Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Εύξεινος Πόντος ΙΔΡΥΜΑ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
z
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Αναζήτηση με το γράμμα ΑΑναζήτηση με το γράμμα ΒΑναζήτηση με το γράμμα ΓΑναζήτηση με το γράμμα ΔΑναζήτηση με το γράμμα ΕΑναζήτηση με το γράμμα ΖΑναζήτηση με το γράμμα ΗΑναζήτηση με το γράμμα ΘΑναζήτηση με το γράμμα ΙΑναζήτηση με το γράμμα ΚΑναζήτηση με το γράμμα ΛΑναζήτηση με το γράμμα ΜΑναζήτηση με το γράμμα ΝΑναζήτηση με το γράμμα ΞΑναζήτηση με το γράμμα ΟΑναζήτηση με το γράμμα ΠΑναζήτηση με το γράμμα ΡΑναζήτηση με το γράμμα ΣΑναζήτηση με το γράμμα ΤΑναζήτηση με το γράμμα ΥΑναζήτηση με το γράμμα ΦΑναζήτηση με το γράμμα ΧΑναζήτηση με το γράμμα ΨΑναζήτηση με το γράμμα Ω

Χερσόνησος Ταυρική (Αρχαιότητα)

Συγγραφή : Kovalenko Sergei (19/12/2007)
Μετάφραση : Κούτρας Νικόλαος

Για παραπομπή: Kovalenko Sergei, «Χερσόνησος Ταυρική (Αρχαιότητα)»,
Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Εύξεινος Πόντος
URL: <http://www.ehw.gr/l.aspx?id=11247>

Chersonesus Taurica (Antiquity) (17/11/2008 v.1) Χερσόνησος Ταυρική (Αρχαιότητα) (18/7/2011 v.1) 
 

1.1. Τοποθεσία

Η αρχαία πόλη της Χερσονήσου βρίσκεται στη βόρεια ακτή της Ηράκλειας χερσονήσου εντός των ορίων της σημερινής Σεβαστούπολης στη νοτιοδυτική Κριμαία. Απλωνόταν σε ένα οροπέδιο ανάμεσα στους σύγχρονους κόλπους Καραντίναγια και Πεσότσναγια. Το τετράγωνο οροπέδιο έχει έκταση περίπου 36 εκτάρια και διαμορφώνεται από πάμπολλες αποξηραμένες κοίτες ποταμών. Ο κόλπος Καραντίναγια αποτελούσε το κυριότερο λιμάνι της Χερσονήσου. Η ελαφρά επικλινής δυτική ακτή ήταν ιδανικό μέρος για νεώρια, ειδικά για την επισκευή και τη συντήρηση των πλοίων. Η θέση της Χερσονήσου ήταν ιδανική και από στρατιωτική άποψη. Στα βόρεια και ανατολικά η πόλη προστατευόταν από τη θάλασσα και στα νότια και δυτικά βαθιές χαράδρες χώριζαν τη Χερσόνησο από την ξηρά. Πάνω στις ακρώρειες αυτών ακριβώς των φαραγγιών κατασκευάστηκαν τα τείχη της πόλης.

Η Χερσόνησος καταλάμβανε εξαιρετικά πλεονεκτική γεωγραφικά θέση, καθώς βρισκόταν σε ένα σημείο όπου διασταυρώνονταν παραδοσιακοί θαλάσσιοι οδοί που συνέδεαν το βορειοδυτικό και το νοτιοανατολικό τμήμα των παραθαλάσσιων περιοχών του βόρειου Εύξεινου Πόντου. Τα καράβια που παρέπλεαν τις ακτές της Κριμαίας, είτε προερχόμενα από τον Κιμμέριο Βόσπορο με κατεύθυνση προς τη δύση είτε από την Ολβία και τον Τύρα με κατεύθυνση προς τη χερσόνησο Ταμάν στα ανατολικά, δεν μπορούσαν να αποφύγουν το λιμάνι της Χερσονήσου.1 Επιπλέον, η Χερσόνησος βρισκόταν στο βόρειο άκρο της σύντομης θαλάσσιας διαδρομής κατά μήκος του Εύξεινου Πόντου, η οποία συνέδεε τις βορινές με τις νότιες ακτές του Πόντου. Η διαδρομή αυτή οδηγούσε από το ακρωτήρι Καραμπίς στην Παφλαγονία στο ακρωτήρι Κριού Μέταπον στη νότια Κριμαία (απόσταση περίπου 265 χλμ.) και, υπό ευνοϊκές συνθήκες, την απόσταση αυτή μπορούσε να τη διανύσει κανείς σε 30 ώρες.2 Το λιμάνι της Χερσονήσου ήταν το μοναδικό στην περιοχή που θα μπορούσε να επιλεγεί για μια στάση προτού κάποιος συνεχίσει το ταξίδι του παραπλέοντας τις ακτές της Κριμαίας.3

1.2. Όνομα

Η τοποθεσία της Χερσονήσου στην Ηράκλεια χερσόνησο της έδωσε το όνομα «Κηρρόνησος» ή «Χερσόνασος». Ο προσδιορισμός «Ταυρική» στο όνομα της πόλης χρησιμοποιούνταν για να καθοριστεί η περιοχή στις πηγές και σε επιγραφικά κείμενα.4 Ο Πλίνιος ο Πρεσβύτερος είναι ο μοναδικός αρχαίος συγγραφέας που αναφέρει ότι η πόλη της Χερσονήσου παλαιότερα αποκαλούνταν «Μεγαρική» και ότι αργότερα ονομάστηκε «Ηράκλεια χερσόνησος».5 Αυτή η πληροφορία δεν επιβεβαιώνεται από άλλες πηγές. Ο Πλίνιος ενδεχομένως από απροσεξία συνδύασε στοιχεία από δύο διαφορετικές πηγές και προφανώς η Χερσόνησος δεν είχε ποτέ αυτή την ονομασία.6 Το όνομα «Ηράκλεια χερσόνησος» θα μπορούσε να δηλώνει τη μητρόπολη της Χερσονήσου, όπως και το «Μεγαρική» δήλωνε τη μητρόπολη της Ηράκλειας.7

1.3. Χρονολογία ίδρυσης

Η Περιήγησις του Ψευδο-Σκύμνου, του τελευταίου τρίτου του 2ου αι. π.Χ., που γράφτηκε σε έμμετρο λόγο και αφιερώθηκε στο βασιλιά της Βιθυνίας Νικομήδη, περιέχει πληροφορίες σχετικά με την ίδρυση της Χερσονήσου Ταυρικής.8 Σύμφωνα με αυτό το κείμενο, η Χερσόνησος ιδρύθηκε από τους Ηρακλειώτες και τους κατοίκους της Δήλου κατόπιν ενός χρησμού που έλαβαν οι πρώτοι να αποικίσουν το μέρος αυτό σε συνεργασία με τους δεύτερους.9 Αυτή είναι η μοναδική αναφορά του γεγονότος σε αφηγήσεις και μας επιτρέπει να τοποθετήσουμε την ίδρυση του οικισμού στην περίοδο 422-421 π.Χ., όταν η Ηράκλεια Ποντική και η Δήλος ίσως είχαν στείλει ταυτόχρονα αποικιστές για τη δημιουργία μιας νέας πόλης. Οι Ηρακλειώτες είχαν πιεστικούς λόγους να προβούν σε μια τέτοια κίνηση καθώς η χώρα της πόλης τους είχε καταστραφεί από τα στρατεύματα του Αθηναίου στρατηγού Λαμάχου το 424-423 π.Χ. Οι κάτοικοι της Δήλου είχαν εξοριστεί από τα πάτρια εδάφη τους από τους Αθηναίους το 422 π.Χ., οπότε μπορούσαν να συμμετέχουν σε αυτό το εγχείρημα.10 Ο ανώνυμος συγγραφέας του Περίπλου, που συγγράφηκε λίγο μετά από το 338 π.Χ., ο επονομαζόμενος Ψευδο-Σκύλαξ,11 αναφέρει τη Χερσόνησο μεταξύ των υπόλοιπων ελληνικών οικισμών στην Ταυρική και τη χαρακτηρίζει εμπόριον.12 Σύμφωνα με το Στράβωνα, η Χερσόνησος ιδρύθηκε από τους Ηρακλειώτες.13

Αρχαιολογικές έρευνες στη Χερσόνησο έχουν οδηγήσει στην επανεξέταση αυτής της παραδοσιακής χρονολόγησης για την ίδρυση της πόλης. Όστρακα γραπτής ιωνικής και αττικής ερυθρόμορφης και μελανόμορφης κεραμικής καθώς και όστρακα από αμφορείς από τη Χίο, τη Σάμο, τη Λέσβο και την Αίγινα, που αρχικά χρονολογήθηκαν από τα τέλη του 6ου μέχρι τις αρχές του 5ου αι. π.Χ., έδειξαν πρωιμότερη χρονολογία ίδρυσης.14 Έχει γίνει προσπάθεια να συνδυαστούν αυτά τα δεδομένα με αναφορές στις πηγές για την υποθετική ίδρυση της Χερσονήσου το 528-527 π.Χ.15 Εκείνη τη χρονιά ο Πεισίστρατος ενδεχομένως είχε πραγματοποιήσει τον εξαγνισμό της Δήλου και είχε εκδιώξει τους κατοίκους της, οι οποίοι έπρεπε να αναζητήσουν νέα πατρίδα. Το ίδιο έτος έντονη κοινωνική κρίση κορυφώθηκε στην Ηράκλεια, η οποία ανάγκασε τους δημοκρατικούς να εγκαταλείψουν την πόλη. Έτσι ενδεχομένως έλαβαν χρησμό από τον Πύθιο Απόλλωνα να οργανώσουν μια νέα αποικία μαζί με τους κατοίκους της Δήλου.

Πρόσφατα πραγματοποιήθηκε διεξοδική επανεξέταση των πρώιμων αρχαιολογικών ευρημάτων από τη Χερσόνησο. Αποδείχθηκε ότι τα περισσότερα ευρήματα κεραμικής και άλλων αντικειμένων θα μπορούσαν αδιαμφισβήτητα να χρονολογηθούν στο δεύτερο-τρίτο τέταρτο του 5ου αι. π.Χ.16 Έτσι, σύμφωνα με τα αρχαιολογικά στοιχεία, οι αρχές του δεύτερου τετάρτου του 5ου αι. π.Χ. μπορούν να θεωρηθούν σήμερα η καλύτερα τεκμηριωμένη χρονολογία όσον αφορά την ίδρυση της πόλης.17

1.4. Δημογραφική κατάσταση

Ο Ψευδο-Σκύμνος18 αναφέρει ότι ο πληθυσμός της Χερσονήσου ενδεχομένως αποτελούνταν από δύο ομάδες αποικιστών – μία δωρικής και μία ιωνικής καταγωγής. Πράγματι, προσωπογραφικά στοιχεία που εξάγονται από τοιχογραφίες και επιγραφές επιβεβαιώνουν αυτή την άποψη. Μέσα στη γενική κυριαρχία των δωρικών ονομάτων από τον 4ο μέχρι το 2ο αι. π.Χ. μπορούμε να διακρίνουμε τη σταθερή παρουσία του ιωνικού στοιχείου.19 Επιπλέον, έρευνα στα ιωνικά ονόματα έχει αποδείξει περίτρανα ότι ορισμένα έχουν καταγωγή από τη Δήλο.20 Ευρήματα χειροποίητης κεραμικής και θραύσματα λίθινων εργαλείων στα κατώτερα στρώματα της πόλης, καθώς και η παρουσία τάφων στην πρώιμη νεκρόπολη, όπου οι νεκροί είναι τοποθετημένοι σε ημιεμβρυακή στάση, έθρεψαν την ιδέα ότι η Χερσόνησος είχε ιδρυθεί στη θέση ενός οικισμού του ντόπιου πληθυσμού.21 Αυτός ο οικισμός ενδεχομένως ανήκε στους Ταύρους, οι οποίοι κατοικούσαν στην περιοχή της Κριμαίας πολύ πριν από την εμφάνιση των Ελλήνων και των Σκυθών. Ορισμένοι μελετητές, ωστόσο, θεωρούν ελληνικές αυτές τις ταφές.22 Η αμελητέα ποσότητα αυτής της χειροποίητης κεραμικής στο σύνολο των κεραμικών ευρημάτων, η οποία παραδοσιακά αποδίδεται στην παρουσία πληθυσμού Ταύρων ή Σκυθών, και η χρονολόγησή της στα τέλη του 5ου αι. π.Χ. δεν μπορούν να αποδείξουν την προΰπαρξη πρώιμου βαρβαρικού οικισμού. Διεξοδικές μελέτες της πρώιμης νεκρόπολης έδειξαν επίσης ότι το έθιμο της στάσης ταφής που αναφέρθηκε παραπάνω εμφανίστηκε το νωρίτερο στο δεύτερο μισό του 4ου αι. π.Χ. και διήρκεσε περίπου 40-50 έτη. Στο τέλος αυτής της περιόδου, ο πληθυσμός (ντόπιος ή μη) που ακολουθούσε αυτό το έθιμο είχε προφανώς αφομοιωθεί πλέον. Πρόσφατα έχει προταθεί ότι το συγκεκριμένο ταφικό έθιμο έχει καρική καταγωγή και συνδέεται με Κάρες αποικιστές, που εντάχθηκαν στις ομάδες των Ελλήνων αποίκων, οι οποίοι έφτασαν στις ακτές του βόρειου Εύξεινου Πόντου κατά τον 5ο-4ο αι. π.Χ.23

2. Ιστορική επισκόπηση

Η ιστορία της Χερσονήσου κατά την Αρχαιότητα αποκαθίσταται με βάση κυρίως επιγραφικές, νομισματικές και αρχαιολογικές μαρτυρίες. Θα πρέπει να έχουμε κατά νου, ωστόσο, ότι οι πληροφορίες αυτές είναι έμμεσες, οπότε η αποκατάσταση είναι αβέβαιη.

Όντας η μοναδική δωρική αποικία στο βόρειο Εύξεινο Πόντο, η Χερσόνησος επί αιώνες διατηρούσε στενές πολιτικές και οικονομικές σχέσεις με τη μητρόπολή της. Στις αρχές του 4ου αι. π.Χ. η Χερσόνησος πιθανώς συμμετείχε μαζί με την Ηράκλεια Ποντική στον πόλεμο ενάντια στους τυράννους της Θεοδοσίας στην ανατολική Κριμαία, όπως μπορεί να συμπεράνει κανείς από τους εικονογραφικούς τύπους σε κοπές νομισμάτων, που είναι κοινοί για τη Χερσόνησο, την Ηράκλεια και τη Θεοδοσία.24

Στα τέλη του 4ου αι. π.Χ. η Χερσόνησος άρχισε να εξερευνά τα γειτονικά νησιά στην Ηράκλεια χερσόνησο και την αποκαλούμενη «μακρινή χώρα» της βορειοδυτικής Κριμαίας. Η ιωνική πόλη Κερκινίτις βρισκόταν εκεί και βάσει κάποιας συμφωνίας προσαρτήθηκε την εποχή εκείνη στην επικράτεια της Χερσονήσου. Ένα καλά οργανωμένο σύστημα αγροτικών οικισμών διάφορων τύπων αναπτύχθηκε κατά μήκος των ακτών της βορειοδυτικής Κριμαίας. Στις παρυφές των κτήσεων της Χερσονήσου δημιουργήθηκε η πόλη Καλός Λιμήν. Ως αποτέλεσμα, το τελευταίο τέταρτο του 4ου αι. π.Χ. η Χερσόνησος δεν ήταν πλέον μια ασήμαντη μικρή ελληνική πόλη, αλλά είχε εξελιχθεί σε ένα από τα μεγαλύτερα ελληνιστικά κράτη της βόρειας παράκτιας ζώνης του Εύξεινου Πόντου.

Αυτή ήταν περίοδος οικονομικής ακμής και επέκτασης της πολιτικής εξουσίας της πόλης. Ταυτόχρονα εμφανίστηκαν οξείες κοινωνικές συγκρούσεις. Οι επιγραφικές μαρτυρίες αντανακλούν την πάλη ανάμεσα στους αριστοκρατικούς και τους δημοκρατικούς της πόλης, η οποία οδήγησε στην εξορία την παράταξη των αριστοκρατικών.25

Στο τέλος του πρώτο τρίτου του 3ου αι. π.Χ. η πόλη πέρασε σε μια νέο περίοδο της ιστορίας της, συνδεδεμένη με τον αγώνα εναντίον των σκυθικών και σαρματικών φυλών. Στα τέλη του αιώνα η Χερσόνησος έχει πλέον χάσει τις περισσότερες κτήσεις της στη βορειοδυτική Κριμαία. Η βαρβαρική πίεση στην πόλη επιτάθηκε λόγω της εδραίωσης της εξουσίας των Σκυθών βασιλιάδων και τη δημιουργία του σκυθικού βασιλείου στην Κριμαία. Η Χερσόνησος αναγκάστηκε να ζητήσει εξωτερική βοήθεια και κατόρθωσε, το 179 π.Χ., να συνάψει συμφωνία με το βασιλιά του Πόντου Φαρνάκη Α΄, ο οποίος εγγυήθηκε την ασφάλεια της πόλης σε περίπτωση σκυθικής επίθεσης. Ο Σαρμάτης βασιλιάς Γάταλος ήταν ένας από τους εγγυητές στη συμφωνία αυτή.26 Η πόλη έτσι εξασφάλισε κάποια ανάπαυλα μέχρι το τελευταίο τέταρτο του 2ου αι. π.Χ., οπότε μάλλον οι Σαρμάτες αθέτησαν τη συμφωνία, και οι Σκύθες άρχισαν εκ νέου τις επιδρομές τους, φτάνοντας να πολιορκήσουν και την ίδια την πόλη της Χερσονήσου. Η πόλη και πάλι ζήτησε τη βοήθεια του βασιλιά του Πόντου Μιθριδάτη Στ΄, ο οποίος έστειλε στρατό υπό τη διοίκηση του στρατηγού Διοφάντου.27 Ο Διόφαντος κατόρθωσε να νικήσει τους Σκύθες και προσάρτησε τη Χερσόνησο και το Βόσπορο στο βασίλειο του Πόντου.

Μετά το θάνατο του Μιθριδάτη Στ’ το 63 π.Χ., η Χερσόνησος έγινε υποτελής στους βασιλιάδες του Βοσπόρου. Η πόλη προσπάθησε απεγνωσμένα να ανακτήσει την ανεξαρτησία της και το πέτυχε το 46-45 π.Χ. όταν ο Καίσαρας παραχώρησε ελευθερία στη Χερσόνησο.28 Όμως οι σχέσεις με το Βόσπορο παρέμεναν τεταμένες και ίσως οδήγησαν σε σύγκρουση, από την οποία νικήτρια βγήκε η Χερσόνησος. Το γεγονός γιορτάστηκε με την κοπή νέων νομισμάτων, που από το 24 π.Χ. σημάδεψαν μια νέα εποχή για την πόλη. Επιγραφικές μαρτυρίες, ωστόσο, δείχνουν ότι κατά τα επόμενα χρόνια η Χερσόνησος κατά κάποιο τρόπο παρέμενε εξαρτημένη από το Βόσπορο.29

Η συμμετοχή της Χερσονήσου στον πόλεμο ενάντια στον επαναστάτη βασιλιά του Βοσπόρου Μιθριδάτη στο πλευρό της Ρώμης και του ηγεμόνα-δορυφόρου της Κότυος Α΄ το 41-45 μ.Χ. ανταμείφθηκε, και οι Ρωμαίοι έδωσαν στη Χερσόνησο αυτονομία.30 Πρώτη φορά στην ιστορία της η πόλη έκοψε χρυσά νομίσματα που χρονολογούνται εκείνη την περίοδο.31 Από τα μέσα του αιώνα στη Χερσόνησο στάθμευαν ρωμαϊκά στρατεύματα που προστάτευαν την περιοχή της Κριμαίας. Όπως μαρτυρείται από αρχαιολογικά ευρήματα, αποσπάσματα από τις λεγεώνες I Italica, XI Claudia και V Macedonica καθώς και πλοία του στόλου της Μοισίας είχαν τη βάση τους στην πόλη. Από τον 1ο μέχρι τον 3ο αι. μ.Χ. η Χερσόνησος διαδραμάτιζε σημαντικό ρόλο ως προπύργιο της Ρώμης στις παραθαλάσσιες περιοχές του βόρειου Εύξεινου Πόντου. Υπό τον Αντωνίνο Πίο (138-161 μ.Χ.) η πόλη και πάλι απολάμβανε καθεστώς ελευθερίας, όπως φαίνεται στα νομίσματα και τις επιγραφές.

Μετά την αναχώρηση των ρωμαϊκών στρατευμάτων στα τέλη του 3ου αιώνα, η Χερσόνησος έγινε ξανά μια κανονική κωμόπολη της αυτοκρατορίας. Κατόρθωσε να επιβιώσει παρά τις εκεί πάμπολλες, επικίνδυνες βαρβαρικές μεταναστεύσεις μέσα από την περιοχή των στεπών, τον 4ο και 5ο αιώνα, και συνέχισε να υπάρχει κατά τη Βυζαντινή περίοδο.

3. Οικονομία

Η εξαιρετικά ευνοϊκή γεωγραφική θέση της Χερσονήσου φυσικά καθόρισε το σημαντικό ρόλο της ως ενδιάμεσου εμπορικού σταθμού από την αρχή της ιστορίας της. Κατά την Κλασική περίοδο η Ηράκλεια Ποντική ήταν ο κύριος προμηθευτής της Χερσονήσου σε βιοτεχνικά προϊόντα και κρασί, τα οποία αντάλλασσε με σιτάρι που έφτανε στη Χερσόνησο από την περιοχή του Δνείπερου και την Κριμαία. Άλλοι μακροχρόνιοι εμπορικοί εταίροι της Χερσονήσου ήταν η Σινώπη, η Θάσος και η Αθήνα. Πρέπει να αναφέρουμε ότι σε καμία άλλη πόλη της παραθαλάσσιας ζώνης του βόρειου Εύξεινου Πόντου δεν έχει βρεθεί τέτοια ποσότητα και ποικιλία ξένων νομισμάτων. Τα πρώτα νομίσματα που κόπηκαν από την ίδια τη Χερσόνησο θα μπορούσαν να χρονολογηθούν στα τέλη του 5ου αι. π.Χ., ωστόσο κυκλοφόρησαν κυρίως εντός των περιοχών της πόλης και ενδεχομένως προορίζονταν για εσωτερικό εμπόριο.

Το σιτάρι ήταν το κυριότερο εξαγώγιμο προϊόν στο εμπόριο της Χερσονήσου. Η αγροτική εξερεύνηση της Ηράκλειας χερσονήσου και των περιοχών της βορειοδυτικής Κριμαίας, που άρχισε στο δεύτερο τέταρτο του 4ου αι. π.Χ., πρόσφερε στη Χερσόνησο καλλιεργήσιμες εκτάσεις περίπου 40.000 εκταρίων. Πάμπολλες τειχισμένες και ατείχιστες αγροικίες καθώς και οχυρά για την προστασία των αποίκων χτίστηκαν εκεί. Στο τέλος του 4ου και τις αρχές του 3ου αι. π.Χ., το κράτος της Χερσονήσου είχε τη δυνατότητα να διαθέτει στις διεθνείς αγορές μια ποσότητα σιτηρών συγκρίσιμη με αυτή του βασιλείου του Βοσπόρου. Εκτός από τη σιτοπαραγωγή, οι κάτοικοι των αγροικιών ασχολούνταν με την παραγωγή κρασιού και την καλλιέργεια κηπευτικών προϊόντων.

Αρχαιολογικές έρευνες φανερώνουν ενεργή ανάπτυξη της βιοτεχνίας, κυρίως της κεραμικής και της λιθοτεχνίας. Απομεινάρια εργαστηρίων κεραμικής και τερακότας έχουν ανακαλυφθεί κοντά στον οχυρωματικό τοίχο εντός και εκτός της πόλης. Οι κεραμείς της Χερσονήσου παρήγαν μια σειρά από αγγεία – από πίθους μέχρι αμφορείς και πολυτελή αγγεία.

Τη Ρωμαϊκή περίοδο εκτός από την κεραμική μαρτυρείται και η παραγωγή γυάλινων αντικειμένων, ενώ υπάρχουν ενδείξεις μεταλλουργίας. Επίσης έχουν βρεθεί πάμπολλες δεξαμενές για την παρασκευή αλίπαστων.

4. Πολιτική οργάνωση

Το κράτος της Χερσονήσου είχε δημοκρατικό πολίτευμα. Η Χερσόνησος ήταν μία από τις λίγες ελληνικές πόλεις που είχε εφαρμόσει το θεσμό του οστρακισμού, ο οποίος τεκμηριώνεται από μια αρκετά πρώιμη εποχή, δηλαδή στο δεύτερο τέταρτο μέχρι το τέλος του 5ου αι. π.Χ.32 Η γη σε ορισμένα σημεία της χώρας της ήταν χωρισμένη, γεγονός που αντανακλά μια αρχική διαίρεση του πληθυσμού της πόλης σε «εκατοστήν», στρατιωτικές και οικονομικές μονάδες της κοινότητας της πόλης που αποτελούνταν από 100 άτομα.33

Οι δημοκρατικοί θεσμοί της πόλης όπως η εκκλησία και η βουλή, που συνήθως διαδραμάτιζαν σημαντικό ρόλο στη θέσπιση νόμων και τη διαχείριση του κράτους, αναφέρονται σε πάμπολλα επιγραφικά μνημεία της Χερσονήσου.34 Η εκτελεστική εξουσία αντιπροσωπευόταν από διάφορες επιτροπές, τα μέλη των οποίων εκλέγονταν από την εκκλησία (όπως στρατηγοί, άρχοντες, αστυνόμοι κ.ά.).

Κατά τη Ρωμαϊκή περίοδο η Χερσόνησος διατήρησε σημαντικούς διοικητικούς θεσμούς, αλλά η πραγματική εξουσία είχε συγκεντρωθεί πλέον στα χέρια του στενού κύκλου της τοπικής αριστοκρατίας και των ατόμων που διέθεταν ρωμαϊκή υπηκοότητα.

5. Λατρείες

Η κυριότερη θεότητα της πόλης ήταν η Αθηνά Παρθένος. Η λατρεία της περιλάμβανε τα κυριότερα χαρακτηριστικά αφενός μεν της Ελληνίδας Αρτέμιδος, αφετέρου δε αυτά της τοπικής Ταυρικής θηλυκής θεότητας. Η Παρθένος ήταν προστάτιδα της Χερσονήσου, και ψηφίσματα της πόλης αναφέρονται στη θεϊκή βοήθειά της στους πολέμους εναντίον των βαρβάρων κατά τον 3ο και 2ο αι. π.Χ.35 Η εικόνα της Παρθένου που σκοτώνει ένα ελάφι, η οποία ενδεχομένως αντέγραφε τη μορφή του αγάλματός της που βρισκόταν στο ναό της θεάς, έγινε το σύμβολο της πόλης και χρησιμοποιούνταν ως τύπος νομίσματος επί αιώνες. Υπήρχαν ξεχωριστές γιορτές στην πόλη, που ονομάζονταν «Παρθένια». Ο Στράβων αναφέρει ένα ιερό και ένα ξόανο της Παρθένου στο ακρωτήρι Παρθένιος, το οποίο βρισκόταν κοντά στην αποκαλούμενη «Παλαιά Χερσόνησο» που ταυτίζεται με τον πρώιμο οικισμό της Χερσονήσου στη χερσόνησο Μαγιάτσνι.36 Τους πρώτους αιώνες μετά Χριστόν, επιγραφικές μαρτυρίες αναφέρουν τη «βασίλισσα Παρθένο», γεγονός το οποίο φανερώνει ότι η κυριότερη θεότητα της Χερσονήσου θεωρούνταν προσωποποίηση της υπέρτατης εξουσίας της κοινότητας της πόλης.

Μαζί με την Παρθένο, ο Ηρακλής ήταν μια άλλη σημαντική μορφή στο πάνθεον της Χερσονήσου. Η λατρεία του πιθανότατα ήρθε μαζί με τους αποικιστές από τη μητρόπολη, την Ηράκλεια Ποντική. Καθώς έχουν σωθεί απειράριθμες γλυπτικές και κοροπλαστικές απεικονίσεις είτε του Ηρακλή του ίδιου ή των γνωρισμάτων του, βλέπουμε ότι οι κάτοικοι του Χερσονήσου τον επικαλούνταν κυρίως ως προστάτη.

Μέσα στην πόλη, ο χώρος που ήταν αφιερωμένος σε ιερά και ναούς βρισκόταν στη βορειοανατολική συνοικία, όπου θα μπορούσαμε επίσης να υποθέσουμε ότι υπήρχε και ο ναός της Αθηνάς.37 Μια επιγραφή σε ένα μαρμάρινο αρχιτεκτονικό μέλος επιβεβαιώνει την ύπαρξη και ενός ναού του Διονύσου εντός των τειχών της πόλης.38

Αναθηματικά αντικείμενα από τη Χερσόνησο παραπέμπουν στη λατρεία και άλλων θεών του Ολύμπου. Η λατρεία της Δήμητρας και της Κόρης ήταν ιδιαίτερα δημοφιλής στους κατοίκους της χώρας της Χερσονήσου, όπου έχουν ανασκαφεί πολλά οικιακά ιερά.

Κατά τη Ρωμαϊκή περίοδο, εκτός από τη λατρεία των παραδοσιακών θεοτήτων της πόλης, η λατρεία του Ασκληπιού και της Υγείας, την οποία ενδεχομένως έφεραν Ρωμαίοι λεγεωνάριοι, απέκτησε πολλούς πιστούς στη Χερσόνησο. Επιπλέον, υπάρχουν επιγραφικές μαρτυρίες για την ύπαρξη μιας επίσημης λατρείας των Ρωμαίων αυτοκρατόρων κατά την ίδια περίοδο.39

6. Πολεοδομία και κτήρια

Τον 5ο αι. π.Χ., η Χερσόνησος απλωνόταν σε έναν τετραγωνικό χώρο έκτασης περίπου 10-12 εκταρίων. Οι πρώτοι άποικοι κατοικούσαν σε κυκλικά ημιυπόγεια κτίσματα με εστίες και χωμάτινα δάπεδα. Οι αρχαιότερες πέτρινες κατοικίες εμφανίζονται στο τέλος του πρώτου τέταρτου του 4ου αι. π.Χ. Είχαν σαφή προσανατολισμό σύμφωνα με τα σημεία του ορίζοντα και ήταν συγκεντρωμένες σε οικοδομικά τετράγωνα. Το χωροταξικό σχέδιο της πόλης βασιζόταν στο σύστημα του Ιπποδάμου και αποτέλεσε σημείο αφετηρίας για την περαιτέρω αρχιτεκτονική εξέλιξη της Χερσονήσου. Μαζί με τις απλές οικίες είχαν ανεγερθεί και πολυτελή κτίσματα δημόσιου χαρακτήρα, όπως φαίνεται από τα αρχιτεκτονικά μέρη που έχουν βρεθεί: κιονόκρανα, βάσεις κιόνων του δωρικού και ιωνικού ρυθμού.

Το τελευταίο τέταρτο του 4ου αι. π.Χ. η πόλη επεκτάθηκε, καλύπτοντας έκταση 24-26 εκταρίων. Κατασκευάστηκαν νέα τείχη. Στο ανατολικό τμήμα της Χερσονήσου ανεγέρθηκε η αγορά της πόλης μαζί με δημόσια κτήρια και το νομισματοκοπείο. Στα μέσα του 3ου αι. π.Χ. κατασκευάστηκε το θέατρο στη νότια συνοικία της Χερσονήσου, κοντά στις πύλες της πόλης. Σήμερα αποτελεί το μόνο γνωστό και ανεσκαμμένο ελληνικό θέατρο στην παραθαλάσσια ζώνη του βόρειου Εύξεινου Πόντου.

Τα μέσα του 1ου αι. μ.Χ. χαρακτηρίζονται από μια νέα φάση οικοδομικής δραστηριότητας, με την εγκατάσταση ρωμαϊκών στρατευμάτων στην πόλη. Το θέατρο ανακατασκευάστηκε προκειμένου να μπορεί να φιλοξενεί αγώνες μονομάχων. Στο νοτιοανατολικό τμήμα της Χερσονήσου κατασκευάστηκε ρωμαϊκή ακρόπολη και στρατώνας, ενώ έχουν βρεθεί τα απομεινάρια λουτρών που θερμαίνονταν με υπόκαυστα. Κατασκευάστηκε επίσης ναός της Αφροδίτης.40

7. Αρχαιολογική έρευνα

Η αρχαιολογική έρευνα στη Χερσόνησο και τις γύρω περιοχές άρχισε στα τέλη του 18ου αιώνα, μετά την προσάρτηση της χερσονήσου της Κριμαίας στη Ρωσία και την ίδρυση της Σεβαστούπολης ως ναυτικού και στρατιωτικού προπύργιου του κράτους. Τα πρώτα τοπογραφικά σχέδια, που απεικονίζουν τα αρχαία ερείπια, έγιναν από Ρώσους αξιωματικούς. Οι περιηγητές άφησαν περιγραφές των διάφορων ελληνικών πόλεων στην Ηράκλεια χερσόνησο. Ο αξιωματικός του ναυτικού K. Kruse ήταν από τους πρώτους που διεξήγαγε ανασκαφές στη Χερσόνησο προκειμένου να εντοπίσει την αρχαία εκκλησία όπου υποτίθεται ότι είχε βαφτιστεί ο άγιος Βλαδίμηρος. Ο Kruse ανακάλυψε τα ερείπια τριών εκκλησιών· στην 900ή επέτειο της υιοθέτησης του χριστιανισμού από τους Ρώσους, μια εντυπωσιακή εκκλησία αφιερωμένη στον άγιο Βλαδίμηρο είχε χτιστεί πλέον πάνω από αυτά τα ερείπια. Κατά το μεγαλύτερο μέρος του 19ου αιώνα στην ίδια τη Χερσόνησο όσο και στην Ηράκλεια χερσόνησο πραγματοποιήθηκαν μόνο σποραδικές ανασκαφές. Αργότερα, την περίοδο 1875-1887, οι ανασκαφές αυτές έγιναν τακτικές και πραγματοποιούνταν από το μοναστήρι της Χερσονήσου υπό την επίβλεψη του Ιστορικού και Αρχαιολογικού Συλλόγου της Οδησσού. Φυσικά οι ανασκαφές αυτές επικεντρώνονταν στην αναζήτηση χριστιανικών αρχαιοτήτων. Μόνο από το 1888, όταν η επίβλεψη των ανασκαφών πέρασε στην Αυτοκρατορική Αρχαιολογική Υπηρεσία, τα ελληνικά και ρωμαϊκά στρώματα της Χερσονήσου έγιναν αντικείμενο τακτικής και συστηματικής έρευνας. Εντυπωσιακά ευρήματα αποκαλύφθηκαν κατά τον ύστερο 19ο αιώνα, μεταξύ των οποίων μνημεία όπως ο διάσημος Όρκος της Χερσονήσου (βλ. Παράρτημα I). Ανάμεσα στα άλλα ευρήματα είναι κτερίσματα, γλυπτά και διάφορα δείγματα πολυτελούς κεραμικής που εκτέθηκαν στο Μουσείο της Χερσονήσου, το οποίο κατασκευάστηκε για τη φιλοξενία τους.

Κατά τη Σοβιετική περίοδο οι ανασκαφές συνεχίστηκαν σε σημαντικά μεγαλύτερη κλίμακα. Ιδιαίτερο βάρος δόθηκε στη διερεύνηση της χώρας, κοντά στην πόλη στις περιοχές της χερσονήσου Μαγιάτσνι και της Ηράκλειας χερσονήσου, όπου αποκαλύφθηκε το αρχαίο σύστημα διανομής των γαιών και μελετήθηκε διεξοδικά ένα δίκτυο από πάμπολλες αγροικίες. Εκτός από το Μεταπόντιον, η περιοχή αυτή είναι το μοναδικό παράδειγμα σχεδόν πλήρως διατηρημένης διανομής γαιών της χώρας μιας ελληνικής πόλης στις παρυφές της οικουμένης.

Η συστηματική μελέτη των κτηρίων έριξε φως στην πολεοδομική οργάνωση της πόλης. Κατέστη δυνατό να αναγνωριστούν οικιστικά οικοδομικά τετράγωνα καθώς και δημόσιοι χώροι και κτήρια. Το 1958 αποκαλύφθηκαν τα απομεινάρια του θεάτρου της Χερσονήσου.

Η ανακάλυψη εργαστηρίων κεραμικής, στα οποία παραγόταν μεγάλη ποικιλία αγγείων, τοποθετεί τη Χερσόνησο στην ομάδα των σημαντικότερων κέντρων παραγωγής κεραμικών μαζί με πόλεις όπως η Ολβία και το Παντικάπαιον. Οι αμφορείς της Χερσονήσου σφραγίζονταν σχεδόν επί δύο αιώνες. Η προσεκτική κατηγοριοποίηση και η χρονολόγηση των σφραγίδων σε αμφορείς της Χερσονήσου μάς προσφέρουν ένα χρήσιμο σημείο αναφοράς για τη χρονολόγηση αρχαιολογικών τόπων και ευρημάτων.

Η σύγχρονη αρχαιολογική έρευνα έχει αποκαλύψει ότι η Χερσόνησος προστατευόταν από ισχυρά τείχη και πύργους. Το οχυρωματικό σύστημα της αρχαίας πόλης ήταν αρκετά προηγμένο και εξακολουθούσε να χρησιμοποιείται κατά τη Βυζαντινή περίοδο.

Η χρήση παλαιότερων επιτύμβιων στηλών για την κατασκευή τμημάτων του τείχους της πόλης φανερώνει ότι η Χερσόνησος γνώρισε δύσκολες περιόδους. Ανά τακτά διαστήματα τα οχυρωματικά έργα κάλυπταν εγκατελειμμένες νεκροπόλεις, σημειώνοντας έτσι την περιοδική επέκταση του αστικού χώρου. Μακροχρόνιες ανασκαφές στις νεκροπόλεις της Χερσονήσου δείχνουν ότι ιδιαίτερο γνώρισμα των ταφών ήταν η απουσία τύμβων, που χαρακτήριζαν άλλες ελληνικές νεκροπόλεις της περιοχής. Ο πλέον διαδεδομένος τύπος ταφής ήταν ο απλός ενταφιασμός στο έδαφος ή σε υπόγειο νεκρικό θάλαμο στο τείχος της πόλης.

1. Saprykin, S.Y., “Proxenic Decrees of Tauric Chersonesus and the Sea-Routes in Pontus Euxeinus”, Orbis Terrarum 5 (1999), σελ. 39.

2. Στράβ. VII, 4, 3· Золотарев, М.И., “Новые данные о древних морских путях в Понте Эвксинском”, Проблемы греческой колонизации Северного и Восточного Причерноморья (Тбилиси 1979), σελ. 96.

3. Bittner, A., Gesellschaft und Wirtschaft in Herakleia Pontike. Eine Polis zwischen Tyrannis und Selbstverwaltung (Asia Minor Studien 30, Bonn 1998), σελ. 125.

4. IOSPE I2, 354, 357, 362· Αρρ., Εύξ. 30˙ Соломоник, Э.И., Новые эпиграфические памятники Херсонеса (Киев 1964), αρ. 3-5.

5. Πλίν., ΦΙ IV, 85.

6. RE III (1899), στήλη 2265, βλ. λ. “Chersonesos” (K. Brandis).

7. Виноградов, Ю.Г. – Золотарев, М.И., “Херсонес изначальный”, Древнейшие государства на территории СССР. 1996-1997 гг. (Москва 1998), σελ. 115-116.

8. Σχετικά με τον Ψευδο-Σκύμνο, βλ. RE III A (1929), στήλες 672-674, βλ. λ. “Skymnos” (F. Gisinger).

9. Ψευδο-Σκύμνος 822-827.

10. Schneidervirth, H., “Das pontische Heraklea”, Bericht über das Schuljahr 1881-1882 des königlichen kath. Gymnasiums zu Heiligenstadt (1882), σελ. 15-16· Тюменев, А.И., “Херсонесские этюды”, ВДИ 2 (1938).

11. Σχετικά με τον Ψευδο-Σκύλακα βλ. RE III A (1929), στήλες 642-643, βλ. λ. “Skylax” (F. Gisinger).

12. Ψευδο-Σκύλαξ 68.

13. Στράβ. VII, 4, 2.

14. Зедгенидзе, А.А., “Аттическая краснофигурная керамика из Херсонеса”, Краткие сообщения Института археологии 156 (1978), σελ. 69· Зедгенидзе, А.А., “О времени основания Херсонеса Таврического”, Краткие сообщения Института археологии 159 (1979), σελ. 27· Золотарев, М.И., Херсонесская архаика (Севастополь 1993), σελ. 7-18, πίν. XV-XX· Золотарев, М.И., “К хронологии древнейшего Херсонеса”, Античные полисы и местное население Причерноморья (Севастополь 1995), σελ. 100-106· Монахов,С.Ю. – Абросимов, Э.Н., “Новое о старых материалах из херсонесского некрополя”, Античный мир и археология 9 (1993), σελ. 120-123, 140, Pl. 1.

15. Виноградов, Ю.Г. – Золотарев, М.И., “Херсонес изначальный”, Древнейшие государства на территории СССР. 1996-1997 гг. (Москва 1998), σελ. 118-120, 124.

16. Зедгенидзе, А.А., “К вопросу об удревнении даты основания Херсонеса Таврического”, Советская археология 3 (1993), σελ. 50-56· Шевченко, А.В., “Культовые терракоты раннего Херсонеса (V - первая половина IV в. до н.э.)”, ВДИ 3 (198), σελ. 67· Буйских, А.В., “К вопросу о дате основания Херсонеса Таврического”, Археологiя 3 (2006), σελ. 35-44· Стоянов, Р.В., “Несколько замечаний о времени и причинах основания Херсонеса Таврического”, ВДИ 2 (2007), σελ. 131-144.

17. Буйских, А.В., “К вопросу о дате основания Херсонеса Таврического”, Археологiя 3 (2006), σελ. 37-41· Стоянов, Р.В., “Несколько замечаний о времени и причинах основания Херсонеса Таврического”, ВДИ 2 (2007), σελ. 134-139.

18. Βλ. προηγούμενη ενότητα.

19. Виноградов, Ю.Г. – Золотарев, М.И., “Херсонес изначальный”, Древнейшие государства на территории СССР. 1996-1997 гг. (Москва 1998), σελ. 126-127.

20. Тохтасьев, С.Р., “Кономастикону и датировке херсонесских остраконов”, ВДИ 2 (2007), σελ. 114-116.

21. Белов, Г.Д., Херсонес Таврический. Историко-археологический очерк (Ленинград 1948), σελ. 32-33.

22. “Некрополь Херсонеса классической эпохи”, Советская археология 3 (1981), σελ. 170-171· Капошина, С.И., “Скорченные погребения Ольвии и Херсонеса”, Советская археология VII (1941), σελ. 172· Лапин, В.В., Греческая колонизация Северного Причерноморья (Киев 1966), σελ. 212-213· Кадеев, В.И., “Об этнической принадлежности скорченных погребений херсонесского некрополя”, ВДИ 4 (1973), σελ. 108-109.

23. Откупщиков, Ю.В., “Об этнической принадлежности скорченных погребений Северного Причерноморья”, Боспорский феномен II (Санкт-Петербург 2001), σελ. 6-14.

24. Σχετικά με αυτό τον πόλεμο: Πολύαιν. V, 23· 44, 1· VI, 9, 3, 4. Σχετικά με τα νομίσματα: Kovalenko, S.A. – Molchanov A.A, “The Coinage of Theodosia in the 5th-4th Centuries BC”, Numismatic Chronicle (2005), σελ. 15-22.

25. IOSPE I2, 401.

26. IOSPE 12, 402· Πολύβ. XXV, I, 12-14.

27. IOSPE, I2, 352· Στράβ. VII, 4, 3· VII, 4, 7.

28. IOSPE I2, 691.

29. IOSPE I2, 419, 354, 573.

30. Πλίν., ΦΙ IV, 85.

31. Burnett, A. – Amandry, M. – Ripolles, P.P., Roman Provincial Coinage I (London – Paris 1992), σελ. 335, αρ. 1937-1938.

32. Соломоник, Э.И., “Некоторые группы граффити из античного Херсонеса”, ВДИ 3 (1976), σελ. 122-123· Виноградов, Ю.Г. – Золотарев, М.И., “Херсонес изначальный”, Древнейшие государства на территории СССР. 1996-1997 гг. (Москва 1998), σελ. 106-114.

33. Щеглов, А.Н., “Основные структурные элементы античной межевой системы на Маячном полуострове”, История и археология Юго-Западного Крыма (Симферополь 1993), σελ. 33· Зубарь, В.М., Херсонес Таврический в античную эпоху (экономика и социальные отношения) (Киев 1993), σελ. 16-17.

34. IOSPE I2, 357-360, 362, 364.

35. IOSPE I2, 343-344, 352.

36. Στράβ. VII, 4, 2.

37. Bujskikh, A.V. – Zolotarev, M.I., “The System of City Planning in Chersonesos Tauricos”, AA 1 (2002), σελ. 293-295.

38. IOSPE I2, 414.

39. Херсонес Таврический в серединеI в. до н.э. - VI в. н.э. Очерки по истории и культуре (Харьков 2004), σελ. 288-290.

40. Херсонес Таврический в серединеI в. до н.э. - VI в. н.э. Очерки по истории и культуре (Харьков 2004), σελ. 397-398.

     
 
 
 
 
 

Δελτίο λήμματος

 
press image to open photo library
 

>>>