Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Εύξεινος Πόντος ΙΔΡΥΜΑ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
z
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Αναζήτηση με το γράμμα ΑΑναζήτηση με το γράμμα ΒΑναζήτηση με το γράμμα ΓΑναζήτηση με το γράμμα ΔΑναζήτηση με το γράμμα ΕΑναζήτηση με το γράμμα ΖΑναζήτηση με το γράμμα ΗΑναζήτηση με το γράμμα ΘΑναζήτηση με το γράμμα ΙΑναζήτηση με το γράμμα ΚΑναζήτηση με το γράμμα ΛΑναζήτηση με το γράμμα ΜΑναζήτηση με το γράμμα ΝΑναζήτηση με το γράμμα ΞΑναζήτηση με το γράμμα ΟΑναζήτηση με το γράμμα ΠΑναζήτηση με το γράμμα ΡΑναζήτηση με το γράμμα ΣΑναζήτηση με το γράμμα ΤΑναζήτηση με το γράμμα ΥΑναζήτηση με το γράμμα ΦΑναζήτηση με το γράμμα ΧΑναζήτηση με το γράμμα ΨΑναζήτηση με το γράμμα Ω

Εμπόρια και εμπορικοί σταθμοί

Συγγραφή : Πετρόπουλος Ηλίας (10/12/2007)

Για παραπομπή: Πετρόπουλος Ηλίας, «Εμπόρια και εμπορικοί σταθμοί », 2007,
Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Εύξεινος Πόντος
URL: <http://www.ehw.gr/l.aspx?id=10783>

Εμπόρια και εμπορικοί σταθμοί   (26/8/2008 v.1) Commercial posts and harbours (25/1/2009 v.1) 
 

1. Έμπορος και Εμπόριον

Ο όρος εμπόριον ως είδος εγκατάστασης ή οικισμού εμφανίσθηκε για πρώτη φορά στην αρχαία γραμματεία σχετικά αργά, κατά τον 5ο αι. π.Χ. Σύμφωνα με την άποψη ορισμένων ερευνητών, ως εμπόριον νοείται ο τόπος δράσης του εμπόρου, δηλαδή του ταξιδευτή με τα εμπορεύματα.1 Η λέξη έμπορος ετυμολογικά προέρχεται από την πρόθεση εν και τη λέξη πόρος, που σημαίνει δρόμος και μάλιστα διά θαλάσσης. Ως μία λέξη αποδίδει το παράγωγο έμπορος. Η λέξη αυτή εμφανίζεται στην Οδύσσεια του Ομήρου2 δύο φορές. Και στις δύο αυτές περιπτώσεις ο επικός ποιητής εννοεί προφανώς έναν ταξιδευτή ιδιώτη για επαγγελματικούς λόγους.3 Ως εκ τούτου θα μπορούσαμε να υποθέσουμε ότι η λέξη εμπόριον προέκυψε από τη λέξη έμπορος, η οποία κατά τα φαινόμενα προϋπήρχε της πρώτης. Κατά μία άλλη άποψη, έμπορος είναι ο άνθρωπος που ασχολείται για όλη του σχεδόν τη ζωή με εμπορικές επιχειρήσεις προϊόντων που του ανήκουν αλλά δεν τα παρήγαγε ο ίδιος, και τα οποία τα μετέφερε επάνω σε πλοίο που δεν του ανήκε.4 Η λέξη έμπορος είναι δυστυχώς άγνωστη στις πινακίδες της Γραμμικής Β και αυτό προκαλεί μεγάλη εντύπωση, αλλά ταυτόχρονα οδηγεί και στο εύλογο συμπέρασμα ότι πρόκειται για επινόηση μεταγενέστερων χρόνων.5

Από τη σχετική έρευνα6 έχει προκύψει το πόρισμα ότι τελικά η λέξη ή ο όρος εμπόριον (με την έννοια της εγκατάστασης ή του οικισμού και όχι της απλής εμπορικής συναλλαγής ή ανταλλαγής προϊόντων) για πρώτη φορά, τουλάχιστον σε γραπτή μορφή, εμφανίζεται στο έργο του Ηροδότου, στα μέσα δηλαδή του 5ου αι. π.Χ.7Από τον 4ο αι. π.Χ. η λέξη αυτή απαντά αναγεγραμμένη σε μία επιγραφή (γνωστή ως επιγραφή της Πιστύρου)8 που ήρθε στο φως σχετικά πρόσφατα σε έναν οικισμό της σύγχρονης βουλγαρικής (αρχαίας θρακικής) ενδοχώρας, πλησίον του οικισμού Βετρέν της Φιλιππούπολης. Η εν λόγω επιγραφή έμελλε να προκαλέσει μεγάλη εντύπωση και επιστημονικές συζητήσεις ως προς τη χρήση του όρου εμπόριον και το σημασιολογικό του περιεχόμενο,9 διότι ανάγκασε τους επιστήμονες να αναθεωρήσουν παλιότερες απόψεις, οι οποίες άρχισαν ξαφνικά να φαντάζουν ατελείς και παρωχημένες.

Σύμφωνα με τις πληροφορίες που μπορούμε να αντλήσουμε από το τέταρτο βιβλίο του Ηροδότου, τη Μελπομένη, στον Εύξεινο Πόντο υπήρχαν αρκετά εμπόρια,10 όπως ακριβώς τα χαρακτηρίζει ο ίδιος ο αρχαίος ιστορικός, χρησιμοποιώντας την ίδια με εμάς ελληνική γλώσσα (συνειδητά αποφεύγονται οι όροι εμπορικοί σταθμοί ή εμπορικοί λιμένες11 –trading ports ή ports of trades–, διότι παραπέμπουν σε παρακινδυνευμένες σκέψεις και συμπεράσματα ίσως ξεπερασμένων πια μελετών περί του περιεχομένου του ελληνικού όρου).12 Ως γνωστό, η Μελπομένη (ή διαφορετικά ο σκυθικός λόγος) του Ηροδότου είναι σχεδόν καθ’ ολοκληρίαν αφιερωμένη στην περιγραφή της αρχαίας Σκυθίας, δηλαδή της παραλίας και της ενδοχώρας του Βόρειου Εύξεινου Πόντου.

Ο Ηρόδοτος, θέλοντας να περιγράψει μια κατάσταση που συνέβη πολλά χρόνια πριν από τον ίδιο, αναφέρει τα εξής: «Διότι οι Γελωνοί ήταν κατά τα παλιά χρόνια Έλληνες οι οποίοι ξεσηκώθηκαν από τα εμπόριά τους και κατοίκησαν μαζί με τους Βουδίνους στη χώρα των τελευταίων».13 Σε ένα άλλο σημείο του ίδιου βιβλίου του ο Ηρόδοτος χαρακτηρίζει έναν οικισμό ως «Βορυσθενεϊτέων εμπόριον», το οποίο βρίσκεται στο μέσο της ακτογραμμής της Σκυθίας.14 Λίγο παρακάτω αναφέρει «το εμπόριον που καλείται Κρημνοί»,15 το «εμπόριον Βορυσθένης» και τα «άλλα ποντικά εμπόρια».16 Τέλος, υπάρχει και η Ταρτησσός, η οποία ήταν ένα «εμπόριον ακήρατον»17 στην περιοχή της σημερινής Ισπανίας,18 δηλαδή προφανώς εκτός λειτουργίας κατά τη συγκεκριμένη στιγμή της επίσκεψης των Σάμιων εμπόρων.

Όλες αυτές οι αναφορές βρίσκονται στο ίδιο βιβλίο του αρχαίου ιστορικού. Υπάρχουν όμως και πολλές άλλες διασκορπισμένες στα υπόλοιπα οκτώ βιβλία του Ηροδότου που προκαλούν μεγάλο επιστημονικό ενδιαφέρον. Πρόκειται για εμπόρια που βρίσκονται εκτός παρευξείνιου χώρου, και συγκεκριμένα εντοπίζονται στη Μεσόγειο.19 Εξ όλων αυτών σοβαρό προβληματισμό προκαλεί η περίπτωση της Ναύκρατης, την οποία ο αρχαίος ιστορικός μνημονεύει και ως πόλη και ως εμπόριον.20 Για το θέμα αυτό έχουν γραφτεί πολλές επιστημονικές μελέτες,21 δίχως ωστόσο να μπορούμε μέχρι σήμερα να προσδιορίσουμε με απόλυτη βεβαιότητα το χαρακτήρα του οικισμού αυτού22 κατά τη διάρκεια της πρώιμης ιστορίας του.

Έπειτα από όλα αυτά μπορεί εύκολα κάποιος να σκεφθεί ότι είναι αδύνατο να αγνοηθεί ο όρος εμπόριον και να εγκαταλειφθεί δίχως ερμηνεία και αποσαφήνιση του εννοιολογικού περιεχομένου του. Ο όρος που συνήθως λαμβάνεται ως αντίθετος προς αυτόν23 είναι η αποικία, η οποία θεωρείται ότι αποτελούσε μια ολοκληρωμένη μορφή εγκατάστασης κατά τα πρότυπα των αρχαίων ελληνικών πόλεων,24 δηλαδή με σαφή πολιτειακή και κοινωνική οργάνωση. Η αποικία προφανώς είχε χτιστεί με προσχεδιασμένο πλάνο δράσης και με την ευλογία του θεού (ή των θεών) μέσω χρησμού, καθώς και με κάθε επισημότητα από την πλευρά της μητρόπολης, διέθετε αγροτική χώρα και νόμισμα.25

2. Εμπόρια στον Εύξεινο Πόντο

2.1. Βορυσθενεϊτέων εμπόριον, εμπόριον Βορυσθένης

Ας δούμε τώρα τα παρευξείνια εμπόρια με οδηγό τον Ηρόδοτο και το τέταρτο βιβλίο του. Και πρώτα απ’ όλα όσον αφορά το Βορυσθενεϊτέων εμπόριον και το εμπόριον Βορυσθένης. Για πολλά χρόνια ο προβληματισμός για το ποιος συγκεκριμένα οικισμός πρέπει να εντοπίζεται πίσω από το χαρακτηρισμό εμπόριον στις παραγράφους 17 και 24 των Ιστοριών του Ηροδότου ήταν ένα από τα πιο δυσεπίλυτα θέματα για τους αρχαιολόγους και τους ιστορικούς. Ορισμένοι μελετητές θεωρούσαν ότι ως εμπόριον νοούνταν ο οικισμός στο Μπερεζάν, ενώ κάποιοι άλλοι στη θέση του Μπερεζάν τοποθετούσαν τον οικισμό της Ολβίας. Τρίτη άποψη επί του θέματος εξέφρασε ο V.V. Lapin, ο οποίος κάτω από το Βορυσθενεϊτέων εμπόριον του Ηροδότου έβλεπε όχι κάποιο συγκεκριμένο σημείο οικισμού, αλλά γενικά την κατακτημένη από τους Έλληνες περιοχή του κάτω ρου του ποταμού Μπουγκ (κατά την Αρχαιότητα Ύπανις), που την επισκέπτονταν οι Έλληνες έμποροι και ταξιδιώτες.26

Μια νέα ταύτιση του Βορυσθενεϊτέων εμπορίου προτάθηκε εντελώς πρόσφατα. Κατά τη διάρκεια αρχαιολογικών ερευνών στην περιοχή της σύγχρονης Οδησσού της Ουκρανίας (στο χώρο του Primorskiy bulvar), οι αρχαιολόγοι ανακάλυψαν τα λείψανα ενός αρχαϊκού οικισμού, ο οποίος φαίνεται να είχε πολύ στενή σχέση με τη δράση των Μιλήσιων αποίκων από την Ιστρία. Σύμφωνα με την άποψη των αρχαιολόγων, τα πρωιμότερα δείγματα κεραμικής από το συγκεκριμένο οικισμό χρονολογούνται στο β΄ μισό του 7ου αι. π.Χ. Τα αρχαιολογικά αυτά ευρήματα, σε συνδυασμό με τα όσα ακόμη βρέθηκαν στο ίδιο σημείο, οδήγησαν στο συμπέρασμα ότι στο χώρο αυτό πρέπει να αναζητήσει κανείς το Βορυσθενεϊτέων εμπόριον του Ηροδότου.27 Η άποψη αυτή όμως σήμερα θεωρείται εντελώς λανθασμένη διότι, όπως αποδείχθηκε πρόσφατα, στηρίχθηκε σε λάθος χρονολογήσεις και μετρήσεις.

Ο Γιούρι Γκ. Βινογκράντοφ, αφού μελέτησε λεπτομερώς όλες τις πληροφορίες του Ηροδότου και τις σύγκρινε με τα στοιχεία των επιγραφικών πηγών, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το Βορυσθενεϊτέων εμπόριον βρισκόταν στις εκβολές του Βορυσθένους, και συγκεκριμένα στο νησί Μπερεζάν. Το δεύτερο όμως παράδειγμα του αρχαίου συγγραφέα, δηλαδή το εμπόριον Βορυσθένης, σύμφωνα με τη γνώμη του ιδίου, φάνηκε πως έκρυβε την πόλη της Ολβίας, την οποία οι Έλληνες άρχισαν να την ονομάζουν έτσι λόγω του προγενέστερου και καλύτερα γνωστού τους οικισμού στο Μπερεζάν.28

Από τα μέχρι τώρα επιστημονικά και ερευνητικά στοιχεία φαίνεται πως η άποψη του Βινογκράντοφ είναι και η πιο ορθή για δύο λόγους: πρώτον, διότι τα πορίσματά του στηρίζονται στην ανάλυση πηγών τόσο γραπτών, όσο και αρχαιολογικών και, δεύτερον, διότι μέχρι τώρα δεν έχουν διατυπωθεί, απ’ όσον είναι γνωστό, σοβαρές διαφωνίες. Εξαίρεση αποτελούν οι πρόσφατες εργασίες των Solovyov και Tsetskhladze. Ο πρώτος ονομάζει Βορυσθένη ταυτόχρονα την Ολβία και το Μπερεζάν δίχως καμία αιτιολόγηση,29 ενώ ο δεύτερος ονομάζει τον οικισμό στο Μπερεζάν Βορυσθενίτη και την Ολβία Βορυσθένη.30 Όπως δείχνουν όμως τα πράγματα, ακόμη και με τον τρόπο αυτό το πρόβλημα δεν επιλύεται, αντιθέτως γίνεται περισσότερο περίπλοκο. Τέλος, σύμφωνα με μια πρόσφατα διατυπωθείσα άποψη, ο οικισμός στο Μπερεζάν ήταν καθαρά εμπορικού χαρακτήρα διότι δε διέθετε αγροτική χώρα και ως εκ τούτου χαρακτηρίζεται εμπόριον, το οποίο αρχικά ανήκε στη δικαιοδοσία της ίδιας της μητρόπολης, της Μιλήτου, ενώ στη συνέχεια, μετά την ίδρυση της Ολβίας, περιήλθε στην κυριότητα της τελευταίας.31 Αυτή η άποψη βρίσκεται κοντά στη θεωρία που διατύπωσε ο Βινογκράντοφ και στην ουσία αποτελεί άλλη μια απόδειξή της.

2.2. Κρημνοί

Το άλλο εμπόριον που αναφέρει ο Ηρόδοτος είναι οι Κρημνοί, η ταύτιση του οποίου σήμερα προκαλεί μεγάλες συζητήσεις σε αρχαιολόγους και ιστορικούς. Ορισμένοι πιστεύουν πως πρόκειται για την ονομασία του οικισμού, τα λείψανα του οποίου βρέθηκαν κάτω από τη σύγχρονη πόλη Ταγκανρόγκ (βυζαντινό Ταϋγάνιον) της Ρωσίας, ενώ το μεγαλύτερο μέρος του είναι καλυμμένο από τα νερά της Αζοφικής θάλασσας (Μαιώτις λίμνης στην Αρχαιότητα). Αυτό το γεγονός δυσχεραίνει το έργο της αρχαιολογικής σκαπάνης. Άλλοι, βασισμένοι στις αναφορές των αρχαίων συγγραφέων, αποδεικνύουν ότι οι Κρημνοί θα μπορούσαν να βρίσκονται σε όλο το μήκος της ακτής από τις εκβολές του Τανάιδος (σήμερα Ντον) μέχρι την παραλία της Κριμαϊκής χερσονήσου, και συγκεκριμένα στην περιοχή της εκβολής του ποταμού Κορσάκ. Πρόσφατα διατυπώθηκε νέα ταύτιση του εμπορίου Κρημνοί: στο δέλτα του ποταμού Μολότσναγια, προτείνοντας ταυτόχρονα ότι ο οικισμός στο Ταγκανρόγκ πρέπει να ταυτίζεται με την Καροία του αρχαίου γεωγράφου Πτολεμαίου. Τέλος, σύμφωνα με άλλη μία άποψη, Κρημνοί ήταν η πρώτη ονομασία του οικισμού στο Παντικάπαιο. Η τελευταία ταύτιση αποτέλεσε αντικείμενο κριτικής από την πλευρά ορισμένων μελετητών σε πρόσφατη εργασία τους.32

2.3. Γελωνός

Περνώντας στις παραγράφους 108 και 109 του σκυθικού λόγου του Ηροδότου, αξίζει να γίνει μια σύντομη μνεία μιας πολύ σημαντικής υπόθεσης που διατυπώθηκε σχεδόν πρόσφατα από Ρώσους και Ουκρανούς αρχαιολόγους. Πρόκειται για την ταύτιση του οικισμού Γελωνός που μνημονεύει ο Ηρόδοτος με έναν οικισμό της σκυθικής δασόστεπας, το Belsk, κοντά στο μέσο ρου του ποταμού Vorskla της Ουκρανίας. Ο αρχαιολόγος B.A. Shramko διεξάγει ανασκαφές στο χώρο του οικισμού αυτού εδώ και αρκετές δεκαετίες και χάρη στις προσπάθειές του το υλικό του Belsk έγινε γνωστό στον επιστημονικό χώρο. Προκαλεί εντύπωση η ομοιότητα του Belsk με τα όσα μας περιγράφει για το Γελωνό ο ιστορικός Ηρόδοτος. Αυτό άλλωστε είναι και ένα από τα βασικά τεκμήρια για την ταύτιση των δύο οικισμών. Οι μεγάλες διαστάσεις του μπορούν, ως ένα σημείο, να επαληθεύσουν την αρχαία πληροφορία ότι στον αριθμό του πληθυσμού της πόλης του Γελωνού συμπεριλήφθηκαν και αρκετοί Έλληνες, οι οποίοι ζούσαν μέχρι τότε στα ποντικά εμπόρια. Από το μήκος των οχυρωματικών τειχών είναι εύλογο να υποθέσουμε ότι αυτά δεν ήταν δυνατό να χτίστηκαν από ένα μικρό αριθμό ατόμων ή ακόμα και από μία συμμαχία διάφορων φυλών Βουδίνων, οι οποίοι κατοικούσαν στην εκτεταμένη αυτή περιοχή. Αυτά, όπως και άλλα αρχαιολογικά στοιχεία, φανερώνουν ότι πρόκειται για έναν οικισμό με σημαντική οικονομική και παραγωγική ανάπτυξη, ο οποίος ιδρύθηκε στον 7ο αι. π.Χ.33

2.4. Ποντικά εμπόρια

Ένα άλλο σημαντικό θέμα που προκύπτει από το συγκεκριμένο απόσπασμα του Ηροδότου είναι η ταύτιση των ποντικών εμπορίων, από τα οποία ξεσηκώθηκαν34 οι Έλληνες και ήρθαν για να κατοικήσουν στο Γελωνό. Κατά πάσα πιθανότητα, πρέπει να αναζητηθούν στο χώρο της Παραζοφικής. Αφορμή για την υπόθεση αυτή παρέχουν οι δύσκολες φυσικές και κλιματολογικές συνθήκες που επικρατούν στο χώρο αυτό. Φαίνεται ότι, αφού εγκαταστάθηκαν αρχικά στα βόρεια και τα δυτικά παράλια της Αζοφικής, ήταν σε θέση να μετοικήσουν στους Βουδίνους κυρίως αυτοί και δυσκολότερα άλλοι Έλληνες από τα παράλια της Μαύρης θάλασσας, διότι οι Έλληνες από την Αζοφική είχαν τη δυνατότητα για αμεσότερες επαφές με τους Βουδίνους λόγω εγγύτητας. Εκτός αυτού, βέβαια, εξίσου βασικός λόγος είναι και η έναρξη της άφιξης πολυάριθμων νομαδικών ομάδων από την ενδοχώρα της Κεντρικής Ασίας στο β΄ μισό του 6ου αι. π.Χ., οι οποίοι στο πέρασμά τους κατέστρεφαν και λεηλατούσαν τους ελληνικούς και βαρβαρικούς οικισμούς, πλήττοντας ολόκληρη την επικράτεια του Κιμμερικού Βοσπόρου.35 Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ίσως ένα από αυτά τα εμπόρια, ο οικισμός του Ταγκανρόγκ που προαναφέρθηκε, ο οποίος παύει να υφίσταται τη συγκεκριμένη εποχή, δηλαδή γύρω στο 530 π.Χ. Από την παρουσία του πρωιμότερου αρχαιολογικού υλικού φαίνεται πως οι Έλληνες είχαν από την πρώτη κιόλας στιγμή της εμφάνισής τους στο βόρειο Εύξεινο Πόντο επαφές με τους πληθυσμούς της ανατολικής δασοστέπας.36

2.5. Νεμίροβο

Σε σχέση με τα όσα αναφέρθηκαν για το Γελωνό μπορούμε να κάνουμε έναν παραλληλισμό με τον οικισμό της Πιστύρου, που αναφέρθηκε πιο πάνω, και την αγροτική χώρα του, όπου κατοικούσαν Έλληνες σε εμπόρια. Μπορούμε να πούμε ότι η έννοια του όρου εμπόριον πρέπει, τελικά, να είχε εμφανισθεί πιο πριν από τα χρόνια του Ηροδότου, εφόσον η περίπτωση του Γελωνού είναι κατά πολύ προγενέστερή του. Την ίδια εποχή, στη σκυθική περιοχή της δασόστεπας υπήρχε και ένας άλλος οικισμός, το Νεμίροβο, στο οποίο έχει ανακαλυφθεί μεγάλη ποσότητα επείσακτης ελληνικής κεραμικής, που χρονολογείται στο β΄ μισό του 7ου αι. π.Χ.37 Από κάποιους αρχαιολόγους το γεγονός αυτό χρησιμοποιείται ως στοιχείο υπέρ της άποψης ότι το Νεμίροβο την εποχή αυτή πρέπει να αποτελούσε ένα είδος εμπορίου των Ελλήνων κατοίκων του οικισμού στο νησάκι Μπερεζάν. Επιπλέον, θα μπορούσε κάποιος να ισχυρισθεί ότι και στο παράδειγμα της πρώιμης Ναύκρατης, για την οποία ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι αρχικά η Ναύκρατης ήταν το μοναδικό εμπόριο στην Αίγυπτο, φαίνεται πως πρόκειται για την ίδια ακριβώς περίπτωση εμπορίου.38 Το ίδιο ακριβώς θα μπορούσαμε να πούμε ότι ισχύει και στην περίπτωση ενός άλλου οικισμού, αυτή τη φορά πολύ μακριά, στην περιοχή της Ανδαλουσίας (στην Ισπανία), όπου κατά τον ύστερο 5ο αι. και τον 4ο αι. π.Χ. σε έναν οικισμό της ενδοχώρας, το Cástulo, παρατηρείται μεγάλη συγκέντρωση ελληνικών αμφορέων. Θεωρείται ότι ο οικισμός αυτός έπαιζε το ρόλο του προμηθευτή ελληνικών προϊόντων σε ολόκληρη την ευρύτερη περιοχή της Ανδαλουσίας.39

3. Συμπεράσματα

Συνοψίζοντας, μπορούμε να δούμε πως η άποψη ότι το εμπόριον ήταν ένας απλός χώρος ανταλλαγής προϊόντων μεταξύ αρχαίων Ελλήνων εμπόρων και γηγενών κατοίκων δεν αρκεί για να αποδώσει πλήρως τη διάσταση του περιεχομένου του. Αποδεικνύεται τελικά ότι στα μέχρι σήμερα διατυπωθέντα συμπεράσματα περί εμπορίου χρειάζεται συμπληρωματικά να προστεθεί και η άποψη ότι σε ορισμένες περιπτώσεις το εμπόριον ήταν και ένας οικισμός με αρκετά οργανωμένη πολιτεία και θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως πρωτο-πόλις ή πρωτο-οικισμός, με την έννοια ότι μπορούσε να αποτελέσει το προστάδιο της ίδρυσης μιας αποικίας ή μιας πόλης.40

1. Cazevitz, M., “Emporion. Emplois classiques et histoire du mot”, στο Bresson,  A. – Rouillard, P. (eds), L΄Emporion (Paris 1993), σελ. 22· Лапин, В.В., Греческая колонизация Северного Причерноморья (Киев 1966), σελ. 63.

2. Όμ., Οδ. Β.318-320 και Ω.299-301.

3. Cazevitz, M., “Emporion. Emplois classiques et histoire du mot”, στο Bresson, A. – Rouillard, P. (eds), L’Emporion (Paris 1993), σελ. 12.

4. Reed, C.M., Maritime Traders in the Ancient Greek World (Cambridge 2003), σελ. 12. Επίσης βλ. Boardman, J., “Greeks and Syria. Pots and People”, στο Tsetskhladze, G.R. – Snodgrass, A.M. (eds), Greek Settlements in the Eastern Mediterranean and the Black Sea (BAR International Series 1062, Oxford 2002), σελ. 4.

5. Βλ. σχολιασμό στο Petropoulos, E.K., Hellenic Colonization in Euxeinos Pontos. Penetration, Early Establishment, and the Problem of the “Emporion” Revisited (BAR International Series 1394, Oxford 2005a), σελ. 81-83.

6. Petropoulos, E.K., Hellenic Colonization in Euxeinos Pontos. Penetration, Early Establishment, and the Problem of the “Emporion” Revisited (BAR International Series 1394, Oxford 2005), σελ. 82.

7. Herman Hansen, M., “EMPORION. A Study of the Use and Meaning of the Term in the Archaic and Classical Periods”, στο  Tsetskhladze, G.R. (ed.), Greek Colonization. An Account of Greek Colonies and Other Settlements Overseas I (Leiden – Boston 2006), σελ. 2.

8. Η πιο πρόσφατη και αναθεωρημένη δημοσίευση της εν λόγω επιγραφής υπάρχει στο Domaradzka, L., “Addenda ad Pistiros I. The Pistiros-Vetren Inscription”, στο Bouzek, J. – Domaradzka, L. – Archibald, Z.H. (eds), PISTIROS II: Excavations and Studies (Prague 2002), σελ. 339-340.

9. Petropoulos, E.K., Hellenic Colonization in Euxeinos Pontos. Penetration, Early Establishment, and the Problem of the “Emporion” Revisited (BAR International Series 1394, Oxford 2005), σελ. 110-113, με παραπομπές σε προγενέστερη σχετική βιβλιογραφία. Επίσης βλ. Herman Hansen, M., “EMPORION. A Study of the Use and Meaning of the Term in the Archaic and Classical Periods”, στο Tsetskhladze, G.R. (ed.), Greek Colonization. An Account of Greek Colonies and Other Settlements Overseas I (Leiden – Boston 2006), σελ. 20-23.

10. Ο όρος εμπόριον στο παρόν κείμενο χρησιμοποιείται αυτούσιος και δίχως τις επεξηγηματικές φράσεις που κατά συνήθεια αναφέρονται στη διεθνή βιβλιογραφία περί αποικισμού (trading ports ή ports of trade). Στόχος μας είναι να διευκρινίσουμε το περιεχόμενό του όσο πιο αντικειμενικά γίνεται, χωρίς στερεότυπες εκφράσεις που παραπέμπουν σε συγκεκριμένες απόψεις.

11. Petropoulos, E.K., “Emporion on the Black Sea Littoral. A Problem in the Modern Historiography of Greek Colonization”, στο HEROS HEPHAISTOS. Studia in honorem Liubae Ognenova-Marinova (Veliko Tarnovo 2005), σελ. 95-103. Επίσης Petropoulos, E.K., “Emporion and Apoikia-polis in the Northeast Black Sea Area during the 6th and 5th c. B.C. An Urbanistic View”, στο Kacharava, D. – Faudot, M. – Geny, É. (eds), Pont-Euxin et Polis. Polis Hellenis et Polis Barbaron, Actes du Xe Symposium de Vani 23-26 septembre 2002. Hommage à Otar Lordkipanidzé et Pierre Lévêque (Presses Universitaires Franc-Comtoises 2005), σελ. 207-226.

12. Συνοπτική προσπάθεια εξιχνίασης του περιεχομένου του όρου αυτού υπάρχει στο Bresson, A., “Les cités grecques et leurs emporia”, στο Bresson, A. – Rouillard, P. (eds), L΄Emporion (Paris 1993), σελ. 163-226. Για τις διάφορες απόψεις που έχουν μέχρι σήμερα διατυπωθεί επί του περιεχομένου του αρχαίου ελληνικού όρου εμπόριον στη διεθνή βιβλιογραφία βλ. Petropoulos, E.K., Hellenic Colonization in Euxeinos Pontos. Penetration, Early Establishment, and the Problem of the “Emporion” Revisited (BAR International Series 1394, Oxford 2005), σελ. 75-81.

13. Ηρ. 108.

14. Ηρ. 17. Βλ. επίσης Πετρόπουλος, Η., «Από την επιγραφική και αρχαιολογική έρευνα του αποικισμού του Βορείου Ευξείνου Πόντου», στο  Α΄ Πανελλήνιο Συνέδριο Επιγραφικής (Πρακτικά). Στην μνήμη Δημητρίου Κανατσούλη. Θεσσαλονίκη 22-23 Οκτωβρίου 1999 (Θεσσαλονίκη 2001), σελ. 125-135.

15. Ηρ. 20.

16. Ηρ. 24.

17. Ηρ. 152.

18. Για περισσότερες πληροφορίες βλ. Morel, J.-P., “Phocaean Colonisation”, στο Tsetskhladze,  G.R. (ed.), Greek Colonization. An Account of Greek Colonies and Other Settlements Overseas I (Leiden – Boston 2006), σελ. 374-377· Dominguez, A.J., “Greeks in the Iberian Peninsula”, στο Tsetskhladze, G.R. (ed.), Greek Colonization. An Account of Greek Colonies and Other Settlements Overseas I (Leiden – Boston 2006), σελ. 433-439, 442, 476 με σχετική βιβλιογραφία.

19. Για τα μεσογειακά εμπόρια των αρχαίων Ελλήνων βλ. Gras, M., “Pour une Méditerranée des emporia”, στο Bresson, A. –  Rouillard, P. (eds), L’Emporion (Paris 1993), σελ. 103-12· Osborne, R., “Early Greek Colonization? The Nature of Greek Settlement in the West”, στο Fischer, N. – van Wees, H. (eds), Archaic Greece. New Approaches and New Evidence (London 1998), σελ. 251-269. Επίσης Petropoulos, E.K., Hellenic Colonization in Euxeinos Pontos. Penetration, Early Establishment, and the Problem of the “Emporion” Revisited (BAR International Series 1394, Oxford 2005), σελ. 83-92.

20. Ηρ. 178-179.

21. Βλ., για παράδειγμα, Bowden, H., “The Greek Settlement and Sanctuaries at Naukratis. Herodotus and Archaeology”, στο Hansen, M. – Raaflaub, K. (eds), More Studies in the Ancient Greek Polis (Stuttgart 1996), σελ. 17-37· Petropoulos, E.K., “Problems in History and Archaeology of the Greek Colonization of the Black Sea”, στο Grammenos, D.V. – Petropoulos, E.K. (eds), Ancient Greek Colonies in the Black Sea I (Thessaloniki 2003), σελ. 50-59. Επίσης, Petropoulos, E.K., Hellenic Colonization in Euxeinos Pontos. Penetration, Early Establishment, and the Problem of the “Emporion” Revisited (BAR International Series 1394, Oxford 2005), σελ. 93-106, με παραπομπές σε σχετική βιβλιογραφία. Παραθέτουμε επίσης και το πρόσφατο πόνημα περί Ναύκρατης των Villing, A. – Schlotzhauer, U. (eds), Naukratis. Greek Diversity in Egypt. Studies on East Greek Pottery and Exchange in the Eastern Mediterranean (The British Museum Research Publication N. 162, London 2006), με πολλά άρθρα και πλούσια βιβλιογραφία.

22. Herman Hansen, M., “EMPORION. A Study of the Use and Meaning of the Term in the Archaic and Classical Periods”, στο Tsetskhladze, G.R. (ed.), Greek Colonization. An Account of Greek Colonies and Other Settlements Overseas I (Leiden – Boston 2006), σελ. 14-20.

23. Wilson, J.-P., “The Nature of Greek Overseas Settlements in the Archaic Period”, στο Mitchell, L.G. – Rhodes, P.J. (eds), The Development of the Polis in Archaic Greece (London – New York 1997), σελ. 199-207.

24. Gras, M., “Pour une Méditerranée des emporia”, στο Bresson, A. – Rouillard, P. (eds), L΄Emporion (Paris 1993), σελ. 105.

25. Petropoulos, E.K., Hellenic Colonization in Euxeinos Pontos. Penetration, Early Establishment, and the Problem of the “Emporion” Revisited (BΑR International Series 1394, Oxford 2005), σελ. 127-130.

26. Petropoulos, E.K., Hellenic Colonization in Euxeinos Pontos. Penetration, Early Establishment, and the Problem of the “Emporion” Revisited (BAR International Series 1394, Oxford 2005), σελ. 107-108, με παραπομπές σε σχετική βιβλιογραφία.

27. Petropoulos, E.K., Hellenic Colonization in Euxeinos Pontos. Penetration, Early Establishment, and the Problem of the “Emporion” Revisited (BAR International Series 1394, Oxford 2005), σελ. 108, με παραπομπές σε σχετική βιβλιογραφία.

28. Виноградов, Ю.Г., Политическая история Ольвийского полиса. VII-I вв. до н.э. Историко-эпиграфическое исследование (Москва 1989), σελ. 28.

29. Solovev, S.L., “Ancient Berezan. The Architecture, History and Culture of the First Greek Colony in the Northern Black Sea”, στο Tsetskhladze, G.R. (eds), The Greek Colonization of the Black Sea Area. Historical Interpretation of Archaeology (Stuttgart 1998), σελ. 205-225.

30. Tsetskhladze, G.R., “Greek Colonisation of the Black Sea Area. Stages, Models and Native Population”, στο Tsetskhladze, G.R. (eds), The Greek Colonisation of the Black Sea Area. Historical Interpretation of Archaeology (Stuttgart 1998), σελ. 8-68.

31. Буйских А.В., “Некоторые полемические заметки по поводу становления и развития Борисфена и Ольвии в VI в. до н.э.”, Journal of Ancient History (2005.2), σελ. 146-165, με παραπομπές σε σχετική ρωσική βιβλιογραφία.

32. Petropoulos, E.K., Hellenic Colonization in Euxeinos Pontos. Penetration, Early Establishment, and the Problem of the “Emporion” Revisited (BAR International Series 1394, Oxford 2005), σελ. 35, με παραπομπές σε σχετική βιβλιογραφία.

33. Шрамко Б.А., Бельское городище скифской эпохи. Город Гелон (Киев 1987), σελ. 123-137, 157.

34. Cazevitz, M., “Emporion. Emplois classiques et histoire du mot”, στο Bresson, A. – Rouillard, P. (eds), L´Emporion (Paris 1993), σελ. 16.

35. Григорьев Д.В., “К вопросу о военно-политической ситуации на Боспоре в конце VI-первой половине V вв. до н.э.”,  Journal of Historical, Philological and Cultural Studies (1998.5), σελ. 38-42.

36. Petropoulos, E.K., Hellenic Colonization in Euxeinos Pontos. Penetration, Early Establishment, and the Problem of the “Emporion” Revisited (BAR International Series 1394, Oxford 2005), σελ. 29-74. Επίσης βλ. την πρόσφατη δημοσίευση της Gavrilyuk, N.A., “Greek Imports in Skythia”, στο Grammenos, D.V. – Petropoulos, E.K. (eds), Ancient Greek Colonies in the Black Sea 2 (BAR International Series 1675.Ι , Oxford 2007), σελ. 627-676.

37. Περιγραφή της πρώιμης επείσακτης ελληνικής κεραμικής στο Νεμίροβο υπάρχει στο Petropoulos, E.K., Hellenic Colonization in Euxeinos Pontos. Penetration, Early Establishment, and the Problem of the “Emporion” Revisited (BAR International Series 1394, Oxford 2005), σελ. 32-74· Petropoulos, E.K., “Colonial Encounters in the Black Sea Region. Dating Problems of the Earliest Kimmerian Bosporos Greek Cities”, στο The Phenomenon of Bosporan Kingdom. Problems of Chronology and Dating. Proceedings of the Interantional Conference. St.-Petersburg I (The State Hermitage Museum Publishing House 2004), σελ. 33-41· Gavrilyuk, N.A., “Greek Imports in Skythia”, στο Grammenos, D.V. – Petropoulos, E.K. (eds), Ancient Greek Colonies in the Black Sea 2 (BAR International Series 1675.Ι, Oxford 2007), σελ. 627-676.

38. Petropoulos, E.K., Hellenic Colonization in Euxeinos Pontos. Penetration, Early Establishment, and the Problem of the “Emporion” Revisited (BAR International Series 1394, Oxford 2005), σελ. 108-109.

39. Dominguez, A.J., “Greek in the Iberian Peninsula”, στο Tsetskhladze, G.R. (ed.), Greek Colonization. An Account of Greek Colonies and Other Settlements Overseas I (Leiden – Boston 2006), σελ. 456, 467-469.

40. Petropoulos, E.K., Hellenic Colonization in Euxeinos Pontos. Penetration, Early Establishment, and the Problem of the “Emporion” Revisited (BAR International Series 1394, Oxford 2005), σελ. 121-130.

     
 
 
 
 
 

Δελτίο λήμματος

 
press image to open photo library
 

>>>