 1967), σελ. 62.1-64.17].

16. Λουγγής, Τ.Κ., Επισκόπηση βυζαντινής ιστορίας Α (324-1204)(Μελέτες ΚΜΕ, Αθήνα 1998), σελ. 225-226.

17. Κωνσταντίνος Ζ΄ Πορφυρογέννητος, Προς τον ίδιον υιόν Ρωμανόν 2.4, Moravcsik, G. (επιμ.) – Jenkins, R.J.H. (μτφρ.), Constantine Porphyrogenitus. De administrando imperio (Corpus Fontium Historiae Byzantinae 1, Washington, D.C. 1967), σελ. 48.1-50.23, 50.1-52.13. Για τους Πετσενέγους βλ. ενδεικτικά Malamut, E., “L΄image byzantine des Petchénègues”, Byzantinische Zeitschrift 88 (1995), σελ. 105-147.

18. King, C., The Black Sea: A History (Oxford 2004), σελ. 75-77. Γενικά για τους Ρως βλ. Hellmann, Μ. (επιμ.), Handbuch der Geschichte Rußlands Ι: Von der Kiever Reichsbildung bis zum Moskauer Zartum (Stuttgart 1981)· Franklin, S. – Shepard, J., The Emergence of Rus 750-1200 (London 1996)· Kazanski, Μ. – Nercessian, Α. – Zuckerman, C. (επιμ.), Les centres proto-urbains russes entre Scandinavie, Byzance et Orient (Réa­lités Byzantines 7, Paris 2000).

19. Βρυώνης, Σ., Η παρακμή του μεσαιωνικού ελληνισμού στη Μικρά Ασία και η διαδικασία του εξισλαμισμού (11ος-15ος αιώνας),2 Γαλαταριώτου, Κ. (μτφρ.) (Αθήνα 2000), σελ. 61 κ.ε.

20. Browning, R., “Black Sea”, στο Kazhdan, A.P. (επιμ.), The Oxford Dictionary of Byzantium 1 (New York – Oxford 1991), σελ. 293.

21. Για την αυτοκρατορία της Τραπεζούντας βλ. Miller, W., Trebizond: The Last Greek Empire of the Byzantine Era, 1204-1461 (London 1926, επανεκτύπωση Chicago 1969)· Bryer, A., The Empire of Trebizond and the Pontos (Collected Studies 117, London 1980)· Σαββίδης, Α.Γ.Κ., Οι Μεγάλοι Κομνηνοί της Τραπεζούντας και του Πόντου. Ιστορική επισκόπηση της βυζαντινής αυτοκρατορίας του μικρασιατικού ελληνισμού (1204-1461) (Αθήνα 2005).

22. Browning, R., “Black Sea”, στο Kazhdan, A.P. (επιμ.), The Oxford Dictionary of Byzantium 1 (New York – Oxford 1991), σελ. 294.

23. Pritsak, O. – Cutler, A., “Cherson”, στο Kazhdan, A.P. (επιμ.), The Oxford Dictionary of Byzantium 1 (New York – Oxford 1991), σελ. 419.

24. Βλ. ενδεικτικά Nystazopoulou-Pélékidis, Μ., “Venise et la mer Noire du XIe au XVe siècle (πίν. Δ΄-Ε΄)”, Θησαυρίσματα 7 (1970), σελ. 18· Day, G.W., “Manuel and the Genoese: A Reappraisal of Byzantine Commercial Policy in the Late Twelfth Century”, Journal of Economic History 37/2 (1977), σελ. 299· Lilie, R.-J., Handel und Politik zwischen dem byzantinischen Reich und den italienischen Kommunen Venedig, Pisa und Genua in der Epoche der Komnenen und der Angeloi (1081-1204), (Amsterdam 1984), σελ. 272-273· Λαΐου, Α.Ε., «Οι ανταλλαγές και το εμπόριο από τον 7ο έως τον 12ο αιώνα», στο Λαΐου, Α.Ε. (επιμ.), Οικονομική ιστορία του Βυζαντίου από τον 7ο έως τον 15ο αιώνα Β  (Αθήνα 2006), σελ. 543. Ωστόσο, ο Martin, Μ.Ε., “The First Venetians in the Black Sea”, Αρχείον Πόντου 35 (1978), σελ. 111-122, ισχυρίζεται ότι, μολονότι οι Βενετοί και οι Γενουάτες είχαν πρόσβαση στον Εύξεινο Πόντο το 12ο αιώνα, η περιοχή τούς ενδιέφερε ελάχιστα. Επίσης, η Λαΐου, Α., «Η ανάπτυξη της οικονομικής παρουσίας της Δύσεως στην ανατολική Μεσόγειο και Εγγύς Ανατολή», στο Ιστορία του Ελληνικού Έθνους Θ (Αθήνα 1980), σελ. 62, αναφέρει ότι επί Κομνηνών το Βυζάντιο κατείχε το εμπορικό μονοπώλιο στον Εύξεινο Πόντο, αλλά αφήνει ανοικτό το ενδεχόμενο να είχε γίνει μια εξαίρεση για τους Γενουάτες.

25. Matschke, K.-P., «Ανταλλαγές, εμπόριο, αγορές και χρήμα (13ος-15ος αιώνας)», στο Λαΐου, Α.Ε. (επιμ.), Οικονομική ιστορία του Βυζαντίου από τον 7ο έως τον 15ο αιώνα Β (Αθήνα 2006), σελ. 561.

26. Pritsak, O., “Crimea”, στο Kazhdan, A.P. (επιμ.), The Oxford Dictionary of Byzantium 1 (New York – Oxford 1991), σελ. 548.

     
 
 
 
 
 

Δελτίο λήμματος

 
press image to open photo library
 

>>>