1. Το ιστορικό πλαίσιο
Όλα όσα γνωρίζουμε για τους Αρχαιανακτίδες/Αρχαινετίδες προέρχονται από το Διόδωρο το Σικελιώτη, ο οποίος αναφέρει: «Στην Ασία η δυναστεία του Κιμμέριου Βοσπόρου, οι βασιλείς του οποίου είναι γνωστοί ως Αρχαιανακτίδες, είχαν την εξουσία σαράντα δύο χρόνια· διάδοχος στη βασιλεία ήταν ο Σπάρτοκος, που βασίλεψε επτά έτη».1 Δε γνωρίζουμε σχεδόν τίποτα για την καταγωγή των Αρχαιανακτιδών, τα γεγονότα που οδήγησαν στην ενοποίηση των αυτόνομων πόλεων, το χαρακτήρα της εξουσίας των βασιλέων ή τις συνθήκες κάτω από τις οποίες η εξουσία πέρασε στα χέρια της νέας δυναστείας των Σπαρτοκιδών. Αυτή η περίοδος, ωστόσο, στην ιστορία του βασιλείου του Βοσπόρου έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον για τους ιστορικούς που προσπαθούν να ανασυνθέσουν την ιστορική κατάσταση υπό τους Αρχαιανακτίδες. Οι ελληνικές αποικίες που είχαν ιδρυθεί στις ακτές του Στενού του Κερτς (Κιμμέριος Βόσπορος) κατά τον 6ο αι. π.Χ. ήταν ανεξάρτητες δημοκρατικές πόλεις, πολιτικά οργανωμένες με τον ίδιο τρόπο όπως οι μητροπόλεις τους (συνήθως μητρόπολη ήταν η Μίλητος). Στην κριμαϊκή ακτή των στενών η μεγαλύτερη και σημαντικότερη πόλη ήταν το Παντικάπαιον, ενώ στις ακτές της χερσονήσου του Ταμάν ήταν η Φαναγορία. Οι πληροφορίες από το Διόδωρο φανερώνουν ότι ήδη κατά το πρώτο μισό του 5ου αι. π.Χ. (480/479) σχεδόν όλες οι πόλεις του Βοσπόρου είχαν ενωθεί σε μια νέα πολιτική δομή με τη μορφή συνασπισμού ή αμφικτιονίας2 υπό την ηγεμονία του Παντικαπαίου. Όπως πιστεύουν ορισμένοι ιστορικοί, αυτή η ενοποίηση ήταν απαραίτητη λόγω του κινδύνου που εμφανίστηκε από τις γειτονικές βαρβαρικές φυλές, ισχυρότερη των οποίων ήταν αυτή των Σκυθών. Μετά την ανεπιτυχή εκστρατεία του Πέρση βασιλιά Δαρείου Α΄ εναντίον των Σκυθών περί το 519 π.Χ., αυτοί άρχισαν να επεκτείνονται και συνεπώς απειλούσαν και τις πόλεις του Βοσπόρου. Ο Ηρόδοτος αναφέρει τις ετήσιες μεταναστεύσεις των Σκυθών από την Κριμαία στη Σινδική πάνω από τον παγωμένο πορθμό,3 δηλαδή στην ουσία μέσα από την περιοχή των πόλεων του Βοσπόρου· αρχαιολογικά στοιχεία δείχνουν ότι πολλοί ελληνικοί οικισμοί κατά μήκος αυτής της διαδρομής καταστράφηκαν κατά τις δύο πρώτες δεκαετίες του 5ου αι. π.Χ.4 Είναι σαφές ότι το γεγονός πως πολλές πόλεις του Βοσπόρου ύψωσαν τείχη και έχτισαν οχυρώσεις πρώτη φορά πρέπει να συνδεθεί με αυτή την κατάσταση. Προκειμένου οι πόλεις του Βοσπόρου να προστατευτούν από τους νομάδες Σκύθες της Κριμαίας, την εποχή των Αρχαιανακτιδών κατασκευάστηκε ένα μακρύ τείχος μήκους 25 χλμ. (το επονομαζόμενο τείχος της Τυριτάκης). Πέρα από αυτό, οι στενές οικονομικές επαφές ανάμεσα στις πόλεις βοήθησαν στην ενοποίησή τους (π.χ. τα νομίσματα του Παντικαπαίου χρησιμοποιούνταν σε όλες τις πόλεις του Βοσπόρου).5 2. Η δυναστεία Ο Αρχαιάναξ ενδεχομένως ήταν στρατηγός του προαναφερθέντα συνασπισμού που εξελίχθηκε σε τυραννίδα (όπως και στην περίπτωση του Διονυσίου και του Γύλωνα στη Σικελία). Ο τυραννικός χαρακτήρας της εξουσίας του είναι προφανής από τους όρους που χρησιμοποιεί ο Διόδωρος όταν περιγράφει την αρχή των Αρχαιανακτιδών.6 Ο Διόδωρος τους αποκαλεί «βασιλεύσαντες» και περιγράφει την εξουσία τους ως «αρχή», μολονότι ερευνητές σημειώνουν ότι πρόκειται για ετεροχρονισμό όταν αποκαλούνται οι Αρχαιανακτίδες και οι Σπαρτοκίδες «βασιλείς», αφού δεν επρόκειτο για βασιλεία, παρά την αριστοκρατική φύση της εξουσίας τους.7 Πιθανόν οι κριμαϊκές πόλεις Νυμφαίον και Θεοδοσία αποχώρησαν από το συνασπισμό κατά την εδραίωση της τυραννίδας· αυτές οι πόλεις προσαρτήθηκαν στο βασίλειο του Βοσπόρου από τη δυναστεία των Σπαρτοκιδών, οι οποίοι διαδέχθηκαν τους Αρχαιανακτίδες στο θρόνο του Βοσπόρου. Η βασιλεία των Αρχαιανακτιδών ήταν περίοδος οικονομικής ακμής. Νέες πόλεις ιδρύθηκαν, παλαιές συνοικίες σε υπάρχουσες πόλεις ανοικοδομήθηκαν με βάση νέα χωροταξικά σχέδια και νέοι ναοί και βωμοί δημιουργήθηκαν μαζί με τις νέες αμυντικές κατασκευές. Σημειώθηκε μεγάλη πρόοδος στη μεταλλουργία, την κεραμική και την κοσμηματοποιία. Στο Παντικάπαιον κατασκευάστηκε ένας μνημειώδης ναός του Απόλλωνα· ο ναός αυτός έγινε το θρησκευτικό κέντρο του βασιλείου του Βοσπόρου. Νομίσματα με την επιγραφή ΑΠΟΛ πιστεύεται ότι συνδέονται με το ναό αυτό. 3. Οι καταβολές των πρώτων ηγεμόνων Οι Αρχαιανακτίδες θεωρείται ότι ήταν αριστοκρατική οικογένεια. Ο Αρχαιάναξ, ένα από τα μέλη της οικογένειας, ίσως ανήκει στους πρώτους αποικιστές ή πιθανόν είναι ο οικιστής του Παντικαπαίου. Θεωρείται ότι η οικογένεια καταγόταν από τη Μίλητο8 ή τη Μυτιλήνη,9 επειδή το όνομα Αρχαιάναξ απαντάται και στις δύο πόλεις.10 Ο Διόδωρος αναφέρει ότι οι Αρχαιανακτίδες είχαν τη βάση τους στην Ασία. Ορισμένοι ιστορικοί θεωρούν ότι αυτό είναι το ανατολικό τμήμα του Κιμμέριου Βοσπόρου, όπου βρισκόταν η ελληνική πόλη Ερμώνασσα, που είχε ιδρυθεί από το Σήμανδρο από τη Μυτιλήνη.11 Αυτοί οι μελετητές θεωρούν ότι ο Αρχαιάναξ ήταν ένας από τους συγγενείς ή συντρόφους του Σημάνδρου, γεγονός που αποδεικνύει την καταγωγή του από τη Μυτιλήνη.12 Άλλοι μελετητές τονίζουν ότι ο Διόδωρος με τον όρο «Ασία» εννοούσε τη ζώνη της περσικής επιρροής, θεωρώντας ότι αυτή αποτελεί απόδειξη περσικών επιδράσεων στο βασίλειο του Βοσπόρου.13 4. Αποτίμηση της δυναστείας Αποτέλεσμα της αρχής των Αρχαιανακτιδών ήταν η ενοποίηση των ελληνικών πόλεων υπό μια ισχυρή κεντρική εξουσία προκειμένου να μπορέσουν να προβάλουν αποτελεσματικότερη αντίσταση στις σκυθικές φυλές. Έτσι δημιουργήθηκε ένα κράτος που ήταν υπεράνω οποιασδήποτε μεμονωμένης πόλης. Όλα αυτά ευνόησαν την ειρηνική οικονομική ανάπτυξη των πόλεων.
2. Για τις σχετικές αμφιβολίες Vasiljev, A.N., “K voprosu o vremeni obrazovanija Bosporskogo gosudarstva”, στο Gavrilov, A.K. κ.ά. (επιμ.), Etjudy po antichnoj istorii i kulture Severnogo Prichernomorja (Sankt-Petersburg 1992), σελ. 111-128. 4. Βλ. Molev, E.A., Politicheskaja istorija Bospora VI-IV vv. do n.e. (Nizhnij Novgorod 1997), σελ. 36, όπου ο συγγραφέας αποδίδει τις ενδείξεις πυρκαγιάς και καταστροφών όχι στους Σκύθες, αλλά στην επιθετική πολιτική των Αρχαιανακτιδών. 5. Ερευνητές όπως οι V.F. Gajdukevich και D.P. Kallistov υποθέτουν πως οικονομικές αναγκαιότητες ώθησαν στην ενοποίηση των πόλεων του Βοσπόρου. 6. Artamonov, M.I., “K voprosu o proishozhdenii bosporskih SpartokidoV”, Vestnik drevnej istorii 1 (1949), σελ. 33· Blavatskaja, T.V., Ocherki politicheskoj istorii Bospora v V-IVvv. do n.e. (Moscow 1959), σελ. 17· Gajdukevic, V.F., Das Bosporanische Reich (Berlin 1971), σελ. 52· Shelov-Kovedjajev, F.V., “Istorija Bospora v VI-IV vv. do n.e.”, Drevnejshije gosudarstva na territorii SSSR. Materialy i issledovanija. 1984 god (Moscow 1985), σελ. 70-71. 7. Vinogradov, J.G., “Die historische Entwicklung der Poleis des nördlichen Schwarzmeergebiets im 5. Jh. v. Ch.”, Chiron 10 (1980), σελ. 68-69· Vasiljev, A.N., “K voprosu o vremeni obrazovanija Bosporskogo gosudarstva”, στο Gavrilov, A.K. κ.ά. (επιμ.), Etudy po antichnoj istorii i kulture Severnogo Prichernomorja (Sankt-Petersburg 1992), σελ. 121. 8. Zhebelev, S.A., “Vozniknovenije Bosporskogo gosudarstva”, στο Zhebelev, S.A. (επιμ.), SevernojePrichernomorje (Moscow – Leningrad 1953), σελ. 68-71· Vinogradov, J.G., “Die historische Entwicklung der Poleis des nördlichen Schwarzmeergebiets im 5. Jh. v. Ch.”, Chiron 10 (1980), σελ. 65-66· Shelov-Kovedjajev, F.V., “Istorija Bospora v VI-IV vv. do n.e.”, Drevnejshije gosudarstva na territorii SSSR. Materialy i issledovanija. 1984 god (Moscow 1985), σελ. 70. 9. Blawatsky, W.D., “Zur Herkunft der bosporanischen Archaianaktiden”, Klio 52 (1970), σελ. 33-36. 10. Για τη Μυτιλήνη βλ. Στράβ. 13.1.38· Αλκ., Fr. 119 (94). 11. Ευστ., Comm. ad Dionys. Perieg. 552-553. 12. Blawatsky, W.D., “Zur Herkunft der bosporanischen Archaianaktiden”, Klio 52 (1970), σελ. 33-36. 13. Koshelenko, G.A., “Ob odnom svideteljstve Diodora o rannej istorii Bosporskogo tsarstva”, στο Podosinov, A.V. (επιμ.), Drevnejshije gosudarstva Vostochnoj Evropy. 1996-1997. Severnoje Prichernomorje v antichnosti: Voprosy istochnikovedenija (Moscow 1999), σελ. 138-141.
|
|
|