Κελερμές

1. Τοπογραφία

Τα νεκροταφεία του Κελερμές βρίσκονται πλησίον του χωριού Κελερμέσκαγια, 25 χλμ. βόρεια της πόλης Μαϊκόπ, στην Αυτόνομη Δημοκρατία της Αντιγκέα της Ρωσικής Ομοσπονδίας. Το νεκροταφείο των τύμβων στο Κελερμές εκτείνεται πάνω σε οροπέδιο, κατά μήκος της δεξιάς όχθης του ποταμού Αϊριούς, παραποτάμου του Ούλκι. Νοτιοανατολικά των τύμβων του Κελερμές εκτείνεται ένα νεκροταφείο με λακκοειδείς τάφους.

2. Ιστορία της έρευνας

Οι πρώτες ανασκαφές στο Κελερμές έγιναν τα έτη 1903, 1904 και 1908 από τους D.G. Schulz και N.I. Veselovsky και αφορούσαν την ανασκαφή των τύμβων, κάποιοι από τους οποίους είχαν συλληθεί στο παρελθόν. Οι εργασίες αυτές αποκάλυψαν έξι πρώιμους σκυθικούς τάφους και πάνω από εννέα τύμβους της εποχής του Χαλκού.

Οι εκτεταμένες συμπληρωματικές ανασκαφές του νεκροταφείου, που τις διεξήγαγε αρχαιολογική αποστολή του Μουσείου Hermitage τη δεκαετία του 1980, είχαν στόχο την καλύτερη αξιολόγηση της γενικότερης εικόνας του μνημείου και την αποπεράτωση της ανασκαφής ορισμένων τύμβων, που είχαν ερευνηθεί τμηματικά στις αρχές του 20ού αιώνα.

3. Περιγραφή

Σήμερα η εικόνα του μνημείου έχει ως επί το πλείστον διευκρινιστεί. Το νεκροταφείο των τύμβων του Κελερμές περιλαμβάνει συνολικά 44 τύμβους, που συνθέτουν δύο ομάδες. Στην κύρια ομάδα ανήκουν 31 τύμβοι, οι οποίοι εκτείνονται αλυσιδωτά, σε απόσταση 2 χλμ. με κατεύθυνση από βορειοδυτικά προς βορειοανατολικά. Ορισμένοι από αυτούς τους τύμβους αποτέλεσαν το αντικείμενο έρευνας των πρώιμων ανασκαφών του νεκροταφείου, που διεξήχθησαν με τη μέδοθο των τομών. Γι’ αυτό και τα αποτελέσματα των ανασκαφών του D.G. Schulz παρουσιάζουν αρκετή ασάφεια. Σαφέστερες είναι οι αναφορές του N.I. Veselovsky, ο οποίος ανέσκαψε κάποιους από τους τύμβους.

Από την περιγραφή τους γνωρίζουμε ότι ορισμένοι τύμβοι διέθεταν τάφους με ξύλινη επιστέγαση. Το ύψος των επιχώσεων σε σχέση με τη διάμετρο των τύμβων δεν ήταν ιδιαίτερα μεγάλο. Αναφέρουμε ως παράδειγμα τον τύμβο 1, που είχε ύψος 2,25 μ. και περίμετρο περί τα 200 μ. Η κεντρική ταφή του, σχεδόν τετράγωνη σε κάτοψη, με διαστάσεις 10,70×10,65 μ. εντοπίστηκε σε βάθος 2,20 μ. Στην έδραση του τάφου βρέθηκαν 20 εσοχές για την τοποθέτηση ξύλινων πασσάλων που συγκρατούσαν την ξύλινη επιστέγαση. Κατά μήκος του βόρειου τοίχου του τάφου ήταν τοποθετημένα κεραμικά και μεταλλικά αγγεία. Το δυτικό και νότιο τοίχο καταλάμβαναν αντίστοιχα 12 ταφές αλόγων, που συνόδευαν την κεντρική ταφή.1 Οι νεκροί ήταν τοποθετημένοι πάνω σε ξύλινο επίστρωμα. Σε ορισμένες περιπτώσεις οι σκελετοί έφεραν ίχνη σκούρας ώχρας, στοιχείο χαρακτηριστικό των φυλετικών ταφικών εθίμων. Τα κτερίσματα των τύμβων περιλάμβαναν κυρίως οπλισμό, αγγεία και πλουσιότατα δείγματα ιπποσκευής.

Οι τελευταίες ανασκαφές αποκάλυψαν πέντε επιπλέον τύμβους, που περιλάμβαναν συνολικά 50 ταφές της εποχής του Χαλκού. Το σημαντικότερο όμως αποτέλεσμα των νεότερων ερευνών ήταν η αποκάλυψη ενός μαιωτικού νεκροταφείου λακκοειδών τάφων της Αρχαϊκής εποχής, πλησίον της περιοχής των τύμβων. Όλες αυτές οι λακκοειδείς ταφές, με κύριο χαρακτηριστικό την παρουσία στοιχείων των μαιωτικών ταφικών εθίμων, ανήκουν πιθανότατα σε μία από τις μαιωτικές φυλές.2 Ορισμένες ταφές περιλάμβαναν ενταφιασμό αλόγων, ενώ σε άλλες εντοπίστηκαν λίθινες θυσιαστήριες πλάκες. Στο νεκροταφείο απαντούν και γυναικείες ταφές με οπλισμό, οι οποίες επιβεβαιώνουν τις πληροφορίες των γραπτών πηγών για την ύπαρξη γυναικών πολεμιστών ανάμεσα στους Μαιώτες (φυλές που ζούσαν στην περιοχή της Μαιώτιδος). Το νεκροταφείο αυτό χρονολογείται στην Αρχαϊκή περίοδο και παρουσιάζει πολλά κοινά στοιχεία με την ομάδα των πρώιμων ταφών του Ουστ-Λιάμπινσκ, τον 7ο-6ο αι. π.Χ.3

4. Ευρήματα

Το νεκροταφείο των τύμβων στο Κελερμές φημίζεται για τα πρώιμα ευρήματα σκυθικής αρχαϊκής τέχνης. Μεταξύ των κτερισμάτων του τύμβου 1 διακρίνονται τα χάλκινα και χρυσά τμήματα διακόσμου ιπποσκευής,4 στα οποία ανήκουν και ολόγλυφες μορφές της σκυθικής ζωόμορφης τέχνης,5 ένα χρυσό επίρραπτο έλασμα σε μορφή πάνθηρα του 7oυ αι. π.Χ.,6 σειρά χρυσών διακοσμητικών ελασμάτων θήκης οπλισμού,7 η θήκη ακινάκη της Αρχαϊκής εποχής με περίτεχνες εγχάρακτες παραστάσεις και πολύχρωμο διάκοσμο, καθώς και ένα αρχαϊκό σκυθικό ξίφος, από τα πρωιμότερα δείγματα του σκυθικού επιθετικού οπλισμού.8 Στην ομάδα του οπλισμού ανήκει επίσης ένας χρυσός πέλεκυς, που βρέθηκε στην κεντρική ταφή του τύμβου, σύμβολο της υψηλής κοινωνικής θέσης του κατόχου στη σκυθική φυλετική αριστοκρατία.9 Σχετικά με την ερμηνεία της ανθρώπινης μορφής, με έντονα ανατολικά χαρακτηριστικά, η οποία παριστάνεται στην επένδυση του πελέκεως άλλοι θεωρούν ότι παραπέμπει στα μοτίβα του πολιτισμού της Ουράρτου (Βιβλικό Αραράτ) και άλλοι ότι πρόκειται για απεικόνιση Σκύθη πολεμιστή.10 Σε κάθε περίπτωση δεν γεννάται αμφιβολία για την ιρανική της προέλευση.

Από τα ευρήματα του τύμβου 2 αναφέρουμε ενδεικτικά δύο χάλκινες περικεφαλαίες και μία αιχμή χάλκινου δόρατος με επένδυση χρυσού.11 Ξεχωριστή ομάδα αποτελούν τα στοιχεία διακόσμου ιπποσκευής, παρόντα σε όλους τους τύμβους, έργα χαρακτηριστικά της σκυθικής ζωόμορφης τέχνης.

Στα σημαντικότερα ευρήματα του νεκροταφείου ανήκει το αργυρό κάτοπτρο, επενδυμένο με χρυσό, του β΄ τετάρτου ή των μέσων του 4ου αι. π.Χ. (ανασκαφές του D.G. Schulz, τύμβος 1).12 Πρόκειται για εξαίρετο εύρημα, το οποίο φυλάσσεται στο Μουσείο Hermitage στην Αγία Πετρούπολη. Η διάμετρός του είναι 17,3 εκ. και το βάρος του 855 γραμμ. Η πίσω πλευρά του κατόπτρου καλύπτεται με φύλλο από ήλεκτρο με εγχάρακτες παραστάσεις, μεταξύ των οποίων παρίστανται η Πότνια θηρών, καθιστές και ανασηκωμένες στα πίσω άκρα σφίγγες με γυναικείες μορφές, πάνθηρες, γρύπες, καθώς και σκηνές πάλης ανθρώπων με γρύπες. Η διάταξη των μορφών της παράστασης παραπέμπει στην ανατολική τέχνη, όπου το ζώο αποτελεί σύμβολο της μυθολογικής κοσμολογικής αντίληψης. Ορισμένοι μελετητές θεωρούν το κάτοπτρο του Κελερμές έργο ιωνικού εργαστηρίου, ενώ άλλοι υποστηρίζουν ότι πρόκειται για έργο Σκύθη ή Βοσποριανού τορεύτη, πιθανότατα εργαστηρίου του Παντικαπαίου.13 Η μορφή της θεότητας συσχετίζεται με τις λατρευτικές αντιλήψεις του πληθυσμού της περιοχής του Ύπανη, που είχε στενές σχέσεις με τους Ίωνες αποίκους. Όσον αφορά τη γενικότερη τεχνοτροπία του έργου πιθανότερη φαίνεται η εκδοχή της αποτύπωσης εδώ τόσο των σκυθικών, όσο και των ιωνικών καλλιτεχνικών παραδόσεων.14

Ένα από τα ευρήματα των τύμβων του Κελερμές, το αργυρό ρυτό του τύμβου 1, απεικονίζει την πάλη του Ηρακλή με λιοντάρι και Κενταύρους που κουβαλούν θηράματα ελάφων, παραπέμποντάς μας σε μοτίβα κοινά για τη σκυθική και την ελληνική μυθολογία. Ορισμένοι μελετητές διακρίνουν στη συγκεκριμένη περίπτωση την προσπάθεια του καλλιτέχνη να προσαρμόσει σκηνές της ελληνικής μυθολογίας στο σκυθικό περιβάλλον, ενώ άλλοι εξηγούν τις παραστάσεις αυτές μέσα από τα μοτίβα της οσετικής μυθολογίας.15

Στα ενδιαφέροντα, από την άποψη των παραστάσεων, κτερίσματα των τύμβων του Κελερμές ανήκει και το χρυσό δισκοειδές έλασμα από τον τύμβο 4, που χωρίζεται σε 4 μέρη και φέρει αντωπά τοποθετημένα ζευγάρια ελάφων. Πρόκειται για καθαρά συμβολική παράσταση κοσμολογικού χαρακτήρα.16

Ιδιαίτερη συμβολική σημασία έχουν ορισμένα επίρραπτα χρυσά ελάσματα σε μορφή άγριων ζώων, όπως, για παράδειγμα, το επίρραπτο έλασμα σε μορφή πάνθηρα17 από τον τύμβο 1, τα άκρα του οποίου αποδίδονται με επαναλαμβανόμενες μορφές πάνθηρα.18

Όσον αφορά τα κτερίσματα των λακκοειδών τάφων αναφέρουμε την παρουσία πρώιμης μαιωτικής κεραμικής, πελέκεων του τύπου που απαντά στην Κολχίδα τον 9ο-7ο αι. π.Χ. και αργότερα, τον 7ο-6ο αι. π.Χ., στην περιοχή του Καυκάσου εν γένει,19 μεταλλικά και οστέινα ψάλια (ψαλίδια) διάφορων τύπων με χαρακτηριστικές παραστάσεις της σκυθικής ζωόμορφης τεχνοτροπίας, χάλκινα κάτοπτρα σιβηρικού τύπου και εργαλεία καθημερινής χρήσης. Τα ευρήματα του νεκροταφείου αυτού χρονολογούνται μεταξύ του β΄ μισού του 7ου και του 6ου αι. π.Χ.

5. Συμπεράσματα

Εν γένει τα ταφικά μνημεία του Κελερμές αναδεικνύουν το σύνθετο ανθρωπογενές τοπίο της περιοχής, αποτελώντας σημαντικότατη πηγή για τη μελέτη των ταφικών εθίμων, της ιστορίας και των καλλιτεχνικών παραδόσεων της περιοχής του Ύπανη.




1. Отчет Императорской Археологической Коммиссии за 1904 г. (Санкт-Петербург 1907), σελ. 86, εικ. 134.

2. Галанина, Л.К., “К проблеме взаимоотношений Скифов с меотами (по данным новых раскопок Келермесского курганного могильника)”, СА 3 (1985), σελ. 159.

3. Анфимов, И.Н., “Меото-сарматский могильник у станицы Усть-Лабинской”, МИА 23 (1951), σελ. 158-159, 162.

4. Отчет Императорской Археологической Коммиссии за 1904 г. (Санкт-Петербург 1907), σελ. 88-89, εικ. 138-144, σελ. 91, εικ. 145-150.

5. Βλ., για παράδειγμα, διακοσμητική απόληξη με επίστεψη κεφαλής γρύπα του τέλους του 7ου-6ου αι. π.Χ. στο Σκυθικοί θησαυροί: Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο (Αθήνα 1981), σελ. 18, αρ. 1.

6. L’ or des Amazones: Peuples nomads entre Asie et Europe, VIe siècle av. J.C.-IV siècle av. J.C. (Paris 2001), σελ. 24.

7. Галанина, Л.К., “Атрибуция двух золотых предметов из Келермесса (детали портупеи парадного меча)”, СА 4 (1989), σελ. 258, εικ. 2.

8. Мелюкова, А.И., Вооружение скифов (Москва 1964), σελ. 50.

9. Για την ανάλυση του συμβολισμού του συγκεκριμένου αντικειμένου βλ. Раевский, Д.С., Очерки идеологии скифо-сакских племен: Опыт реконструкции скифской мифологии (Москва 1977), σελ. 65-66.

10. Βλ. αντίστοιχα Пиотровский, Б.Б., “Скифы и Урарту”, II Международный симпозиум по армянскому искусству (Ереван 1978), σελ. 8· Ильинская, В.А., “Изображения скифов времени передне-азиатских походов”, Древности степной Скифии (Киев 1982), σελ. 42-43.

11. Отчет Императорской Археологической Коммиссии за 1904 г. (Санкт-Петербург 1907), σελ. 93, εικ. 152-154.

12. Кошеленко, Г.А. – Кругликова, И.Т. – Долгоруков, В.С. (επιμ.), Античные государства Северного Причерноморья (Москва 1984), σελ. 291, πίν. CI: 1.

13. Βλ. Прушевская, Е.О., “Художественная обработка металла (торевтика)”, Античные города Северного Причерноморья (Москва 1955), σελ. 234-235· Блаватский, В.Д., “Воздействие античной культуры на страны Северного Причерноморья (VII-IV вв. до н. э.)”, СА 2 (1964), σελ. 26· Пиотровский, Б.Б., “Скифы и древний Восток”, СА 19 (1954), σελ. 157· Пиотровский, Б.Б., Ванское царство (Москва 1959), σελ. 252. Βλ. επίσης Максимова, М.И., “Серебряное зеркало из Келермеса”, СА 21 (1954), σελ. 253, 301· Артамонов, М.И., Сокровища скифских кургановв собрании Государственного Эрмитажа (Ленинград – Прага 1966), σελ. 29-33.

14. Раевский Д.С., Модель мира скифской культуры (Москва 1985), σελ. 94.

15. Βλ. αντίστοιχα Максимова, М.И., “Ритон из Келермеса”, СА 25 (1956), σελ. 229· Абаев, В.И., Историко-этимологический словарь осетинского языка 3 (Ленинград 1979), σελ. 12.

16. Раевский, Д.С., Модель мира скифской культуры (Москва 1985), σελ. 115.

17. Раевский, Д.С., Модель мира скифской культуры (Москва 1985), σελ. 131, εικ. 18.

18. Ανάλυση του συγκεκριμένου μοτίβου βλ. Шкурко, А.И., “Об изображениях свернувшегося хищника в искусстве лесостепной Скифии“, СА 1 (1969), σελ. 34-35.

19. Погребова, М.Н., “Железные топоры скифского типа в Закавказье”, СА 2 (1969), σελ. 179-180.