Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Εύξεινος Πόντος ΙΔΡΥΜΑ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
z
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Αναζήτηση με το γράμμα ΑΑναζήτηση με το γράμμα ΒΑναζήτηση με το γράμμα ΓΑναζήτηση με το γράμμα ΔΑναζήτηση με το γράμμα ΕΑναζήτηση με το γράμμα ΖΑναζήτηση με το γράμμα ΗΑναζήτηση με το γράμμα ΘΑναζήτηση με το γράμμα ΙΑναζήτηση με το γράμμα ΚΑναζήτηση με το γράμμα ΛΑναζήτηση με το γράμμα ΜΑναζήτηση με το γράμμα ΝΑναζήτηση με το γράμμα ΞΑναζήτηση με το γράμμα ΟΑναζήτηση με το γράμμα ΠΑναζήτηση με το γράμμα ΡΑναζήτηση με το γράμμα ΣΑναζήτηση με το γράμμα ΤΑναζήτηση με το γράμμα ΥΑναζήτηση με το γράμμα ΦΑναζήτηση με το γράμμα ΧΑναζήτηση με το γράμμα ΨΑναζήτηση με το γράμμα Ω

Κήποι

Συγγραφή : Gourov Alexander (21/9/2007)

Για παραπομπή: Gourov Alexander, «Κήποι», 2007,
Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Εύξεινος Πόντος
URL: <http://www.ehw.gr/l.aspx?id=10719>

Κήποι (27/12/2008 v.1) Kepoi (24/12/2008 v.1) 
 

1. Τοπογραφία

Οι Κήποι ταυτίστηκαν υποθετικά με τα λείψανα οικισμού, ο οποίος βρίσκεται στη χερσόνησο Ταμάνσκι, στα βόρεια σύνορα της κωμόπολης Σεννάγια, στην ανατολική όχθη ενός από τους βραχίονες του ποταμού Κουμπάν (Ύπανις των αρχαίων). Ένα μέρος της πόλης καλύπτεται σήμερα από νερό, λόγω των συνεχών μεταβολών του ρου του ποταμού Κουμπάν. Υπολογίζεται ότι η έκταση του οικισμού ήταν 200 έως 250 στρέμματα. Η κατάσταση των αρχαιολογικών στρωμάτων της πόλης είναι εξαιρετικά κακή.1

Σύμφωνα με τις περιγραφές των αρχαίων συγγραφέων, η σημερινή χερσόνησος Ταμάνσκι ήταν κατά την αρχαιότητα σύμπλεγμα νησιών, εκ των οποίων τα μεγαλύτερα ονομάζονταν Κιμμερίδα και Φαναγόρου νήσος. Οι Κήποι μαζί με τη Φαναγόρεια, την άλλη σημαντική πόλη της περιοχής, βρίσκονταν στη νήσο του Φαναγόρου, στην ακτή του βαθυπύθμενου πορθμού, που ένωνε το μεγάλο κόλπο της Μαύρης θάλασσας (λίμνη Κοροκονδαμίτιδα) με την Αζοφική θάλασσα (Μαιωτίδα λίμνη). Εάν λάβουμε υπόψη ότι ο πορθμός αυτός αποτελούσε την εναλλακτική διαδρομή από τον Εύξεινο Πόντο προς τη Μαιωτίδα λίμνη, παρακάμπτοντας τον Κιμμέριο Βόσπορο, η γεωγραφική θέση της πόλης ήταν ιδιαίτερα σημαντική.

2. Ιστορικά στοιχεία

Οι Κήποι αναφέρονται από τον Ψεύδο-Σκύλακα, τον Ψεύδο-Σκύμνο, τον Αισχίνη, το Διόδωρο το Σικελιώτη, το Στράβωνα, τον Πλίνιο τον Πρεσβύτερο και τον Πομπόνιο Μέλα ως μία από τις πόλεις του Κιμμερίου Βοσπόρου.2 Η πόλη ιδρύθηκε από τους Μιλησίους, κατά το α΄ τρίτο του 6ου αι. π.Χ.3 Από τις αρχαιότερες οικίες της πόλης δε διασώθηκε τίποτα, εκτός από τμήματα κάποιων τοίχων κτηρίων από ωμόπλινθο, του τέλους του 6ου–των αρχών του 5ου αι. π.Χ. Σ’ ένα απ’ αυτά τα κτήρια ανήκει ένα βαθύ υπόγειο, χωρισμένο σε τέσσερα μέρη. Κατά τη δεύτερη οικοδομική περίοδο το υπόγειο χρησιμοποιήθηκε για αποθήκευση αμφορέων. Κατά την Αρχαϊκή εποχή, σύμφωνα με τα αρχαιολογικά δεδομένα, οι Κήποι διατηρούσαν εμπορικές σχέσεις με τις ιωνικές πόλεις.

Το πότε και το πώς ακριβώς οι Κήποι ενσωματώθηκαν στο κράτος του Βοσπόρου παραμένει άγνωστο. Από τη μαρτυρία του Αισχίνη γνωρίζουμε ότι ήδη επί άρχοντα4 Σατύρου Α΄ (433/32-389/88 π.Χ.) η πόλη βρισκόταν υπό την εξουσία των Σπαρτοκιδών και είχε χάσει εν μέρει κάποια από τα πολιτειακά της προνόμια. Την περίοδο αυτή, οι Κήποι διοικούνται από ειδικό διοικητή, ο οποίος διοριζόταν από τους κυβερνήτες του κράτους και εκπροσωπούσε την εξουσία των Σπαρτοκιδών στην πόλη. Ένας τέτοιος διοικητής των Κήπων ήταν σύμφωνα με τον Αισχίνη και ο Γύλων, ο παππούς του Δημοσθένη, ο οποίος έλαβε την πόλη από τους Σπαρτοκίδες ως αμοιβή για την παράδοση σ΄αυτούς της πόλης του Νυμφαίου.5

Η περίοδος από τον 4ο έως το 2ο αι. π.Χ. είναι η περίοδος της ακμής της πόλης. Η σημασία της, ως πόλης του κράτους των Σπαρτοκιδών, επιβεβαιώνεται έμμεσα από ένα γεγονός, που συνδέεται με τη δυναστική έριδα μεταξύ των γιων του Παιρισάδη Α΄ (349/48-310/309 π.Χ.), στα τέλη 4ου αι. π.Χ. Ένας απ’ αυτούς, ο Πρύτανης, μετά από μια αποτυχημένη απόπειρα επανάστασης εναντίον του αδελφού του Ευμήλου στο Παντικάπαιο, προσπάθησε να βρει καταφύγιο στους Κήπους, όπου και δολοφονήθηκε.6 Τα στρώματα του τέλους του 2ου και του 1ου αι. π.Χ. φέρουν ίχνη κάποιας καταστροφής, που συνέβη πιθανότατα στη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου στο Βόσπορο.7 Αργότερα τα κτήρια ανοικοδομήθηκαν με τη χρήση οικοδομικών υλικών από κατεστραμμένα, πρωιμότερα κτήρια.
Στα τέλη του 2ου αι. π.Χ., μαζί με τις άλλες πόλεις του κράτους του Βοσπόρου, οι Κήποι εντάχθηκαν στο βασίλειο του Πόντου του Μιθριδάτη ΣΤ΄ Ευπάτορα. Από τα τέλη του 1ου αι. π.Χ. η πόλη περιήλθε ουσιαστικά στην εξουσία της Ρώμης.

Οι αλλαγές στην οικονομία και τον πολιτισμό των Κήπων κατά τον 3ο-4ο αι. μ.Χ. μαρτυρούν βαθιά οικονομική κρίση και πληθυσμιακές μεταβολές. Τα οικιστικά σύνολα συμπεριλαμβάνουν οικιακά εργαστήρια, ενώ κατασκευάζονται και αποθήκες σιτηρών. Σημαντικό μέρος των κεραμικών αγγείων της εποχής είναι κατασκευασμένα στο χέρι. Ο πληθυσμός της πόλης «βαρβαροποιείται».

Η τελική καταστροφή των Κήπων χρονολογείται στη δεκαετία του 370 μ.Χ. και συνδέεται με την εισβολή των Ούννων.

3. Οικονομία

Η οικονομία της πόλης, όπως μαρτυρεί και η ίδια της η ονομασία, βασιζόταν στη γεωργία, ενώ σημαντικό ρόλο έπαιζε και το εμπόριο. Άλλωστε η πόλη, ήδη από την ίδρυσή της, αποτελούσε σημαντικό εμπορικό κέντρο της περιοχής. Κύριοι εμπορικοί εταίροι των Κήπων ήταν οι μικρασιατικές πόλεις και τα νησιά του Αιγαίου. Στα αρχαϊκά στρώματα των Κήπων βρέθηκε μεγάλος αριθμός οστράκων ιωνικών γραπτών αγγείων, καθώς και αμφορέων της Χίου και της Θάσου.8 Από τις αρχές του 5ου αι. π.Χ. τη θέση των ιωνικών κέντρων στο εμπόριο της πόλης κατέλαβε η Αθήνα, εξέλιξη χαρακτηριστική και για τις άλλες πόλεις του Κιμμερίου Βοσπόρου.
Τον 3ο-2ο αι. π.Χ. οι Κήποι διατηρούσαν εμπορικές σχέσεις με τις πόλεις του Βοσπόρου και της Μεσογείου. Κύρια εμπορεύματα ήταν τα σιτηρά και πιθανότατα τα αλιεύματα, άλλωστε η περιοχή όπου βρίσκονταν οι Κήποι φημιζόταν για τον αλιευτικό της πλούτο.

Εάν κρίνουμε από τις μήτρες πήλινων ειδωλίων και τις τοπικές σφραγίδες αγγείων, οι Κήποι διέθεταν εργαστήρια κοροπλαστών και κεραμέων.9 Στον 1ο αι. π.Χ. χρονολογείται κλίβανος (φούρνος) για όπτηση πήλινων αγγείων.10 Κατά τις ανασκαφές του ναού της Αφροδίτης βρέθηκε μικρό αναθηματικό, σιδερένιο μαχαίρι-κλαδευτήριο αμπέλου (φαλτσέτα) και τμήμα μαρμάρινου πατητηριού, που μαρτυρούν την ανάπτυξη της αμπελουργίας και της οινοποιίας στην πόλη. Στα στρώματα του 2ου-3ου αι. μ.Χ. αποκαλύφτηκαν δύο οινοποιεία.11

4. Μνημεία

Η λατρεία της Αφροδίτης ήταν αναμφίβολα η κύρια λατρεία της πόλης. Άλλωστε, τόσο οι αρχαίοι συγγραφείς, όσο και οι επιγραφές μαρτυρούν τη διάδοση της λατρείας της θεάς, με την επίκληση «Απατούρου», σ’ όλο τον ασιατικό Βόσπορο. Εάν κρίνουμε από εγχάρακτη επιγραφή στη βάση κύλικας του τέλους του 6ου αι. π. Χ., στην πόλη, ήδη από τα αρχαϊκά χρόνια, υπήρχε ναός ή ιερό της Αφροδίτης, με ιερέα κάποιο Μολπαγόρα.12 Το ίδιο μαρτυρούν επίσης, το θραύσμα μαρμάρινης λεκανίδας του 5ου αι. π.Χ. με χαραγμένα τα αρχικά γράμματα του ονόματος της θεάς,13 η αναθηματική επιγραφή στην Αφροδίτη του Σπαρτόκου, γιου του Παιρισάδη, σε μαρμάρινο βάθρο του τέλους του 4ου–των αρχών του 3ου αι. π.Χ.,14 αναθηματικές εγχάρακτες επιγραφές σε όστρακα αγγείων,15 καθώς και η μαρμάρινη κεφαλή της Αφροδίτης, έργο της αλεξανδρινής σχολής, που χρονολογείται στον 3ο-2ο αι. π.Χ.16

Από το μοναδικό ναό που αποκαλύφθηκε στην πόλη σώζονται μόνο τα θεμέλια. Πρόκειται για ναό μικρών διαστάσεων, πιθανότατα εν παραστάσι, στο ανατολικό άκρο της πόλης, που ήταν αφιερωμένος στην Αφροδίτη. Το εμβαδόν του υπολογίζεται στα 30 τ.μ. Εσωτερικά ήταν επενδεδυμένος με πολύχρωμο, γραπτό κονίαμα και έφερε επιστέγαση από κεράμους. Ο ναός οικοδομήθηκε το 2ο και καταστράφηκε τον 1ο αι. π.Χ. Στα ευρήματα του ναού ανήκουν μεταξύ άλλων, μια μικρή μαρμάρινη κεφαλή κούρου ή Απόλλωνα του τέλους του 6ου αι. π.Χ.,17 ένα αναθηματικό μαρμάρινο γυναικείο χέρι με το κέρας της Αμάλθειας18 και ένα μαρμάρινο αγαλματίδιο της Αφροδίτης, έργο αγνώστου Μικρασιάτη γλύπτη, του 2ου αι. π.Χ.19

Στον 1ο αι. μ.Χ. χρονολογούνται τα λουτρά, που ήταν ορθογώνια σε κάτοψη, με δύο πρόσθετους χώρους. Οι τοίχοι ήταν χτισμένοι από ωμόπλινθο και περιβάλλονταν εσωτερικά από καθίσματα, επενδεδυμένα με μαρμάρινα πλακίδια. Τα καθίσματα διέθεταν εσωτερικά αγωγούς για ζεστό αέρα. Βόρεια και ανατολικά του κτηρίου περνούσε ο υδραγωγός, κατασκευασμένος από πρόχειρα κατεργασμένους λίθους με επικάλυψη από λίθινες πλάκες και κεράμους. Στη θέση της εισόδου στα λουτρά, κάτω από τον τοίχο, ο αγωγός αποτελείτο από κεραμικούς σωλήνες, που επικάλυπταν άλλους, εσωτερικούς σωλήνες από μόλυβδο, με μικρότερη διάμετρο.20

Έως τώρα στην πόλη δε βρέθηκαν οχυρωματικά τείχη. Άλλωστε οι πηγές σιωπούν για την ύπαρξή τους. Τον 1ο αι. μ.Χ. η βόρεια πλευρά της πόλης περιβλήθηκε από οχυρωματικό ανάχωμα, που κατασκευάστηκε σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα.

Βόρεια της πόλης βρίσκεται το νεκροταφείο των Κήπων. Ανατολικά του νεκροταφείου, καθώς επίσης βόρεια και νότια της πόλης υπάρχουν τύμβοι, άλλοι κατά συστάδες και άλλοι τοποθετημένοι αλυσιδωτά, κατά μήκος του όρους Τσιμπάλκα. Το νεκροταφείο ερευνήθηκε την περίοδο 1959-1970.21 Συνολικά ανασκάφτηκαν περί τα 60 στρέμματα και βρέθηκαν πάνω από 400 ταφές, που χρονολογούνται από το β΄ μισό του 6ου αι. π.Χ. έως τον 3ο αι. μ.Χ.

Για τον 6ο-5ο αι. π.Χ. χαρακτηριστικές είναι οι ταφές σε ορθογώνιους ή ωοειδείς λάκκους, οι ταφές με επένδυση από ωμοπλίνθους και οι παιδικές ταφές σε αμφορείς. Οι σκελετοί βρέθηκαν ως επί το πλείστον τοποθετημένοι ανάσκελα, με ανατολικό προσανατολισμό, ενώ σπάνιος ήταν ο ενταφιασμός σε συνεσταλμένη (εμβρυακή) στάση. Στα κτερίσματα συμπεριλαμβάνονται απλά ή γραπτά πήλινα αγγεία, ενώ στις ανδρικές ταφές συχνά απαντά οπλισμός.

Στο τμήμα του νεκροταφείου που ανασκάφτηκε έως σήμερα, οι ταφές του 4ου αι. π.Χ. απουσιάζουν. Η μεγαλύτερη ομάδα των ταφών χρονολογείται στον 3ο-1ο αι. π.Χ. Στη διάρκεια αυτής της περιόδου διατηρούνται οι ίδιοι τύποι ταφών, ενώ παράλληλα εμφανίζονται κεραμοσκεπείς τάφοι,22 τάφοι λαξευμένοι στο υπέδαφος23 και ταφές σε λάκκο με πλαϊνό θάλαμο.24

Ενώ τα ταφικά έθιμα που εντοπίζονται είναι ως επί το πλείστον ελληνικά, ο τελευταίος τύπος των ταφών συσχετίζεται με τους Σαρμάτες, που εμφανίστηκαν στην περιοχή τον 3ο αι. π.Χ. Ο ενταφιασμός ακολουθεί τους τύπους της προηγούμενης περιόδου, αλλά ταυτόχρονα εμφανίζεται και καύση νεκρών. Η καύση γινόταν είτε στον ταφικό λάκκο είτε δίπλα του και ακολουθούσε η τοποθέτηση της τέφρας σε αγγεία-τεφροδόχους. Τα κτερίσματα αυτής της εποχής είναι πολυάριθμα: πήλινα αγγεία, τοπικής κυρίως παραγωγής, χάντρες και νομίσματα του Βοσπόρου. Στις ταφές του 3ου-1ου αι. π. Χ. ο οπλισμός απουσιάζει. Χαρακτηριστικό στοιχείο των ταφικών εθίμων της εποχής είναι οι μνημόσυνες τράπεζες, με τις οποίες συνδέονται οι σωζόμενες εσχάρες για χοές και τα μικρών διαστάσεων τραπέζια από ασβεστόλιθο. Οι τράπεζες συχνά συνοδεύονταν από τελετουργική καύση θυσιαστήριων προσφορών και από σπάσιμο αγγείων. Στους λαξευμένους στο υπέδαφος τάφους συχνά ενταφίαζαν σκύλους, καθώς επίσης κεφαλές ίππων ή αγελάδων. Στη διάρκεια της περιόδου εξαπλώνεται η παράδοση της τοποθέτησης ταφικών στηλών, με ανάγλυφες παραστάσεις ανδρικών και γυναικείων μορφών, ιππέων, αλλά και στηλών ανθρωπόμορφων.

Κατά τους πρώτους αιώνες μ.Χ. το νεκροταφείο συρρικνώνεται και οι ταφές συγκεντρώνονται στο βόρειο τμήμα του. Όπως και κατά τις πρωιμότερες περιόδους, επικρατεί ο ενταφιασμός σε ωοειδείς λάκκους, ενώ οι λαξευμένοι στο υπέδαφος τάφοι γίνονται μεγαλύτεροι και αποκτούν δρόμους. Συχνά απαντά και ο ενταφιασμός σε λάκκους με πλαϊνό θάλαμο. Επικρατέστερη εμφανίζεται η ανάσκελη στάση του νεκρού, ενώ σε σπάνιες περιπτώσεις απαντά και η συνεσταλμένη (εμβρυακή) στάση. Η καύση και οι μνημόσυνες τράπεζες εξαφανίζονται. Τα κτερίσματα εξακολουθούν να είναι πολυάριθμα. Στις ανδρικές ταφές επανεμφανίζεται ο οπλισμός. Όπως και κατά την πρωιμότερη περίοδο, συνεχίζεται η τοποθέτηση ταφικών στηλών.

1. Η πόλη ανασκάφτηκε την περίοδο 1957-1972, υπό τη διεύθυνση αρχικά του N. Sokolsky και της N. Sorokina, και την περίοδο 1984-1989 από το V. Kuznetsov. Βλ. Сокольский Н.И., «Раскопки в Кепах в 1957 г.», КСИИМК 78 (1969), σελ. 53-63· Сокольский, Н.И., «Работы в Кепах в 1958 г.», КСИА 83 (1961), σελ. 66-72· Сокольский, Н.И., «Раскопки в Кепах в 1959 г.», КСИА 86 (1961), σελ. 55-65· Сокольский, Н.И., «Раскопки в Кепах в 1960 г.», КСИА 91 (1962), σελ. 83-91· Сокольский, Н.И., «Раскопки городища Кепы в 1961 г.», КСИА 95 (1963), σελ. 52-59· Сокольский, Н. И., «Кепы» στο Античный город (1963), σελ. 97-114· Kuznetsov, V.D., «Kepoi-Phanagoria-Taganrog», στο  Grammenos, D.V. –  Petropoulos, E.K. (επιμ.), Ancient Greek Colonies in the Black Sea 2 (Thessaloniki 2003), σελ. 895-897.

2. Ψ.-Σκύλ. 5.72· Ψ.-Σκύμν. 899· Αισχ. 3.171· Διόδ. 20.24· Στράβ. 11.2.10· Πλίν., HN 6.18· Πομπ. Μ. 1.112.

3. Николаева, Э.Я., «О времени основания Кеп», στo  Проблемы греческой колонизации Северного и Восточного Причерноморья, Материалы 1 Всесоюзного симпозиума по древней истории Причерноморья, Цхалтубо – 1977 (Тбилиси 1979), σελ. 142-145.

4. Ανώτατος κυβερνήτης του κράτους του Βοσπόρου, ο οποίος τον 4ο αι. π.Χ. συνήθως επίσημα τιτλοφορείται «άρχων Βοσπόρου και Θεοδοσίας και βασιλεύων [τοπικών φυλών]».

5. Αισχ. 3.171. Βλ. επίσης, Кошеленко, Г.А. – Усачева, О.М., «Гилон i Кепи», Археологiя 2 (1992), σελ. 51-56.

6. Διόδ. 20.24.

7. Maslennikov, A.A., Οι αρχαίοι Έλληνες στο Βόρειο Εύξεινο Πόντο (Θεσσαλονίκη 2000), σελ. 103.

8. Николаева, Э.Я., «О времени основания Кеп», στο  Проблемы греческой колонизации Северного и Восточного Причерноморья, Материалы 1 Всесоюзного симпозиума по древней истории Причерноморья, Цхалтубо – 1977 (Тбилиси 1979), σελ. 143-144.

9. Сокольский, Н.И., «О гончарном производстве в азиатской части Боспора», КСИА116 (1969), σελ. 61· Николаева, Э.Я, «Терракоты города Кеп», στο Терракотовые статуэтки. Придонье и Таманский полуостров, САИ Г1-11 (Москва1974), σελ. 13-16· Сорокина, Н.П., «Терракоты из некрополя Кеп», στο Терракотовые статуэтки. Придонье и Таманский полуостров, САИ Г1-11 (Москва 1974), σελ. 16-20· Усачева, О.Н., «Терракотовые статуэтки из кургана вблизи Кеп», КСИА 174 (1983), σελ. 77-82.

10. Сокольский, Н.И., «О гончарном производстве в азиатской части Боспора», КСИА116 (1969), σελ. 61-62.

11. Усачева, О.Н. – Сорокина, Н.П., «Кепы», στο  Кошеленкo, Г.А. – Кругликова, И.Т. –  Долгоруков, В.С. (επιμ.), Античные города Северного Причерноморья (Москва 1984), σελ. 84.

12. Соколь­ский, Н.И., «Культ Афродиты в Кепах конца 6 – 5 в. до н.э.», ВДИ 4 (1973), σελ. 88-91.

13. Соколь­ский, Н.И., «Культ Афродиты в Кепах конца 6 – 5 в. до н.э.», ВДИ 4 (1973), σελ. 91-92.

14. Белова, Н.С., «Посвятительная надпись из Кеп», ВДИ 2 (1970), σελ. 65-72.

15. Усачева, О.Н.– Сорокина, Н.П., «Кепы», στο  Кошеленко, Г.А. – Кругликова, И.Т. – Долгоруков, В.С. (επιμ.), Античные города Северного Причерноморья (Москва 1984), σελ. 84.

16. Tsetskhladze, G.R. – Kuznetsov, V.D., «On the Cult of Aphrodite in Kepoi», στο Tsetskhladze, G.R. – Prag, A.J.N.W. –  Snodgrass, A.M. (επιμ.), PERIPLOUS. Papers on Classical Art and Archaeology Presented to Sir John Boardman (London 2000), σελ. 353-360.

17. Ύψος 0,118 μ. Μόσχα, Κρατικό Ιστορικό μουσείο. Βλ. Сокольский, Н.И., «Курос из Кеп», СА 2 (1962), σελ. 132-141· Kobylina, M.M., La sculpture antique sur le littoral nord de la Mer Noire (Moscou 1972), πίν. I.

18. Кошеленко, Г.А. –  Кругликова, И.Т. –  Долгоруков, В.С. (επιμ.), Античные города Северного Причерноморья (Москва 1984), πίν. XLIV, 7.

19. Ύψος 0,62 μ. Μόσχα, Κρατικό Ιστορικό μουσείο. Kobylina, M.M., La sculpture antique sur le littoral nord de la Mer Noire (Moscou 1972), πιν. XV.

20. Усачева, О.Н. – Сорокина, Н.П., «Кепы», στο Кошеленко, Г.А. – Кругликова, И.Т. –  Долгоруков, В.С. (επιμ.), Античные города Северного Причерноморья (Москва 1984), σελ. 84.

21. Сорокина, Н.П., «Раскопки некрополя в Кепах в 1959-1960 гг.», КСИА 91 (1962), σελ. 98-106· Сорокина, Н.П., «Раскопки некрополя Кеп в 1961 г.», КСИА 95 (1963), σελ. 60-65, Сорокина, Н.П. – Сударев, Н.И., «Оружие из некрополя Кеп», Древности Боспора 5 (2002), σελ. 234-240.

22. Τάφοι λαξευμένοι στο έδαφος, καλυμμένοι με μεγάλες πήλινες πλάκες.

23. Παράλληλα με τους κτιστούς τάφους, σε ορισμένες περιοχές του Κιμμερίου Βοσπόρου ήταν διαδεδομένοι οι τάφοι, οι νεκρικοί θάλαμοι των οποίων ήταν λαξευμένοι στο σκληρό πηλώδες υπέδαφος. Ο αντίστοιχος ρωσικός όρος είναι «грунтовой склеп».

24. Διαδεδομένος στο Βόρειο Εύξεινο τύπος ταφικής κατασκευής, η οποία αποτελείται από λάκκο, στην παρειά του οποίου ήταν λαξευμένος ειδικός χώρος για την τοποθέτηση του νεκρού. Ο αντίστοιχος ρωσικός όρος είναι «подбойная могила».

     
 
 
 
 
 

Δελτίο λήμματος

 
press image to open photo library
 

>>>