Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Εύξεινος Πόντος ΙΔΡΥΜΑ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
z
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Αναζήτηση με το γράμμα ΑΑναζήτηση με το γράμμα ΒΑναζήτηση με το γράμμα ΓΑναζήτηση με το γράμμα ΔΑναζήτηση με το γράμμα ΕΑναζήτηση με το γράμμα ΖΑναζήτηση με το γράμμα ΗΑναζήτηση με το γράμμα ΘΑναζήτηση με το γράμμα ΙΑναζήτηση με το γράμμα ΚΑναζήτηση με το γράμμα ΛΑναζήτηση με το γράμμα ΜΑναζήτηση με το γράμμα ΝΑναζήτηση με το γράμμα ΞΑναζήτηση με το γράμμα ΟΑναζήτηση με το γράμμα ΠΑναζήτηση με το γράμμα ΡΑναζήτηση με το γράμμα ΣΑναζήτηση με το γράμμα ΤΑναζήτηση με το γράμμα ΥΑναζήτηση με το γράμμα ΦΑναζήτηση με το γράμμα ΧΑναζήτηση με το γράμμα ΨΑναζήτηση με το γράμμα Ω

Θεοδοσία

Συγγραφή : Πετρόπουλος Ηλίας (7/4/2008)

Για παραπομπή: Πετρόπουλος Ηλίας, «Θεοδοσία», 2008,
Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Εύξεινος Πόντος
URL: <http://www.ehw.gr/l.aspx?id=10713>

Θεοδοσία (30/10/2008 v.1) Theodosia (16/12/2008 v.1) 
 

1. Τοπογραφική θέση

Η αρχαία πόλη της Θεοδοσίας βρίσκεται στη μέση της ακτογραμμής της νότιας Κριμαίας, όπου σχηματίζεται ένας φαρδύς τοξοειδής κόλπος, στη θέση της σύγχρονης πόλης Φεοντόσια, επί του λόφου Καραντίν. Η έρευνα στον οικισμό της αρχαίας Θεοδοσίας δεν έχει προχωρήσει εκτενώς για δύο λόγους. Αφενός λόγω της έλλειψης λεπτομερών πληροφοριών στις γραπτές πηγές και αφετέρου εξαιτίας των ολιγάριθμων αρχαιολογικών τεκμηρίων. Η κατάσταση αυτή οφείλεται στην ιδιαίτερη ιστορική πορεία της πόλης αυτής.

2. Το όνομα της αρχαίας πόλης: καταγωγή και προβλήματα

Από τους πρώτους ακόμη χριστιανικούς αιώνες και μέχρι το Μεσαίωνα η πόλη της Θεοδοσίας εγκαταλείφθηκε και το όνομά της περιήλθε σε λήθη, για να αναβιώσει ξανά γύρω στο β΄ μισό του 13ου αιώνα, όταν οι Γενουάτες έχτισαν την πιο σημαντική τους αποικία στη Μαύρη θάλασσα, την Κάφφα. Ο πρώτος οικισμός των Γενουατών αποίκων χτίστηκε στο λόφο Καραντίν και λίγο αργότερα οχυρώθηκε με περίβολο. Σύντομα ο λόφος αυτός έγινε το πιο πυκνοκατοικημένο σημείο της Κάφφας και μεταβλήθηκε σε πολιτικό, οικονομικό και πολιτιστικό κέντρο της ευρύτερης περιοχής. Όταν οι Τούρκοι κατέλαβαν την πόλη (1475), διατήρησαν το σημείο αυτό ως κέντρο της ίδιας περιοχής. Το 1873, όταν η Κριμαία προσαρτήθηκε στην επικράτεια των Ρώσων αυτοκρατόρων, στην περιοχή της Κάφφας είχαν ήδη δημιουργηθεί πολλά συμπαγή στρώματα, τα οποία απέκρυπταν τα λείψανα της αρχαίας πόλης της Θεοδοσίας. Η κατάσταση άλλαξε στα τέλη του 19ου αιώνα από τη στιγμή που ξεκίνησαν οι εργασίες για την κατασκευή του νέου λιμένα της πόλης και η γη άρχισε να αποκαλύπτει τους αρχαίους και τους μεσαιωνικούς θησαυρούς που έκρυβε μέσα της σιωπηλά για τόσους αιώνες.1

Το όνομα της αρχαίας πόλης είναι καθαρά ελληνικό και δεν έχει ποτέ αμφισβητηθεί. Ωστόσο, έχει δημιουργηθεί μεγάλη συζήτηση αναφορικά με την καταγωγή της ονομασίας της πόλης, η οποία είχε ξεκινήσει ήδη από τα αρχαία χρόνια. Έτσι, σύμφωνα με την αναφορά που βρίσκουμε στα Σχόλια του Ουλπιανού στο Λόγο προς Λεπτίνην (20.33) του Δημοσθένη, φαίνεται πως το όνομα δόθηκε από «το όνομα αδελφής ή γυναικός [του Λεύκωνος Ι, του βασιλέως του βοσπορικού βασιλείου2] και υπάρχει διαφωνία επ’ αυτού».3 Οι αρχαίοι συγγραφείς έκαναν χρήση δύο γραφών του ίδιου ονόματος του οικισμού: Θεοδοσία και Θευδοσίη.4 Το φαινόμενο αυτό της διπλής γραφής της πόλης παρατηρείται και στις πρώιμες επιγραφές του βοσπορικού βασιλείου.5 Ο Ανώνυμος συγγραφέας στον Περίπλου6 του μας πληροφορεί ότι η «Θευδοσία σήμερα καλείται Αρδάβδα στην αλανική, δηλαδή στην ταυρική διάλεκτο, και σημαίνει επτάθεος». Ορισμένοι νομισματολόγοι ερμήνευσαν το χαρακτηρισμό «επτάθεος» ως «δώρο των θεών» και σχετίσθηκε με την αποικιακή δράση των Ελλήνων εκεί. Συγκεκριμένα, θεωρήθηκε ότι οι Έλληνες άποικοι, όταν έφθασαν στην περιοχή όπου αργότερα έκτισαν τη Θεοδοσία, ανακάλυψαν έναν προϋπάρχοντα γηγενή οικισμό, του οποίου το όνομα μετέφρασαν στην ελληνική γλώσσα και ονόμασαν με αυτό το δικό τους νέο οικισμό.7

3. Η ίδρυση της πόλης

Από τις αναφορές των αρχαίων συγγραφέων πληροφορούμαστε ότι ο οικισμός της Θεοδοσίας κτίσθηκε από Μιλήσιους αποίκους κάπου στον 6ο αι. π.Χ. Η ακριβής χρονολογία της ίδρυσης δεν είναι σήμερα απολύτως αποσαφηνισμένη. Συνήθως αναφέρονται οι χρονολογίες 570 π.Χ.,8 μέσα 6ου αι. π.Χ.9 και, πιο γενικά, β΄ μισό 6ου αι. π.Χ.10 Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι τα αρχαιολογικά στοιχεία και οι ενδείξεις που έχουν οι επιστήμονες είναι πολύ πενιχρά και φειδωλά. Όπως και σε άλλες περιπτώσεις παράλιων αρχαίων ελληνικών οικισμών της Μαύρης θάλασσας, έτσι και στη Θεοδοσία πρέπει να συνέβη το εξής τραγικό: Όταν τα νερά της θάλασσας άρχισαν να ανεβαίνουν, σταδιακά ένα τμήμα της αρχαίας ελληνικής αποικίας καλύφθηκε από νερό (βλ. παρακάτω).

Κατά συνέπεια, τα αρχαιολογικά ευρήματα που μπορούν να χρονολογηθούν στον 6ο αι. π.Χ. από τη Θεοδοσία είναι πάρα πολύ λίγα.11 Τα λιγοστά πρωιμότερα αρχαιολογικά ευρήματα που προέρχονται από τη θέση του οικισμού ανάγονται στο β΄ μισό του 6ου αι. π.Χ., ενώ τα περισσότερα ανήκουν στα τέλη του 6ου και στις αρχές του 5ου αι. π.Χ.12 Γεγονός αναμφισβήτητο όμως είναι ότι τελικά η Θεοδοσία κτίσθηκε κατά το τελευταίο στάδιο του αρχαίου ελληνικού αποικισμού, που διήρκεσε από τον 8ο έως τον 6ο αι. π.Χ. Προκαλεί εντύπωση το γεγονός ότι βρίσκεται σε πολύ μεγάλη απόσταση από τις άλλες πόλεις του Κιμμερίου Βοσπόρου. Οι άποικοι που την έκτισαν προφανώς δεν κατόρθωσαν να ανακαλύψουν κάποια εγγύτερη προς τις υπόλοιπες ελληνικές πόλεις θέση για τον οικισμό τους, διότι όλες οι κατάλληλες τοποθεσίες είχαν ήδη καταληφθεί από προγενέστερες αποικιακές δραστηριότητες των Ιώνων, και κυρίως των Μιλησίων, στην ευρύτερη περιοχή του Κιμμερίου Βοσπόρου, αλλά και της Κριμαίας γενικότερα.

4. Η Θεοδοσία τον 5ο αι. π.Χ.

Για τα χρόνια της ανεξαρτησίας της πόλης της Θεοδοσίας κατά τον 5ο αι. π.Χ. οι αναφορές των αρχαίων συγγραφέων είναι επίσης πολύ φειδωλές. Το μόνο στοιχείο που διαθέτουμε αφορά μία προβληματική πληροφορία την οποία διαφύλαξε ο Ανώνυμος συγγραφέας στον Περίπλου του.13 Σύμφωνα με την πληροφορία αυτή, κάποιοι εξορισμένοι από το κράτος του Βοσπόρου είχαν βρει καταφύγιο στην πόλη της Θεοδοσίας. Πιστεύεται ότι το γεγονός αυτό χρονικά ανάγεται στον 5ο αι. π.Χ. και ότι οι εξόριστοι ήταν από το Παντικάπαιο. Πιο συγκεκριμένα, εικάζεται ότι κάποια ομάδα ανθρώπων, η οποία δε στήριξε τη νέα δυναστεία των Σπαρτοκιδών, εξορίσθηκε και έφθασε στη φιλόξενη πόλη της Θεοδοσίας. Σύμφωνα με τα υπάρχοντα δεδομένα, η νέα βασιλική δυναστεία του Παντικάπαιου ανήλθε στην εξουσία του Βοσπόρου το έτος 438 π.Χ.14 Ίσως μάλιστα να πρόκειται για τους ίδιους εξορίστους που μνημονεύει ο Ισοκράτης στον Τραπεζιτικό λόγο του.15 Καθ’ όλον τον 5ο αι. π.Χ. η Θεοδοσία παρέμεινε η μόνη πόλη, αν εξαιρέσουμε το Νυμφαίο, που ανταγωνιζόταν στον εμπορικό τομέα το βασίλειο του Βοσπόρου στην ανατολική Κριμαία και είχε άμεσες εμπορικές συναλλαγές με το κλεινόν άστυ των Αθηνών. Συνεπώς, η πολεμική σύγκρουση των δύο αυτών κρατών ήταν καθαρά θέμα χρόνου (βλ. παρακάτω).

5. Ανασκαφική δραστηριότητα και ευρήματα

Κατά τη διάρκεια της κατασκευής του λιμένα της Θεοδοσίας το 19ο αιώνα, ο τότε μηχανικός A.L. Berthier de Lagarde κατόρθωσε να συλλέξει μεγάλο αριθμό ευρημάτων τα οποία αργότερα τοποθετήθηκαν στο Μουσείο Αρχαιοτήτων της Θεοδοσίας, στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Οδησσού κ.α. Κατά τις εργασίες εκβάθυνσης του πυθμένα ο ίδιος μηχανικός ανακάλυψε περίπου 4.000 ξύλινα υποστυλώματα από μεσαιωνική ή αρχαία προκυμαία. Αργότερα ο L.P. Kolly με τη βοήθεια δυτών ανακάλυψε 15 αρχαίους ελληνικούς αμφορείς μεταξύ των υποστυλωμάτων αυτών, γεγονός που τον οδήγησε στο εύλογο συμπέρασμα ότι η προκυμαία έπρεπε να είχε κατασκευασθεί κατά τα αρχαία χρόνια. Το συμπέρασμα αυτό φαίνεται να έχει κάποια βάση, αφού, σύμφωνα με την άποψη των σύγχρονων επιστημόνων, η ακτογραμμή της Κριμαϊκής χερσονήσου ήταν πολύ διαφορετική από την εικόνα που αυτή παρουσιάζει σήμερα. Υπολογίζεται ότι κατά τον 6ο και 5ο αι. π.Χ., όταν τα νερά του Πόντου ήταν πιο χαμηλά, η ακτή στον κόλπο της Θεοδοσίας σε ορισμένα σημεία πρέπει να βρισκόταν σε απόσταση περίπου 100 μέτρων από τη σημερινή. Όταν αργότερα τα νερά του Ευξείνου ανέβηκαν, κάλυψαν πολλά σημεία της αρχαίας πόλης, όπως και το αρχαίο λιμάνι της.

Συστηματικές αρχαιολογικές ανασκαφικές έρευνες ξεκίνησε η αρχαιολόγος I.B. Zeest16 μετά τη λήξη του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου, από το 1949 μέχρι το 1951, και στη συνέχεια ο B.G. Peters17 κατά τα έτη 1975-1977. Οι ανασκαφές αυτές διεξήχθησαν επάνω στο λόφο Καραντίν, εντός του μεσαιωνικού φρουρίου, και έφεραν στο φως λείψανα από αρχαία ελληνικά στρώματα σε βάθος ακόμα και 5 μ. Αποκαλύφθηκε ένα παχύ στρώμα πυρκαγιάς που χρονολογείται στις αρχές του 4ου αι. π.Χ. και, κατά την άποψη της Zeest, συνδέεται με την πολεμική σύρραξη της Θεοδοσίας και του βασιλείου του Βοσπόρου (βλ. παρακάτω). Η ελληνική αυτή διαστρωμάτωση περιείχε λείψανα κτηρίων του 5ου, 4ου και 3ου αι. π.Χ., καθώς και υλικό από τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες.

Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι κατά τη διάρκεια των ανασκαφών αυτών αποκαλύφθηκαν τα λείψανα ενός μεταλλουργικού εργαστηρίου του 1ου αι. π.Χ. με πλούσια αρχαιολογικά ευρήματα. Έπειτα από τις ανασκαφικές αυτές επιτυχίες οι αρχαιολόγοι Zeest και Peters υποστήριξαν την άποψη ότι στο σημείο αυτό βρισκόταν η θέση της αρχαίας πόλης της Θεοδοσίας. Μεταξύ των ετών 1977 και 1994 το Μουσείο Αρχαιοτήτων της Θεοδοσίας συνέχισε την ανασκαφική έρευνα στην περιοχή της αρχαίας νεκρόπολης, όπου για άλλη μία φορά αποδείχθηκε η ελληνικότητα του πληθυσμού της πόλης, επιβεβαιώνοντας παλαιότερη διαπίστωση του M.I. Rostovtsev πως η νεκρόπολη της Θεοδοσίας έχει καθαρά ελληνικό χαρακτήρα.18

6. Η Θεοδοσία τον 4ο αι. π.Χ.

Ο 4ος αι. π.Χ. έμελλε να προκαλέσει σοβαρές ανακατατάξεις σε ένα μεγάλο τμήμα της κεντρικής και ανατολικής Κριμαίας. Ήδη αναφέρθηκε ότι η πόλη της Θεοδοσίας αποτελούσε το δυναμικό ανταγωνιστή των δυναστών του βασιλείου του Βοσπόρου στον τομέα του Παρευξείνιου και του διεθνούς εμπορίου κατά τον προηγούμενο, τον 5ο αι. π.Χ. Έπρεπε να δοθεί μία οριστική λύση σε αυτό το έντονο πρόβλημα των Σπαρτοκιδών δυναστών. Όταν το έτος 438 π.Χ. ανέλαβε το βασιλικό θρόνο στο Παντικάπαιο ο ιδρυτής της δυναστείας αυτής, ο Σάτυρος Ι, αποφάσισε να πλήξει δραστικά τον ανταγωνιστή. Η μόνη διέξοδος στο πρόβλημα ήταν μια πολεμική σύγκρουση μεταξύ των δύο αντιπάλων με την ελπίδα να προσαρτηθεί η Θεοδοσία στο κράτος των Σπαρτοκιδών. Έτσι, οι πρώτες δεκαετίες του 4ου αι. π.Χ. χαρακτηρίζονται από μια σφοδρή σύγκρουση ανάμεσα στη Θεοδοσία και το Παντικάπαιο. Σύμφωνα με τις αρχαίες γραπτές πηγές που έχουμε στη διάθεσή μας, ο Σπαρτοκίδης βασιλιάς και ιδρυτής της δυναστείας, ο Σάτυρος Ι, πέθανε κατά τη διάρκεια της πολιορκίας19 της Θεοδοσίας γύρω στο 389/388 π.Χ.20 Λαμβάνοντας υπόψη αυτό το γεγονός, οι ιστορικοί θεωρούν ότι η έναρξη του πολέμου πρέπει να πραγματοποιήθηκε κάπου μεταξύ του 390 και 380 π.Χ.21

Η ακριβής χρονολογία του τέλους του πολέμου δεν είναι επίσης δυνατό να διευκρινισθεί με βεβαιότητα. Το μόνο σίγουρο είναι ότι μετά το θάνατο του Σατύρου, ο γιος του και διάδοχος του θρόνου, ο Λεύκων Ι, κατόρθωσε να κάνει πραγματικότητα το όνειρο του πατέρα του, δηλαδή να κατακτήσει και να προσαρτήσει τη Θεοδοσία στο κράτος του Βοσπόρου. Υπάρχουν πολλές εικασίες και θεωρίες για τη χρονολόγηση της λήξης του πολέμου. Συνήθως τοποθετείται στις αρχές της δεκαετίας του 350 π.Χ., δίχως αυτό να είναι απόλυτο.22 Αρωγό και συμπαραστάτη της Θεοδοσίας στο μακροχρόνιο αγώνα της για τη διατήρηση της ανεξαρτησίας, οι αρχαίες πηγές αναφέρουν την πόλη της Ηράκλειας Ποντικής, δίχως ωστόσο να παρέχουν πληροφορίες για τους λόγους που η έκβαση του πολέμου αυτού ενδιέφερε άμεσα την τελευταία. Μια άλλη πόλη που βοήθησε τη Θεοδοσία ήταν η Ταυρική Χερσόνησος. Η Ηράκλεια Ποντική όμως ήταν αυτή που πρόσφερε την πιο σημαντική βοήθεια στον αγώνα της πόλης εναντίον του Βοσπόρου, προφανώς για δύο λόγους: α) Η Ηράκλεια ανησυχούσε ότι, εάν η Θεοδοσία έπεφτε στα χέρια των βοσποριανών δυναστών, και η χερσόνησος αργά ή γρήγορα θα είχε την ίδια τύχη και β) Μεταξύ της Ηράκλειας και του Βοσπόρου υπήρχε μια παλαιότερη διαμάχη για την κυριαρχία στην περιοχή της Σινδικής, της Ταυρικής χερσονήσου και της Ολβίας. Πιστεύεται ότι ο αγώνας των δύο κρατών (Βοσπόρου και Ηράκλειας) είχε απώτερο σκοπό την επικυριαρχία στις πλούσιες και εύφορες εκτάσεις της αγροτικής χώρας της Θεοδοσίας και του λιμένα της.23

Πράγματι, η αγροτική χώρα της Θεοδοσίας θα μπορούσε να αποτελέσει μια πολύ σοβαρή αφορμή για έναν τόσο μεγάλο και μακροχρόνιο πόλεμο. Η Ηράκλεια, έχοντας ήδη ιδρύσει δύο μεγάλες αποικίες στον Εύξεινο Πόντο (μία στα δυτικά, την Καλλάτιδα,24 και μία στην Κριμαία, την Ταυρική Χερσόνησο),25 σκεφτόταν πολύ σοβαρά από καιρό (δηλαδή πριν ακόμη ξεσπάσει η σύρραξη μεταξύ Θεοδοσίας και Παντικάπαιου στις αρχές του 4ου αι. π.Χ.) να επεκτείνει τα κυριαρχικά της δικαιώματα στη βόρεια Μαύρη θάλασσα. Για το σκοπό αυτό είναι πιθανό να εποφθαλμιούσε την ανεξάρτητη εμπορική κυριαρχία της Θεοδοσίας. Το κακό για την Ηράκλεια ήταν ότι οι ηγεμόνες του Βοσπόρου πρόλαβαν και άρχισαν πρώτοι τον πόλεμο.

Με το πέρας του πολέμου και την οριστική προσάρτηση της Θεοδοσίας στην επικράτεια του βασιλείου του Κιμμερίου Βοσπόρου στα μέσα περίπου του 4ου αι. π.Χ., οι δυνάστες Σπαρτοκίδες απέκτησαν και την κυριαρχία της αγροτικής χώρας της πόλης. Οι πρόσφατες αρχαιολογικές έρευνες στη χώρα της Θεοδοσίας έδειξαν ότι η έκτασή της ήταν πολύ μεγάλη και η εκμετάλλευσή της πολύ καλά οργανωμένη: εκτός από την εγγύς χώρα των 300-400 εκταρίων που εκτεινόταν ευθύς αμέσως από τα τείχη της πόλης, υπήρχε και μία πεδιάδα προς τα βορειοανατολικά που επίσης ανήκε στη δικαιοδοσία της Θεοδοσίας.26 Στη συγκεκριμένη πεδιάδα υπήρχαν 16 ανοχύρωτοι οικισμοί των αρχών του 5ου αι. π.Χ., όπου κατοικούσε ένας ετερόκλητος πληθυσμός. Κατά τον 4ο αι. π.Χ., όταν μεγάλοι σκυθικοί πληθυσμοί αρχίζουν να εγκαθίστανται στην περιοχή της χώρας, ο αριθμός των οικισμών έφθασε τους 60 και η χώρα επεκτάθηκε όσο ποτέ ξανά.27 Οι οικισμοί αυτοί, μαζί με την εγγύς χώρα, αποτελούσαν την εγγύηση της ανεξαρτησίας της πόλης. Οι αρχαίοι συγγραφείς περιγράφουν τις αγροτικές εκτάσεις της Θεοδοσίας με ιδιαίτερη έμφαση.28

7. Το νόμισμα της πόλης

Λόγω της οικονομικής της ευρωστίας, που όπως αναφέρθηκε οφειλόταν στην αγροτική χώρα και στο λιμάνι της, η Θεοδοσία κόβει αργυρό νόμισμα γύρω στο 430 π.Χ., ενώ στις αρχές του 4ου αι. π.Χ. ένα νέο χάλκινο νόμισμα επιβεβαιώνει την οικονομική ευμάρειά της. Η διάρκεια όμως του νέου νομίσματος δε θα είναι μεγάλη, διότι με την προσάρτηση της πόλης στο κράτος του Βοσπόρου, η νομισματοκοπεία της Θεοδοσίας διακόπτεται απότομα.29

1. Катюшин, Е.А., Феодосия, Каффа, Кефе (Feodosia 1998).

2. Βασιλεύς του βασιλείου του Κιμμερίου Βοσπόρου μεταξύ 389/388 και 349/348 π.Χ.

3. Για περισσότερες πληροφορίες βλ. Katyushin, Ye.A., Theodosia, στο Grammenos, D.V. – Petropoulos, E.K. (eds), Ancient Greek Colonies in the Black Sea (Publications of the Archaeological Institute of Northern Greece 4.Ι, Θεσσαλονίκη 2003), σελ. 656-657.

4. Αρποκρατίων, Λέξεις των Δέκα Ρητόρων, βλ. λ. «Θευδοσίαν».

5. Για παράδειγμα: Corpus Inscriptionum Regni Bosporani (Москва – Ленинград 1965), αρ. 6, 6a, 10, 11 κ.ά.

6. Ανώνυμος, Περίπλους Ευξείνου Πόντου 77(51).

7. Юргевич, В., “О именах иностранных на надписях Ольвии, Боспора и других греческих городов северного побережья Понта Эвксинского”, στο Записки Одесского Общества Истории и Древностей 8 (Odessa 1872).

8. Herman Hansen, M. – Heine-Nielsen, T. (eds), An Inventory of Archaic Classical Poleis. An Investigation Conducted by The Copenhagen Polis Centre for the Danish National Research Foundation (Oxford 2004), αρ. 707, σελ. 952.

9. Katyushin, Ye.A., Theodosia, στο Grammenos, D.V. – Petropoulos, E.K. (eds), Ancient Greek Colonies in the Black Sea (Publications of the Archaeological Institute of Northern Greece 4.Ι, Θεσσαλονίκη 2003), σελ. 645.

10. Gavrilov, A.V., “Theodosia and its Chora in Antiquity”, στο Guldager Bilde, P. – Stolba, V.F. (eds), Surveying the Greek Chora. The Black Sea Region in a Comparative Perspective (Aarhus 2006), σελ. 249· Кошеленко, Г.А. – Кругликова, И.Т. – Долгоруков, В.С. (eds), Античные Государства Северного Причерноморья (Москва 1384), σελ. 63.

11. Katyushin, Ye.A., “Theodosia”, στο Grammenos, D.V. –  Petropoulos, E.K. (eds), Ancient Greek Colonies in the Black Sea (Publications of the Archaeological Institute of Northern Greece 4.Ι, Θεσσαλονίκη 2003), σελ. 646.

12. Katyushin, Ye.A., “Theodosia”, στο Grammenos, D.V. –  Petropoulos, E.K. (eds), Ancient Greek Colonies in the Black Sea (Publications of the Archaeological Institute of Northern Greece 4.Ι, Θεσσαλονίκη 2003), σελ. 646.

13. Ανώνυμος, Περίπλους Ευξείνου Πόντου 77(51).

14. Διόδ. Σ. 12.31.1. Υπάρχει πλούσια βιβλιογραφία επάνω στο θέμα της διαδοχής στο θρόνο του βασιλείου του Κιμμερίου Βοσπόρου. Ενδεικτικά αναφέρουμε την πολύ πρόσφατη και διεξοδική εργασία Tolstikov, V.P., “Panticapaeum: The Capital City of the Kingdom of Cimmerian Bosporus in the Light of New Archaeological Studies”, στο Grammenos, D.V. – Petropoulos, E.K. (eds), Ancient Greek Colonies in the Black Sea (Publications of the Archaeological Institute of Northern Greece 4.Ι, Θεσσαλονίκη 2003), σελ. 707-758, ιδ. σελ. 720, με πλούσια βιβλιογραφία και οπτικό υλικό.

15. Ισοκράτης, Τραπεζιτικός 17.3-5.

16. Зеест, И.Б., “Раскопки Феодосии”, στο Краткие Сообщения Института Истории Материальной Культуры 51 (Ленинград 1953), σελ. 143-148.

17. Петерс, Б.Г. – Голенцов, А.С., “Археологические раскопки Феодосии 1975-1977 гг.”, στο Краткие Сообщения Института Археологии 168 (Москва 1981), σελ. 68-72.

18. Περισσότερες λεπτομέρειες για την ιστορία της έρευνας της Θεοδοσίας βλ. Katyushin, Ye.A., “Theodosia”, στο Grammenos, D.V. – Petropoulos, E.K. (eds), Ancient Greek Colonies in the Black Sea (Publications of the Archaeological Institute of Northern Greece 4.Ι, Θεσσαλονίκη 2003), σελ. 646-656.

19. Ουλπιανού σχόλια προς το Δημοσθένη στο Λόγος προς Λεπτίνην 20.33.

20. Διόδ. Σ. 14.93.1· Αρποκρατίων, Λέξεις των Δέκα Ρητόρων, βλ. λ. «Θευδοσίαν».

21. Katyushin, Ye.A., “Theodosia”, στο Grammenos, D.V. –  Petropoulos, E.K. (eds), Ancient Greek Colonies in the Black Sea (Publications of the Archaeological Institute of Northern Greece 4.Ι, Θεσσαλονίκη 2003), σελ. 658, με σχετική βιβλιογραφία.

22. Katyushin, Ye.A., “Theodosia”, στο Grammenos, D.V. –  Petropoulos, E.K. (eds), Ancient Greek Colonies in the Black Sea (Publications of the Archaeological Institute of Northern Greece 4.Ι, Θεσσαλονίκη 2003), σελ. 658-659. Στο Herman Hansen, M. – Heine-Nielsen, T. (eds), An Inventory of Archaic Classical Poleis. An Investigation Conducted by The Copenhagen Polis Centre for the Danish National Research Foundation (Oxford University Press 2004), αρ. 707, σελ. 952, ως χρονολογία λήξης του πολέμου αναφέρεται το έτος 370 π.Χ. ή γύρω από αυτό.

23. Katyushin, Ye.A., “Theodosia”, στο Grammenos, D.V. –  Petropoulos, E.K. (eds), Ancient Greek Colonies in the Black Sea (Publications of the Archaeological Institute of Northern Greece 4.Ι, Θεσσαλονίκη 2003), σελ. 659-660, με σχετική βιβλιογραφία.

24. Avram, A., “Kallatis”, στο Grammenos, D.V. – Petropoulos, E.K.  (eds), Ancient Greek Colonies in the Black Sea 2 (British Archaeological Reports International Series 1675, ΙΙ, Oxford 2007), σελ. 239-286.

25. Ζοlotarev, M.I., “Chersonesus Tauricus. The Foundation and the Development of the Polis”, στο Grammenos, D.V. – Petropoulos, E.K. (eds), Ancient Greek Colonies in the Black Sea (Publications of the Archaeological Institute of Northern Greece, 4.Ι, Θεσσαλονίκη 2003), σελ. 603-644· Petropoulos, E.K., Hellenic Colonization in Euxeinos Pontos. Penetration, Early Establishment and the Problem of the “Emporion” Revisited (British Archaeological Reports International Series 139, Oxford 2005), σελ. 113-121.

26. Zolotaryov, M.I., “The Civic Frontiers of Tauric Chersonesus in the Fourth Century BC”, στο Braund, D. (ed.), Scythians and Greeks. Cultural Interactions in Scythia, Athens, and Early Roman Empire (sixth century BC – first century AD) (University of Exeter Press 2005), σελ. 148.

27. Περισσότερες πληροφορίες για την αγροτική χώρα της Θεοδοσίας βλ. Gavrilov, A.V., “Theodosia and its Chora in Antiquity”, στο Guldager Bilde, P. – Stolba, V.F. (eds), Surveying the Greek Chora. The Black Sea Region in a Comparative Perspective (Aarhus 2006), σελ. 254-263.

28. Δημοσθένης, Περί της Ατελείας προς Λεπτίνην 20.33· Στράβ. 7.4.4.

29. Herman Hansen, M. – Heine-Nielsen, T. (eds), An Inventory of Archaic Classical Poleis. An Investigation Conducted by The Copenhagen Polis Centre for the Danish National Research Foundation (Oxford 2004), αρ. 707, σελ. 952, με σχετική βιβλιογραφία.

     
 
 
 
 
 

Δελτίο λήμματος

 
press image to open photo library
 

>>>