Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Εύξεινος Πόντος ΙΔΡΥΜΑ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
z
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Αναζήτηση με το γράμμα ΑΑναζήτηση με το γράμμα ΒΑναζήτηση με το γράμμα ΓΑναζήτηση με το γράμμα ΔΑναζήτηση με το γράμμα ΕΑναζήτηση με το γράμμα ΖΑναζήτηση με το γράμμα ΗΑναζήτηση με το γράμμα ΘΑναζήτηση με το γράμμα ΙΑναζήτηση με το γράμμα ΚΑναζήτηση με το γράμμα ΛΑναζήτηση με το γράμμα ΜΑναζήτηση με το γράμμα ΝΑναζήτηση με το γράμμα ΞΑναζήτηση με το γράμμα ΟΑναζήτηση με το γράμμα ΠΑναζήτηση με το γράμμα ΡΑναζήτηση με το γράμμα ΣΑναζήτηση με το γράμμα ΤΑναζήτηση με το γράμμα ΥΑναζήτηση με το γράμμα ΦΑναζήτηση με το γράμμα ΧΑναζήτηση με το γράμμα ΨΑναζήτηση με το γράμμα Ω

Ίστρος / Ίστρια (Αρχαιότητα)

Συγγραφή : Zahariade Mihail (4/2/2008)
Μετάφραση : Μπενάρδου Αγιάτις

Για παραπομπή: Zahariade Mihail, «Ίστρος / Ίστρια (Αρχαιότητα)»,
Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Εύξεινος Πόντος
URL: <http://www.ehw.gr/l.aspx?id=11221>

Histros/Histria (Antiquity) (28/8/2008 v.1) Ίστρος / Ίστρια (Αρχαιότητα) (19/11/2008 v.1) 
 

1.1. Πηγές

Η πόλη αναφέρεται σε αρκετές ιστορικές, γεωγραφικές και λογοτεχνικές πηγές, από τον Ηρόδοτο (5ος π.Χ. αι.), ως τον Κωνσταντίνο Πορφυρογέννητο (10ος αι.).1 Το πλήθος των επιγραφών που έχουν βρεθεί από το 1914 δημοσιεύτηκαν σε έναν συγκεντρωτικό τόμο το 1983.2 Η κυκλοφορία των νομισμάτων απο τον 5ο π.Χ. αι. ως τον 7ο μ.Χ. αι. απαντάται συχνά σε διάφορες δημοσιεύσεις.3 Οι συστηματικές ανασκαφές, οι οποίες διεξάγονται με μικρά μόνο διαλείμματα από το 1914, έχουν φέρει στο φως τεράστιο αριθμό πληροφοριών αναφορικά με την αστικοποίηση και τον κοινωνικο-οικονομικό και πολιτισμικό βίο της πόλης.4

1.2. Όνομα και Τοποθεσία

Παραδίδονται τα εξής ονόματα της πόλης: Istroß, Istríh, Istrópoliß (Ίστρος, Ίστρια, Ιστρόπολις).5 Κατά την Αρχαιότητα, η Ίστρια βρισκόταν ακριβώς στις ακτές της Μαύρης Θάλασσας. Το θαλάσσιο ρεύμα με κατεύθυνση Β-Ν απέκλεισε σταδιακά την άμεση πρόσβαση στη θάλασσα με αμμώδεις σχηματισμούς, και διαμορφώθηκε μια μεγάλη λιμνοθάλασσα (σημερινό σύμπλεγμα λιμνών Razelm και Σινόης).6 Ο αρχικός Αρχαϊκός ελληνικός οικισμός απλωνόταν σε μια τεράστια αμμώδη έκταση που σχημάτιζε ακρωτήριο με Α κατεύθυνση. Σήμερα, η λίμνη Σινόη περιβάλλει τα ερείπια της αρχαίας πόλης Α και Β, ενώ η λίμνη Ίστρια Δ και η λίμνη Duingi ΝΔ.7

2. Ιστορία

2.1. Προϊστορικοί Χρόνοι

Οι πρώτοι Έλληνες άποικοι εγκαταστάθηκαν σε μια περιοχή στην οποία κυριαρχούσαν οι Γέτες, κατά την τελευταία φάση του πολιτισμικού συνόλου Babadag III (MHC2 = μέσα / τέλη 7ου π.Χ. αι.). Κάτω από τα Ελληνικά Αρχαϊκά στρώματα βρέθηκε εγχώρια μελανή στιλπνή κεραμική.8

2.2. Αρχαϊκή περίοδος

Έχει προταθεί με βεβαιότητα ότι η περιοχή αποτελούσε αρχικά εμπόριο9 στη θέση του οποίου άποικοι από τη Μίλητο ίδρυσαν την πόλη εκτάσεως 280 στρεμμάτων το 657 π.Χ.10 Η Αρχαϊκή κεραμική (Ροδιακή και Ρυθμού Φικελλούρων, Κορινθιακή, Αττική – κύπελλα Kleinmeister), η οποία βρέθηκε στα τρία πρώτα στρώματα (μέσα/τέλη 6ου αι.) στον τομέα «Χ» υποδεικνύει την ύπαρξη πρώιμης κατοίκησης εμπορικού χαρακτήρα.11 Η Αρχαϊκή πόλη είχε δύο κύριους πυρήνες: α)την Ακρόπολη, στο ΝΑ βραχώδες έδαφος, και β) τον οικισμό στο μεγάλο αμμώδες πλάτωμα, περίπου 600-700 μ. Δ.12 Πλινθόκτιστο οχυρωματικό τείχος περιέκλεισε την περιοχή στα μέσα του 6ου αι.13 Οι δρόμοι από τα Δ και τα ΒΔ συνέκλιναν προς την πόλη και τη συνέδεαν με τους περιβάλλοντες αγροτικούς οικισμούς.14 Ο βίος της πόλης κατά την πρώιμη παρουσία της διεπόταν από αξιοσημείωτα έντονο ρυθμό, που μαρτυρείται από τα αρχαιολογικά στρώματα της κατοικημένης περιοχής. Η εποχή της ευημερίας διακόπηκε από τη Σκυθική Εκστρατεία του Δαρείου (514 π.Χ.).15

2.3. Κλασική περίοδος

Η ανοικοδόμηση της πόλης εγγυήθηκε μία ακόμη εποχή ευημερίας. Η Ίστρια εξέδωσε τα πρώτα αργυρά και χάλκινα νομίσματα,16 αναπτύχθηκε δημογραφικά, εδραίωσε τον οικονομικό της πλούτο και επεξέτεινε τις εμπορικές της σχέσεις με τους γηγενείς Γέτες και άλλα ελληνικά κέντρα. Αναμφίβολα, η Ίστρια εκμεταλλεύτηκε την προστασία του Οδρυσιακού κράτους.17 Στα μέσα του 5ου π.Χ. αι. η Ίστρια είχε ολιγαρχικό καθεστώς, το οποίο πιθανότατα ήλεγχε μια ομάδα πλουσίων πλοιοκτητών, εμπόρων και ίσως ιερέων του Απόλλωνα Ιητρού.18 Ο Αριστοτέλης καταδεικνύει ότι η δυσαρέσκεια ανάμεσα στους πολίτες οδήγησε στη μετατροπή του Ιστριακού καθεστώτος σε δημοκρατία.19 Η εξ Αθηνών ελεγχόμενη Δηλιακή Συμμαχία η οποία δημιουργήθηκε το 478 π.Χ., καθώς και η ισχυρή οικονομική και πολιτική επιρροή που ασκούσε στον Ελληνικό κόσμο προκάλεσε τη συμπερίληψη της Ίστριας στην Αθηναϊκή αυτοκρατορία.20

Η ευημερία της Ίστριας οφειλόταν επίσης στην υψηλή πολιτική οργάνωση των γειτόνων Γετών, καθώς και στις καλές σχέσεις με τις τοπικές αρχές της ενδοχώρας. Κατά το α’ μισό του 4ου π.Χ. αι. ξεχωρίζει ένας πολιτικός σχηματισμός στην περιοχή της ΒΑ Dobrudja, εξαιτίας του πλούτου των αρχηγών, των οποίων οι πριγκιπικοί τάφοι του Agighiol21 και η δημογραφική πυκνότητα των νεκροπόλεων της Enisala22 καταδεικνύουν την πολιτική και οικονομική ισχύ.

Μάλιστα, μπορεί να υποστηριχθεί συμμαχία μεταξύ της Ίστριας και ενός τοπικού δυνάστη (σώζεται ο τίτλος Rex Histrianorum). Η συμμαχία αυτή είχε πιθανότατα προκύψει ως μέσο αντίστασης ενάντια στο Σκύθη βασιλιά Αθέα, ο οποίος είχε καταφέρει να διασχίσει το Δούναβη απειλώντας την πόλη και τις τοπικές κοινωνίες.23

2.4. Ελληνιστική Περίοδος

Το 313 π.Χ. η Ίστρια ενεπλάκη στην επανάσταση των πόλεων του δυτικού Πόντου, την οποία ξεκίνησε η Κάλλατις ενάντια στην πολιτική και δημοσιονομική καταπίεση του Λυσιμάχου, βασιλιά της Θράκης.24 Η πόλη πιθανότατα υπέστη τα αντίποινα του βασιλιά. Η δυναμική των γεγονότων ενέπλεξε την Ίστρια σε μια συμμαχία με την Απολλωνία και την έθεσε στην πλευρά της Καλλάτιδος σε έναν πόλεμο για το εμπόριο της Τόμιδος ενάντια στο Βυζάντιο το 256-255 π.Χ.25 Μέχρι τις αρχές του 2ου αι. η Ίστρια βυθίστηκε σε μεγάλη οικονομική και πολιτική κρίση. Η κρίση αυτή γίνεται αντιληπτή και μέσω του ψηφίσματος προς τιμήν των προξένων στον Γέτη βασιλιά Ζαλμοδέγικο, οι οποίοι ζητούσαν την ανάκτηση των ομήρων και του πλούτου της Ίστριας μετά από βαρβαρικές επιθέσεις στην πόλη.26

Ακόμα και υπό αυτές τις συνθήκες, η Ίστρια κατόρθωσε να συγκεντρώσει υλικούς και ανθρώπινους πόρους για να στείλει ναυτική μοίρα προς υποστήριξη της Απολλωνίας στον πόλεμο με τη Μεσημβρία. 27

Η πρόοδος της στρατηγικής πολιτικής του βασιλιά του Πόντου Μιθριδάτη Δ' στη λεκάνη της Μαύρης Θάλασσας, παρακίνησε την Ίστρια να συμμαχήσει με τη νεοεμφανιζόμενη δύναμη.28

Εξαιτίας αυτής της συμμαχίας, η Ίστρια απέκτησε φρουρά διοικούμενη από το Διογένη, ένα στρατηγό απεσταλμένο του βασιλιά ως επιπρόσθετο μέτρο για την ενίσχυση της πλευράς του ενάντια στην πρόοδο της Ρώμης.29

Η επιτυχής εκστρατεία του Βάρβου Λούκουλλου κατά μήκος των ακτών του δυτικού Πόντου απέσπασε τις ελληνικές πόλεις από την πρώην συμμαχία του Μιθριδάτη. Η Ίστρια παραδόθηκε στις Ρωμαϊκές δυνάμεις του Λούκουλλου και απέκτησε Ρωμαϊκή φρουρά.30

Το 61-60 π.Χ. η Ίστρια συμμετείχε στη γενική εξέγερση των πόλεων του δυτικού Πόντου, στην οποία οι Γέτες, οι Σκύθες και οι Βαστάρνες αντιτάχθηκαν από κοινού στην κατάχρηση εξουσίας του Κ. Αντώνιου Υβρίδα, ανθύπατου της Μακεδονίας. Η τελική μάχη στην οποία και διαλύθηκαν οι Ρωμαϊκές δυνάμεις έλαβε χώρα κοντά στην Ίστρια.31

Παρ’ όλα αυτά, η Ίστρια συνέχισε να εμπλέκεται σε δυσμενή γεγονότα τα οποία την επηρέασαν βαθύτατα κατά την εκστρατεία του Γέτη βασιλιά Βυρήβιστα το 48/47 π.Χ. ενάντια στις πόλεις του δυτικού Πόντου. Μάλιστα, όπως καταδεικνύουν τα αρχαιολογικά κατάλοιπα, καταστράφηκε ολοσχερώς και κατακτήθηκε.32

Μετά την καταστροφή, η Ίστρια παρέμεινε σε δύσκολη κατάσταση: όπως μαρτυρούν οι επιγραφικές μαρτυρίες από άλλες πόλεις του δυτικού Πόντου, οι ελληνικές πόλεις στην περιοχή υπάγονταν σε άμεση Ρωμαϊκή δικαιοδοσία. Σε πολλές, ανάμεσα σε αυτές και στην Ίστρια, αποδόθηκε ο τίτλος civitas libera et immunis.33

Η ανέγερση μνημείων αφιερωμένων σε Ρωμαίους αυτοκράτορες αποτέλεσε συνήθη πρακτική, και οι αρχές της πόλης θεώρησαν ότι η νέα διοίκηση συνεπαγόταν επανίδρυση της πόλης (δευτέρα κτίσις των πόλεων).34

2.5. Πρώιμη και Ύστερη Ρωμαϊκή περίοδος

Η Ίστρια διένυσε μια περίοδο αναγέννησης κατά την πρώιμη Ρωμαϊκή εποχή, αν και δεν έφτασε ποτέ την αλλοτινή της αίγλη. Πρωτίστως, η πρόοδος είναι ορατή στο αστικό τμήμα της πόλης, όπου ένα νέο οχυρωματικό τείχος επέκτεινε ουσιαστικά την κατοικημένη περιοχή σε σχέση με αυτήν της Ελληνιστικής περιόδου.35 Η οικοδομική δραστηριότητα εντός της πόλης είναι σημαντική, καθώς επανακατασκευάζονται εξ’ολοκλήρου τα περισσότερα οικοδομήματα και χαράσσεται νέο οδικό δίκτυο. Το πολιτικό καθεστώς, οι δημοκρατικοί θεσμοί και οι αρχές αυτοδιοίκησης έμειναν άθικτα. Ένας ικανός αριθμός επιγραφών προσφέρουν επαρκείς πληροφορίες σχετικά με την ευημερία στην πνευματική, καλλιτεχνική και καθιερωμένη θρησκευτική ζωή της πόλης. Τα παραδοσιακά εδάφη της πόλης κατά την Αρχαϊκή και Κλασική περίοδο αποδόθηκαν ως ιδιοκτησίες σύμφωνα με επίσημες αποφάσεις.36 Στα μέσα του 3ου αι. η Ίστρια αντιμετώπισε σοβαρή πολιτισμική και οικονομική κρίση λόγω των αλλεπάλληλων Γοτθικών επιδρομών. Το 248 μ.Χ. η Ίστρια υπέστη γοτθική εισβολή37 και απειλήθηκε αρκετές φορές κατά το β’ μισό του 3ου αι. Η έκδοση νομισμάτων έπαυσε μετά τον αυτοκράτορα Γορδιανό Γ' και επανέκαμψε για λίγο την εποχή του αυτοκράτορα Πρόβου, όταν ξεκίνησε η κατασκευή ενός νέου αλλά σημαντικά μικρότερου σε επιφάνεια οχυρωματικού τείχους περιμετρικά της πόλης. Οι εργασίες ολοκληρώθηκαν τελικά κατά την εποχή της Τετραρχίας, η οποία σηματοδότησε την τελευταία περίοδο ευημερίας της πόλης.38

Οι περισσότερες πτυχές της ιστορίας της Ίστριας κατά την ύστερη Ρωμαϊκή περίοδο παραμένουν άγνωστες. Κατά τον 6ο αι. η πόλη διατηρούσε την αίγλη της και μετετράπη σε επισκοπάτο που περιλάμβανε αστικό αναπροσανατολισμό του παλαιού δικτύου.39 Η αστική παρακμή εντάθηκε κατά τα τέλη του 6ο και τις πρώτες δεκαετίες του 7ου αι. Η Ίστρια υπέστη ανεπανόρθωτη καταστροφή των κτηρίων και των οχυρωματικών τειχών και τελικά εγκαταλείφθηκε οριστικά.40

3. Οικονομία

3.1. Η οικονομία της πόλης

Αμέσως μετά την εγκατάσταση των πρώτων αποίκων, τα κτήρια εντός των τειχών της πόλης απέκτησαν κοινωνική και οικονομική λειτουργία. Η Ίστρια γρήγορα μετατράπηκε σε σημαντικό εμπορικό και παραγωγικό κέντρο.

Κατά το β’ μισό του 7ου αι. π.Χ. η εισηγμένη κεραμεική αναδεικνύει την ενεργό και ακμάζουσα εμπορική δραστηριότητα με τα Ελληνικά κέντρα της Ασίας και της Ευρώπης (Μίλητος, Σάμος, Χίος, Αθήνα και Κόρινθος).41 Η τοπική παραγωγή κεραμικής, ιδιαιτέρως χρηστικής, είναι εντατική και αντικατοπτρίζεται στους τύπους των μέσων του 6ου αι. π.Χ. Άλλα αντικείμενα, όπως κοσμήματα, γυάλινες χάντρες, πήλινα αντικείμενα, ξύλινες δοκοί και έργα μεταλλοτεχνίας, εξάγονταν στους Γέτες. Οι αρχαιολογικές ανασκαφές στον Τομέα «Χ» έφεραν στο φως στοιχεία τα οποία επιτρέπουν την εξαγωγή ασφαλών συμπερασμάτων για την οικονομική ευημερία της πόλης γύρω στο 600 π.Χ.42

Τα αργυρά νομίσματα (δίδραχμα) τα οποία εξέδιδε η Ίστρια από τα μέσα του 5ου έως τα τέλη του 4ου π.Χ. αι. τόνωσαν αισθητά το εμπόριο. Η έκδοση χάλκινων νομισμάτων συνεχίστηκε από τα μέσα του 5ου έως τα μέσα του 1ου π.Χ. αι.43 Κατά τον 2ο π.Χ. αι., μετά από μία μακρά διακοπή, η Ίστρια επανέκδοσε χάλκινα νομίσματα, γεγονός που διεκόπη κατά τη βασιλεία του Γορδιανού Γ΄ (238-244).

Ενδείξεις για το ακμάζον εμπόριο με άλλες Ποντικές πόλεις των δυτικών ακτών της Μαύρης Θάλασσας, από την Οδησσό στην Ολβία και τα βάθη της Γετικής ενδοχώρας (Ντομπρουτζά, the Siret, Prut, την κοιλάδα του ποταμού Δνείστερο και την κεντρική Μολδαβία) υπάρχουν στα Ιστριακά νομίσματα και την κεραμική από διάφορα μέρη.44

3.2. Η οικονομία στην περιφέρεια

Οι πρώτοι άποικοι προσέφεραν αρχικά στην πόλη αγροτικές εκτάσεις προς οικονομική εκμετάλλευση, με τη συγκατάθεση βέβαια των γηγενών Γετών. Η επέκταση των εκτάσεων αυτών καταδεικνύεται από τις ανασκαφές σε πολλούς οικισμούς και νεκροπόλεις (Corbu de Jos, Nuntasi, Σινόη, Tariverde, Vadu, Visina, Enisala, και Sarinasuf).45 Η οροθεσία (ρύθμιση συνόρων) του Λαβέριου Μάξιμου, η οποία χρονολογείται στις 25.10.100 μ.Χ., επισφραγίζει ένα ψήφισμα και επιβεβαιώνει το γεγονός ότι η πόλη είχε λάβει ήδη από τον 1ο αι. ένα τουλάχιστον τμήμα των αρχικών εδαφών της (territorium) προς εκμετάλλευση από τους προηγούμενους κυβερνήτες της, καθώς και δημοσιονομική ασυλία, γεγονός που βελτίωσε αισθητά την οικονομική της κατάσταση.46

Ο τοπικός πληθυσμός συμμετείχε ενεργά στην οικονομική ζωή, όπως άλλωστε δείχνει η κεραμική τύπου Hallstatt η οποία βρέθηκε σε χωριά της Ιστριακής επαρχίας. Λόγω της ενδοχώρας της, του Δούναβη και της Μαύρης Θάλασσας, η Ίστρια γρήγορα εξελίχθηκε σε κραταιό εξαγωγέα σιτηρών, και κυρίως παστών ή μαριναρισμένων ψαριών διαφόρων εκλεκτών ποικιλιών.47 Η Γετική αριστοκρατία παρέμεινε ο κύριος εμπορικός εταίρος της Ίστριας, στους οποίους η τελευταία εξήγε οπλισμό, διακοσμητικά αντικείμενα, ελαιόλαδο, είδη επίπλωσης, καθώς και μεγάλη ποικιλία οίνων από τα νησιά το νοτίου Αιγαίου. Σε αντάλλαγμα, η Ίστρια λάμβανε βοοειδή, δούλους, μέλι, κερί και γούνες από τους Γέτες.

4. Ταφές και λατρεία

4.1. Νεκροπόλεις

Μια υπερμεγέθης νεκρόπολη τύμβων χρονολογούμενη από τον 6ο π.Χ. αι. έως τον 1ο μ.Χ. αι. βρίσκεται στα ΝΔ του οικισμού εκτός των τειχών και σχηματίζει άξονα πολλών χιλιομέτρων. Μία βυθισμένη νεκρόπολη βρίσκεται σε ένα μέρος με το όνομα “La Pod”,48 ενώ η ύπαρξη μιας ακόμα νεκρόπολης τύμβων αποδεικνύεται από κάποιους τύμβους στα νησιά της σημερινής λίμνης Σινόης.49 Ένδειξη για μια νεκρόπολη απλών ταφών της Ελληνικής περιόδου αποτελεί η ύπαρξη πολλών επιτυμβίων στηλών χρονολογούμενων από τον 5ο αι. έως τον 1ο αι. π.Χ. Στην περιοχή του σύγχρονου οικισμού της Ίστριας εντοπίστηκε ακόμα μια νεκρόπολη απλών ταφών χρονολογούμενη από τον 6ο εως τον 1ο αι. π.Χ., η οποία ανήκε στον αγροτικό οικισμό.50 Σε μια πρώην κατοικημένη περιοχή, ένα πλάτωμα Δ της πόλης, λειτουργούσε από τον ύστερο 2ο έως τον 6ο αι. μ.Χ. μια μεγάλη νεκρόπολη απλών ταφών εκτάσεως 350 στρεμμάτων. Ένα νεκροταφείο τύμβων και καύσεων το οποίο βρισκόταν σε λειτουργία κατά τους 1ο και 2ο αι. μ.Χ. ανακαλύφθηκε στη ΒΔ περιφέρεια της μεγάλης νεκροπόλεως τύμβων.51

4.2. Λατρεία

Τόσο τα νομίσματα όσο και οι επιγραφές προσφέρουν αρκετά στοιχεία σχετικά με τις λατρευόμενες θεότητες στην Ίστρια. Ο Δίας αναφέρεται στις επιγραφές ως «Πολιεύς», ενώ η Αφροδίτη λατρευόταν ως «Αφροδίτη Ποντία» και προστάτευε τη θάλασσα και τους θαλασσοπόρους. Κάθε θεός είχε δικό του ναό. Ο Απόλλων Ιητρός είχε επίσης δικό του ιερό και πιθανότατα υπήρξε ο κύριος προστάτης-θεός της Ίστριας.52 Πολύ συχνά στις επιγραφές και τα νομίσματα γίνονται αναφορές και υπάρχουν αναπαραστάσεις του Απόλλωνα, των Διόσκουρων ως ποτάμιων θεοτήτων, του θεού Ίστρου, του Διονύσου, του Ηλίου, της Δήμητρας και του Ερμή.

5. Μνημεία και ευρήματα

Η εντατική αρχαιολογική δραστηριότητα στην περιοχή για περισσότερα από 90 χρόνια έφερε στο φως τεράστιο όγκο αρχαιολογικού υλικού και ικανό αριθμό σημαντικών μνημείων. Στα σπουδαιότερα εξ αυτών συγκαταλέγονται: δύο ναοί αφιερωμένοι στην Αφροδίτη και το Δία,53 δύο λουτρά (Θέρμαι Ι και ΙΙ),54 κάποιες Χριστιανικές βασιλικές από τις οποίες ξεχωρίζει η μεγάλη Επισκοπική βασιλική,55 και ένας μεγάλος αριθμός οικιών και δημοσίων κτηρίων.56

6. Ιστορία της έρευνας

Οι πρώτες αρχαιολογικές έρευνες διενεργήθηκαν από τον V. Pârvan μεταξύ 1914 και 1927. Η ομάδα του Lambrino συνέχισε το έργο σε αρκετούς τομείς. Μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο οι E. Condurachi, D. M. Pippidi, P. Alexandrescu, και Al. Suceveanu επέκτειναν την ανασκαφή Α, ΝΑ και ΒΑ («Τομέας Χ», «Ιερή Ζώνη», «Τομέας Domus», τα Αρχαϊκά, Ελληνιστικά, Πρώιμα και Ύστερα, οχυρωματικά τείχη, ο τομέας στο πλάτωμα Δ της πόλης, μερικά τμήματα της νεκροπόλεως τύμβων, και προσφάτως η Επισκοπική βασιλική).57

Παράλληλα, τα τελευταία 60 χρόνια, ερευνήθηκαν ελληνικοί ή και γηγενείς ελληνικοί ή ρωμαϊκοί οικισμοί στην περιφέρεια της Ίστριας (Nuntasi II, Tariverde, Fantanele, Σινόη). Έχουν γίνει συντονισμένες προσπάθειες από διεθνείς ερευνητικές ομάδες προκειμένου να προσδιοριστεί ο αρχαίος λιμένας της πόλης και να κατανοηθούν οι περιβαλλοντικές συνθήκες στην αρχαιότητα.58

1. Ηρ. 2.3, 4.78, Αριστ. Αθ.Πολ. 8.5.1, Διοδ.Σικ. 19.73.2, 4, Στραβ. 7.6.1, Πλιν. ΦΙ 4.11.41, 12. 78, 79, Πομπ. Μελ. Χορ. 2. 2. 22, Πτολ. Γεωγρ. 3. 10. 3, Αρρ. Περιπλ..24. 2, Αππιαν. Ιλλυρ. 30. 85, Κλαυδ. Αιλ. Περί ζώων. 14. 25, Δίων Κασ. Ρωμ. Ιστ. 51. 26.5, Δεξιπ. Χρον. Fr. 20 (14) ad SHA 19 . 3, Itin. Ant. 227. 2, Ευσεβ. Χρον. 95. 4, b Helm, Ευτροπ. Brev. 6. 10, Fest. Brev. 9, SHA v. Max. et Balb.70, Στέφ. Βυζ. Ίστρος, Hierocl. Synecd. 637. 5, Iord. Rom. 221, Rav. Cosmogr. 4. 6. 47, Georg, Sync. Ecl. Chron. 402, Κωνστ. Πορφυρ. Περί Θεμ. 47.1. 58-60.

2. Inscriptiones Scythiae minoris graecae et Latinae τομ. I. Inscriptiones Histriae et Vicinae, D. M. Pippidi (επιμ.) Bucuresti (1983) (σε συνέχεια του ISM 1), Avram, A., “Le corpus des inscriptions d’Istros rivisité”, Dacia N. S. 51 (2007) σελ. 79-132.

3. Dimitriu, S., “Descoperiri monetare”, στο: Histria. Monografie arheogică, I (1951), σελ. 464-471, Nubar, H., “Aspetti della circolazione monetaria di Histria nell’epoca romana”, Dacia N. S. 7 (1963) σελ. 241-256, Preda, C. Nubar, H., Pippidi, D. M., Histria III. Descoperiri monetare 1914-1970 (Βουκουρέστι 1970). Τον ολοκληρωμένο αυτό τόμο ακολούθησαν ετήσιες εκθέσεις για την εύρεση νομισμάτων (B. Mitrea στο SCIV από το 1958 και A. Vertan, G. Custurea στο Pontica από το 1979).

4. Condurachi, Em. Histria I. Monografie arheologică (Βουκουρέστι 1951) σελ. 63-162, (ανασκαφές της περιόδου 1914-1943), σελ. 163-363 (ανασκαφές της περιόδου 1949-1952). Ενημερωμένη βιβλιογραφία στο 1990: Avram, A., Alexandrescu, P., Mărgineanu-Cârstoiu, M., Zimmermann, K., Alexandrescu-Vianu, M. Suceveanu, A., Domăneanțu, C., στο: P Alexandrescu, W. Schuler (επιμ.), Histria. Eine Griechenstadt an der rumänischen Schwarzmeerküste, (Xenia 25, 1990), για 1990-2007 βλ. 57.

5. Η ετυμολογία του τοπωνυμίου: Bratu, I., Lokale Ortsnamen in den auf dem Gebiet Rumäniens gefundenen Inschriften (Bochum 1992) σελ. 97-102

6. Η διαδικασία φαίνεται ότι ξεκίνησε από τον 3ο  π.Χ αι., Πολυβ. Ιστ. 4. 41, βλ. Στραβ. 1. 3. 4, Condurachi, Em., “Scurt istoric al cetății Histria”, στο: Histria I σελ. 9-10, Cotet, P., “Țărmul Mării Negre şi evoluția lui in timpurile istorice (cu privire specială asupra regiunii Histria)”, στο: Histria II (Βουκουρέστι 1966) σελ. 327-352, Pippidi, D. M. “Cadrul geographic. Prolegomena geografica”, στο: ISM 1 σελ. 14-22.

7. Canarache, V., “Observații noi cu privire la topografia Histriei”, SCIV 7: 3-4 (1956) σελ.289-318, Alexandrescu, P., “Peisajul Histrian în antichitate”, Pontica 3 (1970), σελ. 77-86, Coja, M. “Les phases d’habitat du plateau ouest de la cité d’Histria à l’époque greco-romaine”, Dacia N.S. 14 (1970) σελ. 99-117, Alexandrescu, P., “Notes de topographie histriennne”, Dacia N.S. 22 (1972) σελ. 331-342.

8. Berciu, D., Pippidi D.M., op. cit. σελ. 90, Avram, A., “Beziehungen zwischen Griechen und Geten im archaischen Histria”, Studii Clasice 27 (1991) σελ. 19-30.

9. Dimitriu, S., Coja, M., “La céramique archaïque et les débuts de la cité pontique d’Histria”, Materiale şi Cercetări Arheologice 8 (1962) σελ. 90-92

10. Η παραδοσιακή χρονολογία παραδίδεται από τον Ευσεβ. Χρον. 95. 4, b Helm, βλ. Ψευδο-Σκυμνος 767-772, για σχολιασμό του χωρίου: Vulpe, A., “En marge de Ps. Scymnos 766-770”, στο: Premier âge du Fer aux bouches du Danube et dans les regions autour de la Mer Noire. Actes du colloque International (Tulcea 1997) σελ. 181-185, Condurachi, Em. op. cit., στο: Histria I σελ. 16-17, Alexandrescu, P., “Autour de la date de fondation d’ Histria”, Studii Clasice 4 (1962) σελ. 49-69, Berciu, D., Pippidi, D. M., Din istoria Dobrogei. Greci şi Geți la Dunărea de jos, (Βουκουρέστι 1965) σελ. 150-151, Alexandrescu, P., “Histria in archaischer Zeit”, στο: Xenia 25 (1990) σελ. 233-264, για υστερότερη χρονολόγηση της ίδρυσης: Dimitriu, S., “Tot despre data întemeierii Histriei”, SCIV 15: 2 (1964) σελ. 251-256, eadem, “Poziția Histriei în cadrul cronologiilor secolelor VII-VI î. e. n”., SCIV 16: 4 (1965) σελ. 663-674, eadem, “Despre <temeliile olbiene> de la Histria”, SCIV 17: 3 (1966) σελ.473-488, Dimitriu, S., Coja, M., op. cit. σελ. 69-92, Avram, A., Poenaru Bordea, Gh., “Coloniile greceşti din Dobrogea”, στο: Istoria Românilor, τομ. I. Moştenirea timpurilor îndepărtate, (Βουκουρέστι 2001) σελ. 535-538.

11. Dimitriu, S. Coja, M. La céramique d’époque archaïque et classique (VIIe -IVe s.) (Βουκουρέστι 1978), Coja, M., Dupont, P., Histria V. Ateliers céramiques (Βουκουρέστι 1979), βλ. ειδικά Dimitriu, S., “Câteva precizări asupra ceramicii de stil Fikellura din oraşele pontice”, SCIV 9: 1 (1958) σελ.113-118, Dimitriu, S., Alexandrescu, P., “Importul ceramicii atice în bazinul Mării Negre pâna la războaiele medice”, SCIV 23: 3 (1972) σελ. 361-374.

12. Για την Ακρόπολη βλ.: Alexandrescu, P., op. cit, στο: Xenia 25 (1990) σελ. 51-52, για το δυτικό πλάτωμα: Coja M., op. cit. σελ. 99-117

13. Alexandrescu, P., op. cit. στο: Xenia 25 (1990) σελ. 50-51.

14. Doruțiu Boilă, Em. op. cit. σελ. 37-46, Alexandrescu, P., op. cit. Pontica 3 (1970) σελ. 77-86.

15. Η Ίστρια στην Αρχαϊκή περίοδο: Berciu, D., Pippidi, D. M. op. cit. σελ. 149-156, Dimitriu S., “Fizionomia cartierului de locuințe extra-muros de la Histria în perioada arhaica”, SCIV 21: 2 (1970) σελ. 225-234, Dimitriu S., Alexandrescu, P., op. cit. σελ. 361-374, Dimitriu, S. Coja, M., op. cit. σελ. 82. Η Ίστρια και η εκστρατεία του Δαρείου: Alexandrescu, P., “Izvoarele greceşti despre retragerea lui Darius din expediția scitică, SCIV 7: 3-4 (1956) σελ. 319-343, Berciu, D., Pippidi, D. M., op. cit. σελ. 162-163, Alexandrescu, P., op. cit. στο: Xenia 25 (1990) σελ. 66-68.

16. Preda, C., “Monedele histriene cu roata şi legenda IST”, Studii şi Cercetări de Numismatică 3 (1960) σελ. 21-35 (ειδικά σελ. 319-321), Mitrea, B., “Descoperirile monetare şi legăturile de schimb ale Histriei cu populațiile locale în sec. V-IV î. e. n”., Studii Clasice 7 (1965) σελ. 143-166, Canarache, V., “Sistemul ponderal şi tipologia drahmelor histriene de argint”, Pontice 1 (1968), 107-192. Preda, C., “Über die Silbermünzen der Stadt Istros”, Dacia N. S. 19 (1975) σελ. 77-85, Preda, C. Nubar, H., Pippidi, D. M. op. cit. σελ. 17-45.

17. Σχέσεις με τα Μεσογειακά κέντρα: Condurachi, Em., op. cit. στο Histria I σελ. 17-20, Alexandrescu, P., Histria IV. La céramique d’époque archaïque et classique VIIe-IVe s.(avec la collaboration de S. Dimitriu, M. Coja), (Bucarest 1978), 19-33, προστασία του βασιλείου των Οδρυσίων: Condurachi, Em. op. cit., στο Histria I σελ. 23-24, Berciu, D., Pippidi, D. M. op. cit. 166-167, Alexandrescu, P., op. cit. στο Xenia 25 (1990) σελ. 68-70.

18. ISM 1, 114, 169, 170 (Ηγησαγόρας, Υππόλοχος). Όσοι αφιέρωσαν αγάλματα στον Απόλλωνα Ιητρό (Ξενοκλής και Θεόξενος) πιθανότατα ανήκαν στην αριστοκρατία της πόλης.

19. Αριστ. Αθ. Πολ. 8. 5. 2., Condurachi, Em., op. cit. in Histria I σελ. 24-28.

20. Berciu, D., Pippidi, D. M. op. cit. σελ. 181-182.

21. Berciu, D. Arta tracogetica (Βουκουρέστι 1969) σελ. 33-76, Alexandrescu, P., “Le groupe des trésors thraces du Nord de Balkans”, Dacia N. S. 27 (1983) σελ. 45-65, 28 (1984) σελ. 85-98.

22. Simion, G., “Cultura traco‑getică în lumina izvoarelor arheologice descoperite în necropola de la Enisala”, Peuce 2 (1971) σελ. 63-130, idem, “Les Gètes de la Dobroudja septentrionale du VIe au Ier siècles av. n. e, στο Thraco dacica. Recueil d’études à l’occasion du IIe Congrès International de Thracologie, (Βουκουρέστι 1976) σελ. 148-151.

23. Πομπ.Τρογ. Hist. Philip. 9. 2. 1-16. Η ανάλυση των εμπλεκομένων στη σύρραξη δυνάμεων: Pippidi, D. M., “Les Macedoniens sur le Bas-Danube de Philipp II à Lysimaque”, στο Parerga (Βουκουρέστι 1984) σελ. 151-163, Vulpe, Al., “Istoria şi civilizația spațiului carpato‑dunărean între mijlocul secolului al VII-lea şi începutul secolului al III-lea a. Chr”, στο Istoria Românilor I σελ. 456-457.

24. Διοδ. Σικ. Ιστ.Βιβλ. 19. 73. 4, Coja, M. “Zidul de apărare al cetății Histria şi împrejurările istorice ale distrugerii lui în secolul al IVlea”,SCIV 15: 3 (1964) σελ. 383-400, Berciu, D., Pippidi, D. M. op. cit. 217-218, Avram, A., Poenaru Bordea, Gh., op. cit. σελ. 597-598.

25. Για τη συμμαχία Ιστρίας-Απολλωνίας βλ. ISM 1, 112, τον πόλεμο μεταξύ Καλλάτιδος και Ιστρίας από τη μία και Βυζαντίου από την άλλη: Μέμνων frg. 21 (FHG 3 σελ. 537=FGrHist 3 B 434 frg. 13, Pippidi, D. M., “Histria şi Callatis în secolele III-II î.e.n. Cu prilejul unei inscripții inedite”, SCIV 4 (1953) 3-4 σελ. 487-514, ibidem, στο Contribuții la istoria veche a României2, (Βουκουρέστι 1967) σελ. 32-67, Avram, A., Poenaru Bordea, Gh., op. cit. σελ. 599-600.

26. ISM 1, 8. Ο Γέτης βασιλιάς πιθανότατα διευθέτησε το ζήτημα των εσόδων της Ίστριας, καθώς οι απεσταμένοι τον έπεισαν να επιστρέψει «τα έσοδα του λαού». Άλλο ένα παράδειγμα της εξάρτησης της Ίστριας από τους τοπικούς δυνάστες προέκυψε στο επεισόδιο του Ρημάχου, στον οποίο ανατέθηκε να παρέμβει στρατιωτικά ώστε να υπεραμυνθεί της πόλης ενάντια της βίαιης στρατιωτικής επέλασης του Θράκα Ζόλτη, ISM 1, 15.

27. ISM 1. 64=IGB 12 388.

28. Salomone-Gaggero, E. “Relations politiques et militaires de Mithridate VI Eupator avec les populations et les cités de la Thrace et avec les colonies grecques de la Mer Noire occidentale”, Pulpudeva 2 (1978) σελ. 294-305.

29. Avram, A.. Bounegru, O., “Mithridates al VI-lea Eupator şi coasta de vest a Pontului Euxin. În jurul unui decret inedit de la Histria”, Pontica 30 (1997) σελ. 155-164.

30. Eutop. Brev. 6. 10, Fest. Brev. 9, Iord. Rom. 221. Δεν υπάρχει ξεκάθαρη ένδειξη για φρουρά στην Ίστρια εκείνη την περίοδο, αλλά παρά ταύτα οι γραπτές πηγές αναφέρονται σε αυτήν, βλ. IGB 12 314, όπου ο Κ. Κορνήλιος εμφανίζεται ως υποδιοικητής του Λούκουλλου στις ακτές της Μαύρης Θάλασσας.

31. Δίων Κασσ. 38. 10. 3.

32. Η καταστροφή της Ίστριας δηλώνεται σαφώς στο ψήφισμα ISM 1. 54, προς τιμήν του Αρισταγόρα, γιού του Απατουρίου, το οποίο δείχνει ότι «δεν είχε πλέον οχυρωματικά τείχη» και ότι «οι βάρβαροι ήλεγχαν την περιοχή».

33. Πιθανώς το γεγονός έλαβε χώρα περί τα τέλη του 1ου  π.Χ. αι., σύμφωνα με το γενικότερο ιστορικό (Βελλ. 2. 101. 3) και επιγραφικό πλαίσιο (ISM 3, 40-42, 44, 45), Avram, A., Poenaru Bordea, Gh., op. cit. σελ. 613-615.

34. ISM 1, 191, 193.

35. Preda, C., “Doicescu, A., Zidul de apărare din epoca elenistică”, στο Histria II σελ. 133-294, Pippidi, D. M. “Histria aux Ier - IIIe siècles”, Dacia N. S. 19 (1975) σελ. 141-182, Suceveanu, A. “Das römische Histria”, στο Xenia 25 (1990) σελ. 234-235.

36. ISM 1, 67, 68. Η ρύθμιση των συνόρων της 25ης Οκτωβρίου 100 μ.Χ. αναφέρει τα ονόματα των προηγουμένων κυβερνητλων του 1ου αι., οι οποίοι διαδοχικά εξασφάλισαν δημοσιονομικά και οικονομικά προνόμια στην Ίστρια, Pippidi, D. M. “Das Stadtgebiet von Histria in römischer Zeit auf Grund der οροθεσία des Laberius Maximus (SEG I 329)”, Dacia N. S. 2 (1958) σελ. 227-248, idem, “Hotărnicia consularului Laberius Maximus”, στο Contribuții la istoria veche a României2, (Bucureşti 1967) σελ. 349-385.

37. Doruțiu‑Boilă, Em., “Zur Frage der Zerstörung Histrias im 3 Jhd. u. Z”., Studii Clasice 6 (1964) σελ.247-259, Poenaru Bordea, Gh., “Numismatica şi distrugerea Histriei în secolul al III-lea” Studii şi Cercetări Numismatice 5 (1971) σελ. 91-113, Doruțiu‑Boilă, Em., “Histriae excidium”, Dacia N. S. 29 (1985) σελ. 133-134.

38. Domăneanţu, C., Sion, A., “Incinta romană târzie de la Histria. Incercare de cronologie”, SCIV 33: 4 (1982) σελ. 377-394, Chiriac, C. “O inscripţie de la Diocleţian descoperită la Histria”, SCIVA 38: 3 (1987) 3 σελ. 281-284, Domăneantu, C., Die Spätrömische Festungsmauer, στο Xenia 25 (1990) σελ.265-284, Suceveanu, A. op. cit., σελ. 243,.

39. Κατά τον 4ο αι. η Ίστρια δεν περιλαμβανόταν στον κατάλογο των πόλεων celebriora της Σκυθικής επαρχίας (Αμμ. Μαρκ. 27. 4. 12). Κατά το σχετικά ειρηνικό πρώτο τέταρτο του 4ου αι. Ευημερούσε ακόμη, όπως φαίνεται από τις επιγραφές, καλλιτεχνικά έργα και δημόσια κτίρια, Suceveanu, A., op. cit. σελ. 245-246. Η τελευταία περίοδος της σχετικής ευημερίας ήταν ο 6ος αι. κατά τους αυτοκράτορες Αναστάσιο και Ιουστινιανό, Condurachi, Em. “Histria à l’époque du Bas‑Empire d’après les derniers fouilles archéologiques”, Dacia N. S. 1 (1957) σελ. 245-263, Nubar, H., “Contribuții la topografia cetății Histria în epoca romano-bizantină. Considerații generale asupra necropolei din sectorul bazilicii <extra muros>”, SCIV 22: 2 (1971) σελ. 199-215, Suceveanu, A. op. cit. σελ. 249-250, Bounegru, O., “Date stratigrafice recente privind rețeaua stradală din cartierul ‘Domus’ de la Histria”, Pontica 33-34 (2000‑2001) σελ. 397-413, Bounegru, O., Lungu, V., “Histria. Cercetări recente în cartierul <Domus>”, SCIVA 54-55 (2003-2005) σελ. 167-178.

40. Suceveanu, A. op. cit., σελ. 250.

41. Lambrino, M., “Les vases archaïques d’Histria”, (Βουκουρέστι 1938), Alexandrescu, P., Histria IV. La céramique d’époque archaïque et classique VIIe - IVe s., (avec la collaboration de Dimitriu, S., Coja, M.) (Βουκουρέστι 1978) σελ. 19-33, Avram, A. Histria VIII. Les timbres amphoriques 1. Thasos (Βουκουρέστι 1996), Conovici, N., Histria VIII. Les timbres amphoriques 2. Sinope (Βουκουρέστι 1998), Alexandrescu, P., Histria VII. La zone sacrée d’époque grecque (Βουκουρέστι 2005) σελ. 329-384.

42. Lambrino, M., op. cit. σελ. 24, Coja, M., “Activitatea meştesugărească la Histria”, SCIV 13: 1 (1962) σελ. 19-46, Alexandrescu, P., “Un groupe céramique fabriquée à Istros”, Dacia N. S. 16 (1972) σελ. 113-131, Dimitriu, S. Iliescu, O., Comănescu, S., “Poids archaïques découvert à Histria”, Dacia N. S. 18 (1974) 265-271, Zimmermann, K., Alexandrescu, P., “Steingeräte griechischer Zeit aus Histria”, Dacia N. S. 24 (1980) 267-282, Alexandrescu, P., “Histria in archaischer Zeit”, στο Xenia 25 (1990), 47-102, ειδικά 50-56.

43. Preda, C., Nubar, H. op. cit., σελ. 17-45, 57-85, Preda, C. “Über die Silbermünzen der Stadt Istros”, Dacia N. S. 19 (1975) σελ. 77-85, Poenaru Bordea, Gh., “Monede recent descoperite şi unele probleme de circulație monetară în Dobrogea antică”, Pontica 4 (1971) σελ. 319-337, Panait Bârzescu, F., “Histria. Cele mai timpurii monede histriene de argint. Consideratii stilistice şi iconografice”, SCIVA 54-55 (2003-2005) σελ. 211-221.

44. Berciu, D., Pippidi, D. M., op.cit. σελ. 165-166, Coja, M., “Ceramica autohtonă de la Histria. Secolele V-I î.e.n.”, Pontica 3 (1970) σελ. 99-124, Alexandrescu, P., op. cit. σελ.63-66, Simion, G., op. cit. σελ. 145-147, Conovici, N. “Contribuții numismatice privind legăturile Histriei cu geții de la Dunăre în secolele VI-II î. e. n.”, SCIVA 30 (1979) 1 σελ. 87-94, Babeş, M., “Spațiul carpato‑dunărean în secolele III-II a. Chr.”, στο Istoria Românilor, I σελ. 504-507, βλ. επίσης σημειώσεις 21 και 22.

45. Stoian, I., “In legatură cu vechimea teritoriului rural al Histriei”, SCIV 8: 1-4 (1957) σελ. 183-205, Ştefan, A., “Probleme ale strategiei Histriei şi ale organizării teritoriului sau rural în epoca pre-romana”, SCIVA 33: 2 (1982) σελ.199-208, Berciu, D., Pippidi, D. M., op. cit., 198-200.

46. Βλ. σημ. 36.

47. Berciu, D., Pippidi, D. M., op. cit., 165.

48. Τα νεκροταφεία της Ίστριας: Alexandrescu, P., Histria II. Necropola tumulară. Săpături 1955-1961 (Βουκουρέστι 1966) σελ. 133-294, Zimmermann, K., Avram, A., “Archäologische Ausgrabungen in Histria Pod, SR Rumänien. Zwishenbericht über die vorläufigen Ergebnisse der Kampagne 1980-1985”, Klio 69 (1987) σελ. 6-27.

49. Alexandrescu, P., “Peisajul histrian în antichitate”, Pontica 3 (1970) σελ. 80-81.

50. Teleagă, E., Zirra, V., (με τη συμβολή του Botezatu, D.) Die Nekropole des 6-1Jhs.v. Chr. Von Istria Bent bei Histria. Archäologische Untersuchungen zur Bevölkerung in der westlichen Schwarzmeerregion (2003).

51. Coja, M., “Un mormânt de incinera-ie de epocă romană de la Histria”, SCIVA 25: 1 (1974) σελ. 44.

52. Alexandrescu, P., Histria VII σελ. 80-82, 88-89 (Ζευς), 75-79, 86-88 (Αφροδίτη), 83-85, 89-93 (Απόλλων Ιετρός).

53. Βλ. σημ. 52, επίσης Berciu, D., Pippidi, D. M., op. cit. σελ.168-173, Pippidi, D. M, Bordenache, G., Eftimie, V., “Sectorul templului grec”, Materiale şi Cercetări Arheologice 8 (1962) σελ. 383-389, Bordenache, G., Eftimie, V., Dimitriu, S., “Sectorul T”, Materiale şi Cercetări Arheologice 9 (1963) σελ. 178-186.

54. Suceveanu, A., Histria VI. Les Thermes romains (avec la collaboration de Sion, A., Poenaru Bordea, Gh., Vecerdea, Gh.) (Βουκουρέστι -Παρίσι 1982) σελ. 13-28 (Thermae I), 29-39 (Thermae II).

55. Suceveanu, A. Histria XIII. La basilique episcopale (avec la collaboration de Milosević, G., Bounegru, O., Muşeteanu, C., Poenaru Bordea, Gh.) (Βουκουρέστι 2007) (η Επισκοπική βασιλική), Bajenaru, C., “Histria. Basilica C. rezultate preliminare”, SCIVA 54-56 (2003-2005) σελ. 149-166, Achim, I., “Histria. Basilica <Florescu>. Noi cercetări (2002-2004)”, SCIVA 54-56 (2003-2005) σελ. 179-194.

56. Condurachi, Em., op. cit. σελ. 251-260, Bounegru, Lungu, V. “Histria. Cercetări recente în cartierul <Domus>”, SCIVA 54-55 (2003-2005) σελ. 167-178 (με περασμένη βιβλιογραφία), Suceveanu, A., Scorpan, C., “Stratigrafia Histriei romane târzii în lumina săpăturilor din 1969 şi 1970 în sectorul central”, Pontica 4 (1971) σελ. 155-172.

57. Condurachi, Em., op. cit. σελ. 251-260, Bounegru, Lungu, V. “Histria. Cercetări recente în cartierul <Domus>”, SCIVA 54-55 (2003-2005) σελ. 167-178(με περασμένη βιβλιογραφία), Suceveanu, A., Scorpan, C., “Stratigrafia Histriei romane târzii în lumina săpăturilor din 1969 şi 1970 în sectorul central”, Pontica 4 (1971) σελ. 155-172.

58. Berciu D., Arta traco-getica, Βουκουρέστι 1969.

     
 
 
 
 
 

Δελτίο λήμματος

 
press image to open photo library
 

>>>