Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Εύξεινος Πόντος ΙΔΡΥΜΑ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
z
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Αναζήτηση με το γράμμα ΑΑναζήτηση με το γράμμα ΒΑναζήτηση με το γράμμα ΓΑναζήτηση με το γράμμα ΔΑναζήτηση με το γράμμα ΕΑναζήτηση με το γράμμα ΖΑναζήτηση με το γράμμα ΗΑναζήτηση με το γράμμα ΘΑναζήτηση με το γράμμα ΙΑναζήτηση με το γράμμα ΚΑναζήτηση με το γράμμα ΛΑναζήτηση με το γράμμα ΜΑναζήτηση με το γράμμα ΝΑναζήτηση με το γράμμα ΞΑναζήτηση με το γράμμα ΟΑναζήτηση με το γράμμα ΠΑναζήτηση με το γράμμα ΡΑναζήτηση με το γράμμα ΣΑναζήτηση με το γράμμα ΤΑναζήτηση με το γράμμα ΥΑναζήτηση με το γράμμα ΦΑναζήτηση με το γράμμα ΧΑναζήτηση με το γράμμα ΨΑναζήτηση με το γράμμα Ω

Νεάπολις Σκυθίας

Συγγραφή : Παλαιοθόδωρος Δημήτρης (10/6/2008)

Για παραπομπή: Παλαιοθόδωρος Δημήτρης, «Νεάπολις Σκυθίας», 2008,
Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Εύξεινος Πόντος
URL: <http://www.ehw.gr/l.aspx?id=12527>

Νεάπολις Σκυθίας (12/1/2009 v.1) Scythian Neapolis (2/12/2010 v.1) 
 

1. Θέση – Ονομασία

Η Νεάπολη της Σκυθίας ήταν η πρωτεύουσα του βασιλείου των Σκυθών κατά το 2ο και τον 1ο αι. π.Χ. Εντοπίζεται στη θέση Kermenchik, στα περίχωρα της Συμφερόπολης στην Ουκρανία. Αν και το όνομά της ήταν ελληνικό, δεν υπάρχουν στοιχεία που να συνηγορούν στην υπόθεση ότι οι Έλληνες εμπλέκονται καθ’ οιονδήποτε τρόπο στην ίδρυσή της. Η ερμηνεία της επιλογής του ελληνικού ονόματος πρέπει μάλλον να αναζητηθεί στη φιλελληνική πολιτική των Σκυθών βασιλέων της Ελληνιστικής περιόδου.

Η ίδρυση της πόλης έγινε στα ερείπια ενός παλαιότερου σκυθικού οικισμού, που είχε σύντομη διάρκεια, καθώς χρονολογείται στον ύστερο 4ο αι. και στις αρχές του 3ου αι. π.Χ. Παρά τις παλαιότερες εκτιμήσεις, θεωρείται σήμερα βέβαιο ότι δεν υπάρχει συνέχεια μεταξύ του μικρού αυτού οικισμού του πολιτισμού Kizil-Koba και της ισχυρής οχυρής θέσης που άκμασε στη Μέση Ελληνιστική περίοδο.1

2. Ιστορία των ανασκαφών

Η αρχαιολογική έρευνα στη θέση Kermenchik ξεκίνησε το 1827 από το Αρχαιολογικό Μουσείο της Οδησσού. Την περίοδο εκείνη οι κάτοικοι των γύρω ταταρικών χωριών λιθολογούσαν τη θέση, πρακτική που εφαρμοζόταν έως και τις αρχές του 20ού αιώνα. Ο ανασκαφέας I.P. Blaramberg αμέσως ταύτισε τη θέση με την πρωτεύουσα του βασιλείου του Σκιλούρου, τη σκυθική Νεάπολη.2 Μεταξύ των πρώιμων ευρημάτων περιλαμβάνονταν σημαντικά έργα, όπως ένας ανάγλυφος ιππέας, που ταυτίζεται με το γιο του Σκιλούρου, το βασιλιά Πάλακο, μια σειρά από ανάγλυφα, όπου πιστεύεται ότι απεικονίζεται ο Σκιλούρος με τους γιους του,3 και μία ενεπίγραφη βάση αγάλματος με το όνομά του.

Οι έρευνες συνεχίστηκαν σποραδικά κατά το 19ο αιώνα, ενώ η συστηματική ανασκαφή του οικισμού ξεκίνησε το 1945, υπό την επίβλεψη του P.N. Schultz, και διήρκεσε έως τα μέσα της δεκαετίας του 1950. Από το 1978 έως σήμερα οι ανασκαφές διενεργούνται από Ουκρανούς αρχαιολόγους, με πιο πρόσφατο υπεύθυνο το Yuri Zajcev, στον οποίο οφείλονται και οι περισσότερες πρόσφατες δημοσιεύσεις, τόσο στη ρωσική όσο και στην αγγλική γλώσσα.

3. Αρχαιολογικά κατάλοιπα

3.1. Οικιστική αρχιτεκτονική

Η πρώτη φάση της ζωής του οικισμού συνδέεται με μια σειρά αγροικιών ελληνικού τύπου, που χρονολογείται με βάση τα ευρήματα ενσφράγιστων λαβών ροδιακών αμφορέων γύρω στο 180 π.Χ. ή ίσως λίγο αργότερα.4 Ο οικισμός φαίνεται πως ήταν αποτέλεσμα μιας γενικότερης κινητικότητας νομαδικών σκυθικών πληθυσμών στην κεντρική Κριμαία, υπό την πίεση της προέλασης των σαρματικών φύλων. Μια νέα σκυθική ελίτ συνενώθηκε με τα προηγούμενα ταυροσκυθικά φύλα που ήταν μόνιμα εγκατεστημένα στην περιοχή. Στα μέσα του 2ου αι. π.Χ., ή ίσως λίγο αργότερα, δηλαδή γύρω στο 140 π.Χ., ο τοπικός οικισμός άρχισε να ακμάζει, καταλαμβάνοντας έκταση περίπου 30 εκταρίων, όπου ξεχώριζε η ακρόπολη στο βόρειο τμήμα της θέσης. Οι οικίες ήταν υπόσκαφες, κάτι που χαρακτηρίζει την περιοχή της Κριμαίας ήδη από την Αρχαϊκή περίοδο.

Ένα κτήριο σχετικά μεγάλων διαστάσεων εμφανίστηκε στο νότιο τμήμα του οικισμού, το λεγόμενο «πρώιμο μέγαρο». Το κτήριο ανακατασκευάστηκε περίπου το 135 π.Χ. σε αυτό που αποκαλείται σήμερα «μέγαρο Ν» και στην πραγματικότητα ταυτίζεται με το ανάκτορο που έχτισε ο Σκιλούρος όταν οχύρωσε τη Νεάπολη, μαζί με άλλες θέσεις, όπως οι Χάβαι και Παλάκιον.5 Η νότια οχύρωση χρονολογείται στην ίδια περίοδο και σχεδιάστηκε σε σχέση με το μέγαρο, καθώς η κύρια πύλη της οδηγεί εκεί. Η θέση καταστράφηκε σύντομα από πυρκαγιά, που οφείλεται σε σαρματική επιδρομή ή, πιθανότερα, σε άγνωστη φυσική αιτία. Σύντομα, το οχυρό ξαναχτίστηκε, αλλά η οικοδομική δραστηριότητα δεν ήταν ιδιαίτερη, με εξαίρεση το νότιο ανάκτορο στην περιοχή της κεντρικής πύλης και το μαυσωλείο.

Το νότιο ανάκτορο είναι ένα σύμπλεγμα κτηρίων συνολικού εμβαδού 2.500 τ.μ. Ξεχωρίζει το μέγαρο Ν, ένα κτήριο μήκους 25 και πλάτους 10 μ. με δωρικούς κίονες στην πρόσοψη, διάκοσμο από μαρμάρινα αγάλματα ελληνικού ρυθμού και δίριχτη στέγη με κεραμίδες ελληνικού τύπου από τη Σινώπη. Είχε μόνο μία τεράστια αίθουσα ακροάσεων με πολύ ισχυρούς τοίχους πάχους 1,5 μ. Ο δυτικός τοίχος έφερε γραπτό διάκοσμο με φυτικά θέματα. Στο κέντρο υπήρχε μία εστία. Πίσω από αυτή βρέθηκε ένας θυσιαστήριος λάκκος, που πιθανότατα ήταν αφιερωμένος στους θεούς του Κάτω Κόσμου. Μεγάλος αριθμός πήλινων θυμιατηρίων και βωμίσκων με ζωηρή γραπτή διακόσμηση βρέθηκαν τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό του μεγάρου. Στο εσωτερικό βρέθηκαν και θραύσματα αγαλμάτων, ένα Εκαταίο και το άγαλμα μιας γυναικείας θεότητας, πιθανότατα της Διταγοίας. Άλλα ευρήματα μαρτυρούν τη λατρεία του Διός.6

3.2 Το μαυσωλείο του Αργότου

Το μέγαρο περιβαλλόταν από οικίες και από μία κατασκευή με τρία δωμάτια, που επικοινωνούσε με ένα πατητήρι. Ακριβώς μπροστά στο ανάκτορο, μεταξύ του μεγάρου και της κεντρικής πύλης, βρέθηκε το μαυσωλείο του Αργότου, που πιθανότατα ήταν ο προκάτοχος του Σκιλούρου. Η ταυτότητά του μας είναι γνωστή από έμμετρο επίγραμμα το οποίο βρέθηκε το 1999 και αναφέρεται στον κοίρανο Αργότο, που ο διάδοχός του τον έθαψε στο εν λόγω μαυσωλείο. Η υπόθεση των ανασκαφέων είναι ότι ο Αργότος πέθανε στην πυρκαγιά και θάφτηκε εκεί από το διάδοχό του, το Σκιλούρο. Η επιγραφή λογικά αποτελεί τμήμα του βάθρου ενός χάλκινου έφιππου ανδριάντα που επέστεφε το μαυσωλείο.

Ακριβώς έξω από την κεντρική πύλη εντοπίστηκε το 1945 από το Σοβιετικό αρχαιολόγο P.N. Schultz ένα μεγάλο τετράπλευρο κτήριο, το οποίο αρχικά περιείχε ένα μόνο νεκρό και τρεις ταφές αλόγων. Βρέθηκαν ίχνη ενός μαρμάρινου θρόνου, όπου ήταν καθισμένος ο νεκρός αρχικά, καθώς και αντικείμενα από την πανοπλία του: ένα σιδερένιο κράνος αττικού τύπου, ένα ξίφος κελτικού τύπου, αιχμές βελών και λόγχεων. Πολυάριθμα χρυσά αντικείμενα που διακοσμούσαν το ένδυμα του νεκρού βρέθηκαν μαζί με τα όπλα. Σε δεύτερη φάση, θάφτηκαν στο κτήριο άλλα εβδομήντα άτομα, ίσως αξιωματούχοι και δούλοι του βασιλιά. Αργότερα, ο νεκρός απομακρύνθηκε από την αρχική θέση του και θάφτηκε κρυφά σε ένα λίθινο τάφο.7 Κοντά στο μαυσωλείο βρέθηκε ένας πήλινος βωμός με ανάγλυφη διακόσμηση από ταινίες και βουκράνια, που μοιάζει με τα αντίστοιχα ευρήματα από το μέγαρο Ν.

4. Η καταστροφή της Νεάπολης

Η πόλη του Σκιλούρου καταστράφηκε γύρω στο 114-112 ή το 108 π.Χ.8 Τα δραματικά γεγονότα που συνδέονται με την καταστροφή αφηγείται εκτενώς μία επιγραφή που ανακαλύφθηκε το 19ο αιώνα στην Ταυρική χερσόνησο.9 Ο Διόφαντος από τη Χερσόνησο, στρατηγός του Μιθριδάτη Στ', όχι μόνο απέκρουσε την επιδρομή των πολυάριθμων Σκυθών του βασιλιά Πάλακου, αλλά κατέλαβε τις θέσεις Χάβαι και Νεάπολη. Έπειτα από ένα χρόνο απραξίας, οι Σκύθες επαναστάτησαν εκ νέου κατά της αρχής του Μιθριδάτη, και ο Διόφαντος επιτέθηκε ξανά και κατέστρεψε τα οχυρά. Πιθανόν κατά τη διάρκεια κάποιας από τις δύο επιδρομές, οι αρχές φρόντισαν την απομάκρυνση της σορού του Σκιλούρου από την αρχική της θέση μέσα στο μαυσωλείο.

Παρά την οχυρή της θέση, η Νεάπολις δεν ανέκαμψε ποτέ. Παρέμεινε ένα μέτριου μεγέθους πόλισμα έως και τον τρίτο αιώνα μ.Χ. Οι μαρτυρίες για την πόλη κατά τη Ρωμαϊκή περίοδο διασώζονται κυρίως από τα νεκροταφεία της. Είναι αμφίβολο πότε ακριβώς εγκαταλείφθηκε. Η πρωιμότερη έρευνα συνέδεε την εγκατάλειψη της θέσης με τις γοτθικές επιδρομές στην περιοχή του Βοσπόρου, κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Γαλλιηνού (252-254). Σήμερα όμως, η εκτενής στρωματογραφική έρευνα στη Νεάπολη, αλλά και η μελέτη του υλικού από τις νεκροπόλεις, υποδεικνύει μια πρωιμότερη χρονολογία εγκατάλειψης, άσχετη με τις γοτθικές μετακινήσεις, αλλά πιθανότατα οφειλόμενη σε σαρματικές επιδρομές, πριν από το 240 μ.Χ.10

1. Zajcev, Y., “Absolute and Relative Chronology of Scythian Neapolis in the 2nd century BC”, στο Stolba, V.F. – Hannestad, L. (επιμ.), Chronologies of the Black Sea Area in the Period c. 400-100 BC (Aarhus 2005), σελ. 259-273.

2. Zajcev, Y., The Scythian Neapolis (2nd century BC to 3rd century AD). Investigations into the Graeco-Barbarian city on the northern Black Sea coast (BAR International Series 1219, Oxford 2004), σελ. 1.

3. Zajcev, Y., The Scythian Neapolis (2nd century BC to 3rd century AD). Investigations into the Graeco-Barbarian city on the northern Black Sea coast (BAR International Series 1219, Oxford 2004), σελ. 121-124, εικ. 69-72 (ανάγλυφο Πάλακου), σελ. 120, εικ. 67-68 (ανάγλυφο Σκύλουρου με του γιους του).

4. Zajcev, Y., The Scythian Neapolis (2nd century BC to 3rd century AD). Investigations into the Graeco-Barbarian city on the northern Black Sea coast (BAR International Series 1219, Oxford 2004), σελ. 83, εικ. 24·  Zajcev, Y., “Absolute and Relative Chronology of Scythian Neapolis in the 2nd century BC”, στο Stolba, V.F. – Hannestad, L. (επιμ.), Chronologies of the Black Sea Area in the Period c. 400-100 BC (Aarhus 2005), σελ. 270-273.

5. Στράβ. 7, 4.7.

6. Zajcev, Y., The Scythian Neapolis (2nd century BC to 3rd century AD). Investigations into the Graeco-Barbarian city on the northern Black Sea coast (BAR International Series 1219, Oxford 2004), σελ. 49-52.

7. Zajcev, Υ., “Absolute and Relative Chronology of Scythian Neapolis in the 2nd century BC”, στο Stolba, V.F. – Hannestad, L. (επιμ.), Chronologies of the Black Sea Area in the Period c. 400-100 BC (Aarhus 2005), σελ. 259-273· Burgunder, P., “Le royaume scythique de Skilouros dans ses relations avec les Grecs”, Association Suisse d’Archéologie Classique, Bulletin (2007), σελ. 14-16.

8. Zajcev, Y., “Absolute and Relative Chronology of Scythian Neapolis in the 2nd century BC”, στο Stolba, V.F. – Hannestad, L. (επιμ.), Chronologies of the Black Sea Area in the Period c. 400-100 BC (Aarhus 2005), σελ. 259-273.

9. IOSPE I  352. Βλ. Burgunder, P., “Le royaume scythique de Skilouros dans ses relations avec les Grecs”, Association Suisse d’Archéologie Classique, Bulletin (2007), σελ. 10, σημ. 2.

10. Zajcev, Y., The Scythian Neapolis (2nd century BC to 3rd century AD). Investigations into the Graeco-Barbarian city on the northern Black Sea coast (BAR International Series 1219, Oxford 2004), σελ. 40.

     
 
 
 
 
 

Δελτίο λήμματος

 
press image to open photo library
 

>>>