Μέταλλα και Μεταλλουργία στην περιοχή του Εύξεινου Πόντου

1. Πηγές μετάλλων

1.1. Ορυχεία

Στην ιστορική και την αρχαιολογική γραμματεία διάφορα ορυχεία στα Βαλκάνια, τη Μικρά Ασία και τον Καύκασο θεωρούνται συνήθως η πηγή του ορείχαλκου, του μολύβδου, του αργύρου και του χρυσού που χρησιμοποιούνταν στη μεταλλοτεχνία από τους Έλληνες οι οποίοι ήταν εγκατεστημένοι γύρω από τη Μαύρη θάλασσα. Συγχρόνως θεωρείται ότι οι πηγές σιδήρου ήταν τοπικής προέλευσης. Οι περισσότερες από αυτές τις υποθέσεις όμως βασίζονται στη σύγχρονη γεωλογία αυτών των περιοχών ή σε εκτιμήσεις σχετικά με τη δυνατότητα εκμετάλλευσης ορισμένων μεταλλευτικών πηγών.1 Επιπλέον, η γεωγραφική εγγύτητα των ορυχείων δε σημαίνει απαραίτητα ότι χρησιμοποιούνταν στην Αρχαιότητα. Δεδομένου του εύρους του διεθνούς εμπορίου μετάλλων, όπως αντανακλάται στα τάλαντα που βρίσκονται σε ναυάγια, μπορεί κανείς να προτείνει ότι επηρεάστηκε από πολιτικά γεγονότα, εναλλασσόμενες σφαίρες επιρροής ή εμπορικές συμφωνίες. Επομένως, οι μεταλλευτικές πηγές δεν ήταν πάντα οι ίδιες στις διάφορες περιόδους.2 Αυτό αποδεικνύεται και από αναλύσεις μεταλλικών αντικειμένων. Για παράδειγμα, η διερεύνηση δειγμάτων μολύβδου από διάφορες θέσεις στη Θράκη, συμπεριλαμβανομένης της Πιστύρου, του θασιακού εμπορείου στο εσωτερικό της Θράκης, έδειξε ότι η πηγή του μολύβδου θα μπορούσε να είναι οπουδήποτε στη Βαλκανική Χερσόνησο – από το Λαύριο έως τη Χαλκιδική και τα βουνά της Ροδόπης. Τα αποτελέσματα υποδεικνύουν ότι η Θράκη δε χρησιμοποιούσε μία μοναδική πηγή μολύβδου, αλλά η παροχή του εξασφαλιζόταν ανάλογα με τη διαθεσιμότητα από διαφορετικά κέντρα παραγωγής.3

Αρχαιομεταλλουργικές μελέτες αποκαλύπτουν την ακόλουθη εικόνα: Στα ορυχεία της κεντρικής Στράντζας, εκτός από πρώιμο υλικό της Νεολιθικής περιόδου και της εποχής του Χαλκού, βρέθηκε και θρακική κεραμική χρονολογούμενη από τον 5ο έως τον 3ο αι. π.Χ., καθώς και ελληνιστικό υλικό.4 Οι οικισμοί που βρίσκονται κοντά στα ορυχεία χρονολογούνται είτε από την 4η έως τη 2η χιλιετία π.Χ. είτε στην Ελληνιστική περίοδο ή τους Πρώιμους Μεσαιωνικούς χρόνους.5 Επίσης στην Ελληνιστική περίοδο ανήκουν τα τάλαντα χαλκού που βρέθηκαν στη θάλασσα κοντά στην Αχθόπολη.6 Η μελέτη των σωρών σκωρίας κοντά στο Koprivlen, στους πρόποδες των Πυρηναίων στη νοτιοδυτική Βουλγαρία, και στους γειτονικούς οικισμούς υποδεικνύει την τοπική εξόρυξη σιδηρών μεταλλευμάτων και μεταλλουργία από τον 7ο αι. π.Χ. έως την Ύστερη Ελληνιστική περίοδο.7 Άλλες μεταλλευτικές πηγές μπορεί να αποτελούσαν τα ορυχεία της βορειοδυτικής Ανατολίας, καταρχάς στη Χερσόνησο Biga, με τις τεράστιες σωρούς σκωρίας χαλκού και με όστρακα ελληνιστικής και υστερορωμαϊκής κεραμικής.8 Το πλουσιότερο ορυχείο μολύβδου-αργύρου, το Balya Maden, στην περιοχή της αρχαίας Περιχαράξεως, καθώς και κάποια άλλα στη Χερσόνησο, όπως στο Güre, απέδωσαν πολυπληθή αρχαιολογικά κατάλοιπα που χρονολογούνται στην Ελληνιστική περίοδο και στους πρώτους μεταχριστιανικούς αιώνες.9 Τα σημαντικά ορυχεία χρυσού στα Άστυρα της Τρωάδος, που είχαν ήδη εξαντληθεί από την εποχή του Στράβωνος (13.1, 23), ήταν σίγουρα υπό εκμετάλλευση κατά την Κλασική και την Ελληνιστική περίοδο, δεδομένων των κεραμικών ευρημάτων και της ανάλυσης με άνθρακα 14 (C-14) δείγματος που βρέθηκε σε ένα από αυτά.10

1.2. Τεκμήρια σε θέσεις

1.2.1. Σίδηρος

Ο A.S. Ostroverkhov, αναλύοντας τα κατάλοιπα σιδηρουργείων στις εκβολές των ποταμών Δνείπερου και Bug, κατέληξε στο ακόλουθο συμπέρασμα. Τα μεταλλεύματα σιδήρου που εντοπίστηκαν στον οικισμό Yagorlyk είναι χαλαζίτης, αποθέματα του οποίου βρίσκονται στη λεκάνη Krivoj Rog και στην Korsak-Mogila στη βόρεια Ταυρίδα. Τα ευρήματα έχουν σχήμα ορθογώνιων ράβδων, το οποίο, σύμφωνα με τον Ostroverkhov, αποδεικνύει ότι ακατέργαστα υλικά επιδέχονταν ειδική προετοιμασία για μεταφορά σε μεγάλες αποστάσεις.11 Ο ίδιος επίσης πιστεύει ότι οι εγκαταστάσεις που σχετίζονταν με την κατεργασία σιδήρου και βρέθηκαν στο νησί Μπερεζάν προορίζονταν για τον εμπλουτισμό της αιματιτικής άμμου των ποταμών Δνείπερου και Bug από την κρυσταλλική μάζα της ενδοχώρας.12 Αργότερα, οι υποθέσεις του A.S. Ostroverkhov δέχτηκαν κριτική, με αποτέλεσμα να είναι ακόμη επί του παρόντος ανοιχτό το ερώτημα εάν η απόσπαση μεταλλεύματος σιδήρου γινόταν επιτόπια στον οικισμό Yagorlyk.13

Ορυκτολογική μελέτη δειγμάτων σιδηρού μεταλλεύματος και σκωρίας από ανασκαφές στρωμάτων του 6ου και του 5ου αι. π.Χ. στο Θορικό, κοντά στο Novorossiysk, στη βόρεια περιοχή του Πόντου, έδειξε ότι τα μεταλλεύματα ανήκουν σε ιζηματογενή στρώματα της περιόδου όπου άνθησε ο Κιμμερικός πολιτισμός και ότι η χημική σύνθεσή τους είναι κοντά σε αυτή των μεταλλευμάτων σιδήρου του Κερτς, αν και η σύστασή τους διαφέρει. Αυτό μπορεί να εκληφθεί ως επιχείρημα υπέρ της θεώρησης της δυτικής ακτής του Καυκάσου ως πηγής μεταλλεύματος που έχει βρεθεί στο Θορικό.14 Δείγματα του τοπικού μεταλλεύματος του Κερτς έχουν αποκαλυφθεί πολλές φορές στη διάρκεια ανασκαφών των μεταλλουργικών κέντρων του ύστερου 6ου-5ου αι. π.Χ. στο Παντικάπαιον.15 Ειδικές μελέτες σκωρίας από τα ερείπια του 1ου αι. μ.Χ. στο Παντικάπαιον μαρτυρούν ότι οι σιδηρουργοί χρησιμοποιούσαν τοπικό μετάλλευμα του Κερτς.16

Μεταλλογραφική μελέτη σιδηρών ράβδων και αντικειμένων από τη Γοργιππία του 2ου-3ου αιώνα προτείνει ότι η τοπική σιδηρουργία δε βασιζόταν στα αποθέματα επιτόπιου μεταλλεύματος, αλλά μάλλον σε εισηγμένες ημικατασκευασμένες ράβδους έτοιμες για περαιτέρω κατεργασία. Οι L.S. Rozanova και N.N. Terekhova υποστηρίζουν ότι αυτό το χαρακτηριστικό μπορεί να αποδοθεί γενικά στη μεταλλουργία της βόρειας περιοχής του Πόντου κατά την Αρχαιότητα.17

1.2.2. Χαλκός

Έχει προταθεί ότι η πηγή χαλκού για την κατεργασία μετάλλου στη βορειοδυτική περιοχή του Πόντου ήταν τα ορυκτά των Καρπαθίων ορέων και των Βαλκανίων.18 Εντούτοις, πρόσφατη μελέτη χάλκινης σκωρίας από διαφορετικά στρώματα στην Ολβία έδειξε ότι πιθανότατα η τοπική κατεργασία χαλκού βασιζόταν στα πολυμεταλλικά ορυκτά από τη βόρεια Ανατολία.19 Η μελέτη της μεταλλικής σύνθεσης των νομισμάτων της Ολβίας μάς επιτρέπει να εντοπίσουμε την πηγή του μετάλλου για τις διάφορες χρονολογικές περιόδους. Οι υψηλές προσμείξεις νικελίου και κοβαλτίου στο μέταλλο των αρχαϊκών τοξόσχημων νομισμάτων υποδεικνύουν τη χρήση χαλκού και πολυμεταλλικών ορυκτών με προέλευση από το δυτικό Πόντο, τα οποία τα εκμεταλλεύονταν στα ορυχεία της Στράντζας κοντά στην Απολλωνία Ποντική.20 Οι ίδιες προσμείξεις χαρακτηρίζουν το μέταλλο ενός ταλάντου χαλκού που βρέθηκε στις πρωιμότερες καμίνους τήξης χαλκού του Βορυσθένους στο νησί Μπερεζάν.21 Οι παραλλαγές προσμείξεων στο μέταλλο των νομισμάτων μάς επιτρέπουν να προτείνουμε μια αλλαγή μεταλλευτικών πηγών κατά τον πρώιμο 5ο αι. π.Χ., πιθανόν προς εκείνες της δυτικής ή της βόρειας Θράκης.22 Τέλος, ασυνήθιστα υψηλές προσμείξεις από ψευδάργυρο, που πιθανόν αντικατοπτρίζουν ένα χαρακτηριστικό των τοπικών μεταλλευμάτων, εντοπίζονται στο μέταλλο των νομισμάτων που κόπηκαν τον πρώιμο 4ο αι. π.Χ.23 Οι T.N. Smekalova και Yu.L. Dyukov υποστηρίζουν ότι πιθανές πηγές για αυτή την κοπή νομίσματος θα μπορούσαν να είναι τα μεταλλεύματα των ορυχείων της βόρειας Θράκης και της Στράντζας, αν και δεν αποκλείουν την πιθανότητα να ήταν τα πλούσια σε ψευδάργυρο μεταλλεύματα της Baluya Maden στη βορειοδυτική Μικρά Ασία.24 Επομένως, κατά τη διάρκεια ενάμιση αιώνα οι πηγές χαλκού για τη νομισματοκοπία της Ολβίας άλλαξαν τέσσερις φορές, ενώ παρόμοια εικόνα μπορεί να διαφανεί και σε μεταγενέστερες περιόδους της κοπής νομισμάτων στη συγκεκριμένη περιοχή.25

1.2.3. Άργυρος

Η μελέτη της μεταλλικής σύνθεσης των αργυρών νομισμάτων του Βοσπόρου αντικατοπτρίζει κάποια αλλαγή στις πηγές αργύρου γύρω στο 480-470 π.Χ.26 Υψηλές προσμείξεις χρυσού πιθανόν να υποδεικνύουν θρακομακεδονικές, σιφνιακές ή μικρασιατικές πηγές αργύρου για τα πρωιμότερα αργυρά νομίσματα του Κιμμέριου Βοσπόρου, ενώ μια αρκετά χαμηλή περιεκτικότητα χρυσού σε νομίσματα που κόπηκαν από το β΄ τέταρτο του 5ου αι. π.Χ. ίσως να υποδεικνύει τα ορυχεία του Λαυρίου ως την πηγή του αργύρου.27

2. Μεταλλουργία και μεταλλοτεχνία

2.1. Αρχαϊκή περίοδος

2.1.1. Κατάλοιπα μεταλλουργικών και μεταλλοτεχνικών εργαστηρίων

Πρώιμα εργαστήρια και κατάλοιπα παραγωγής, συμπεριλαμβανομένων καμίνων τήξης σιδήρου και χαλκού, ανακαλύφθηκαν στους ελληνικούς οικισμούς της περιοχής του Κάτω Δνείστερου (Νικώνιον28 και ο οικισμός της χώρας του: Belyaevka I)29 στο Βορυσθένη στο νησί του Μπερεζάν,30 στην Ολβία31 και στους οικισμούς της χώρας της (Bol’shaya Chernomorka 2, Kozyrka XV),32 στον οικισμό Yagorlyk,33 στο Μυρμήκιον,34 στο Παντικάπαιον,35 στη Φαναγορία36 και στο Θορικό.37

Μια από τις πιο σημαντικές μεταλλουργικές και μεταλλοτεχνικές περιοχές εγκαθιδρύθηκε τον ύστερο 6ο-πρώιμο 5ο αι. π.Χ. στην περιοχή του Κάτω Bug38 – αξίζει να σημειωθεί ότι στον οικισμό Yagorlyk η επεξεργασία μεταλλευμάτων σιδήρου και χαλκού και η κατασκευή χάλκινων αιχμών βελών και κοσμημάτων συμβάδιζε με την κατασκευή γυαλιού.39 Δύο εργαστήρια τήξης χαλκού με τα κατάλοιπα φούρνων, λάκκων και δεξαμενών λαξευμένων στο φυσικό βράχο, καθώς και παχιά στρώματα απορριμμάτων, σκωρίας και ταλάντων από αρσενικούχο ορείχαλκο και καθαρό χαλκό ανακαλύφθηκαν στις ανασκαφές του Βορυσθένη, χρονολογούμενα στον ύστερο 7ο και στο α΄ μισό του 6ου αι. π.Χ.40 Πιστεύεται ότι ο όγκος της παραγωγής μετάλλου αυτών των εργαστηρίων ξεπερνούσε τις ανάγκες της μικρής σχετικά αποικίας και άρα εν μέρει εξαγόταν.41 Δύο δεξαμενές για πρωταρχική επεξεργασία σιδηρομεταλλεύματος που ανασκάφηκαν στον οικισμό χρονολογούνται στην ίδια περίοδο.42

Αξιοσημείωτα είναι επίσης τα πρόσφατα ευρήματα εργαστηρίων σιδήρου του ύστερου 6ου-πρώιμου 5ου αι. π.Χ., συμπεριλαμβανομένου ενός με μία κάμινο και ένα λάκκο με απορρίμματα παραγωγής στην ιερή περιοχή του οικισμού Μπερεζάν.43 Επίσης ανασκάφηκαν εκεί κατάλοιπα ενός εργαστηρίου χύτευσης χαλκού ή κοσμημάτων.44 Επιπλέον, ανακαλύφθηκε ένας θησαυρός που περιείχε χρυσά αντικείμενα και νομίσματα από ήλεκτρο των Ερυθρών ή της Μιλήτου, τον οποίο πιθανόν να είχε κρύψει κάποιος χρυσοχόος τον πρώιμο 6ο αι. π.Χ.45 Στην Ολβία τα πρωιμότερα κατάλοιπα κατεργασίας χαλκού χρονολογούνται ήδη στο γ΄ τέταρτο του 6ου αι. π.Χ.46 Ένα από τα στρώματα με ερείπια, χρονολογούμενο στο τελευταίο τέταρτο του 6ου αι. π.Χ., περιείχε σκωρία, χοάνες τήξης μετάλλου, ακροφύσια, ημιτελή νομίσματα, αιχμές βελών, καθώς και ένα θραύσμα μήτρας για τη χύτευση αιχμών βέλους.47

Ιδιαίτερα καλά μελετημένα είναι τα κατάλοιπα τεσσάρων εργαστηρίων μετάλλου στο Παντικάπαιον, τα οποία ήταν συγκεντρωμένα σε δύο περιοχές: στη βόρεια πλαγιά του λόφου του Μιθριδάτη και στο Δυτικό πλάτωμα. Παράγονταν αντικείμενα από σίδηρο, χαλκό και μόλυβδο και διακοσμούνταν με ελεφαντοστέινα και οστέινα τμήματα. Όλα τα αντικείμενα κατασκευάζονταν πλήρως σε ένα σημείο. Στη βόρεια πλαγιά του λόφου του Μιθριδάτη τα τρία ανασκαμμένα εργαστήρια βρίσκονταν κοντά το ένα στο άλλο, μέσα σε αρκετά μικρά σπίτια εκατέρωθεν ενός στενού παράδρομου, σχηματίζοντας μια μεταλλουργική συνοικία.48

Κατάλοιπα παραγωγής χάλκινων γλυπτών (πιθανόν μια χοάνη τήξης-κάμινος) βρέθηκαν στη Φαναγορία, σε περιβάλλον του ύστερου 6ου-πρώιμου 5ου αι. π.Χ. Στην Οικία 6 εντοπίστηκαν κατάλοιπα ενός φούρνου με χάλκινη σκωρία, χοάνες τήξης και χάλκινα τάλαντα, καθώς και μια αποσπασματική πήλινη μήτρα για το χέρι αγάλματος.49

2.1.2. Μήτρες χύτευσης, μήτρες με έγγλυφο το διακοσμητικό θέμα, σφυριά

Οι μήτρες χύτευσης είναι πολυάριθμες και αντιπροσωπεύονται καλά στα ευρήματα από την Ίστρια,50 το Μπερεζάν,51 την Ολβία52 και τη χώρα της,53 καθώς και από το Παντικάπαιον.54 Πολλές από τις μήτρες χύτευσης από τις βορειοδυτικές και τις βόρειες περιοχές του Πόντου χρησιμοποιούνταν επίσης για τη χύτευση μολύβδινων κολουροκωνικών σφονδυλιών που έφεραν διακόσμηση από κάθετες ραβδώσεις (π.χ. μήτρες από την Ίστρια,55 την Kozyrka XV,56 την Ολβία,57 την Κερκινίτιδα58 και το Παντικάπαιον).59 Όμοια αντικείμενα κατασκευάζονταν με μια μήτρα που βρέθηκε στην ακρόπολη της Καμείρου στη Ρόδο.60

Μια μοναδική σχιστολιθική μήτρα από την Ολβία61 με τέτοιο σχέδιο ξαναδουλεύτηκε από μια έγγλυφη μήτρα με την επιγραφή ΙΚΕΣΙΟΕΙΜΙ, που αναμφίβολα ανήκε σε έναν τεχνίτη και είχε ένα σχέδιο το οποίο πιθανότατα απεικόνιζε το πορτρέτο του τεχνίτη χαραγμένο στην πίσω πλευρά της πρωταρχικής μήτρας, η οποία χρησιμοποιούνταν για τη σφυρηλάτηση πλακών με την εικόνα λιονταριού. Το όνομα Ικέσιος ήταν διαδεδομένο κυρίως στη δυτική ακτή της Μικράς Ασίας, ιδιαίτερα στην Ιωνία, και πιο σπάνια στη Λυκία, τη Φρυγία, τη Λυδία και τον Πόντο. Το εύρημα από την Ολβία αποτελεί το μόνο παράδειγμα εργαλείου μεταλλοτεχνίτη με την υπογραφή και την αυτοπροσωπογραφία του, όχι μόνο στην αρχαϊκή περιοχή του βόρειου Πόντου αλλά και σε όλο τον ελληνικό κόσμο, υποδεικνύοντας ότι την επισκέπτονταν επιφανείς μεταλλοτεχνίτες. Κατά πόσο έμεναν σε αυτή την άκρη της οικουμένης για μεγάλο διάστημα ή έρχονταν να δουλέψουν για συγκεκριμένη παραγγελία είναι υπό συζήτηση· ωστόσο, το γεγονός ότι η θραυσμένη έγγλυφη μήτρα δεν πετάχτηκε, αλλά επαναχρησιμοποιήθηκε από ένα χαλκουργό, μάλλον προϋποθέτει: 1) μια παράδοση στην κατεργασία μετάλλου, εφόσον ένας επιφανής δάσκαλος ήρθε στην περιοχή του βόρειου Πόντου και ίδρυσε ένα εργαστήριο, το οποίο κληρονόμησε ένας τεχνίτης που δούλευε για απλές τοπικές ανάγκες, καθώς και 2) ένα γενικό χαρακτήρα του εργαστηρίου – την κατασκευή αντικειμένων σφυρηλατημένων από πολύτιμα μέταλλα, αλλά και αντικειμένων χυτευμένων από χαλκό και μόλυβδο. Αυτές οι υποθέσεις συνάδουν με τα συμπεράσματά μας για τοπική δημιουργία στην Ολβία συγκεκριμένων τύπων υστεροαρχαϊκών χάλκινων κατόπτρων και αιτιολογούν να θεωρείται η πόλη αυτή ένα από τα περιφερειακά κέντρα μεταλλοτεχνίας του οποίου η δημιουργία και εξέλιξη πιθανόν επηρεάστηκε από μετακινούμενους μεταλλοτεχνίτες από την ηπειρωτική Ελλάδα και τη δυτική Μικρά Ασία, ένας εκ των οποίων, ονομαζόμενος Ικέσιος, μας άφησε την αυτοπροσωπογραφία του.62

Μία ασβεστολιθική έγγλυφη μήτρα για την εκτύπωση μικρών πλακών στο σχήμα κεφαλών αρπακτικού πουλιού έχει βρεθεί σε ένα στρώμα του πρώιμου 5ου αι. π.Χ. στην Ολβία.63 Παρόμοιο μοτίβο μπορούσε να έχει σφυρηλατηθεί με χάλκινο σφυρί του 5ου αι. π.Χ. που βρέθηκε στην Pîrjoaia στον Κάτω Δούναβη.64

Ξεχωριστά ευρήματα χάλκινων σφυριών της εποχής του ύστερου 6ου αι. π.Χ. προέρχονται από τη νήσο Μπερεζάν.65 Είναι πολύ πιθανό ένα από τα καλούπια που βρέθηκε εκεί να χρησιμοποιήθηκε για την κατασκευή αντικειμένων από πολύτιμα μέταλλα, ίσως για επιθέματα τοποθετημένα στα τοιχώματα φιαλών μεσόμφαλων ή για τις απολήξεις περιδεραίων, ενώ ένα άλλο για ένα περίαπτο και μία χάντρα περιδεραίου σε ένα κομμάτι. Τα σφυριά δείχνουν ότι οι παραδόσεις κοσμηματοποιίας στη Λυδία και στη βόρεια Ιωνία είχαν αναπτυχθεί περαιτέρω στο πλαίσιο της τορευτικής του βόρειου Πόντου (Μπερεζάν)66 και της Θράκης.67

2.2. Κλασική περίοδος

2.2.1. Κατάλοιπα μεταλλουργικών και μεταλλοτεχνικών κέντρων

Στη Μεσημβρία Ποντική βρέθηκαν κατάλοιπα ενός εργαστηρίου του 5ου αι. π.Χ. με δύο καμίνους χύτευσης χαλκού.68 Η ανασκαφή στρωμάτων του 5ου και του 4ου αι. π.Χ. στο Νικώνιον απέδωσε ξεχωριστά ευρήματα σκωρίας, χοάνες και μήτρες χύτευσης.69 Αρκετά κατάλοιπα εργαστηρίων χαλκού και σιδήρου, τα οποία χρονολογούνται στον 5ο αι. π.Χ., κυρίως στο α΄ μισό του, αποκαλύφθηκαν σε διάφορες συνοικίες της Ολβίας, ιδίως στο κεντρικό τμήμα της Άνω πόλης και στην περιοχή του κεντρικού τεμένους. Αυτά περιλαμβάνουν καμίνους, εστίες και κατάλοιπα παραγωγής με σκωρίες σιδήρου και χαλκού, καθώς και χοάνες τήξης. Ένα από τα εργαστήρια που ανασκάφηκαν στην Άνω πόλη είχε τουλάχιστον τέσσερις καμίνους.70 Ένα άλλο εργαστήριο στο νοτιοανατολικό τμήμα της πόλης, το οποίο χρονολογείται από τον ύστερο 5ο έως το γ΄ τέταρτο του 4ου αι. π.Χ. και βρίσκεται σε μία οικία με δύο δωμάτια, ειδικευόταν πιθανότατα στην κατασκευή μικρών μολύβδινων αναθημάτων, δεδομένης της εύρεσης πολυάριθμων μολύβδινων πινακίων και μίας μήτρας για τη χύτευση αναθηματικών ειδωλίων του Ερμή και της Αφροδίτης. Αυτό υποδεικνύει ότι το εργαστήριο βρισκόταν κοντά στο ιερό της Αφροδίτης.71

Το Παντικάπαιον απέδωσε κατάλοιπα από ένα εργαστήριο μετάλλου, τα οποία περιλαμβάνουν ολοκληρωμένα αντικείμενα αλλά και απορρίμματα που ανήκουν στο α΄-β΄ τρίτο του 4ου αι. π.Χ. Ανάμεσά τους συγκαταλέγονται πολυάριθμες πέτρες λείανσης και κέρατα, τα οποία έφεραν ίχνη επαφής με διαβρωμένο σίδηρο και χαλκό,72 καθώς και κατάλοιπα παραγωγής ενός χάλκινου αγάλματος σε φυσικό μέγεθος, συμπεριλαμβανομένων των θραυσμάτων μίας μήτρας, ενός αποσπασματικού κωνικού χωνιού, σκωρίας και ενός ένθετου λίθινου ματιού, όλα χρονολογούμενα στο β΄ μισό του 4ου αι. π.Χ.73 Στη Φαναγορία σκωρία και ελάσματα θώρακα βρέθηκαν στα κατάλοιπα ενός εργαστηρίου μετάλλου του β΄ τετάρτου του 5ου αι. π.Χ.74 Κατάλοιπα εργαστηρίων είναι άγνωστα από τους οικισμούς της χώρας του Βοσπόρου, εκτός από το εργαστήριο στον οικισμό του νότιου Churubush στη χώρα του Νυμφαίου, που χρονολογείται στο β΄ μισό του 4ου αι. π.Χ., με ένα δωμάτιο περίπου 40 τ.μ., όπου βρέθηκαν μία κάμινος και ένα σιδερένιο αμόνι.75

2.2.2. Μήτρες χύτευσης, μήτρες με έγγλυφο το διακοσμητικό θέμα, σφυριά

Μήτρες χύτευσης για κοσμήματα, καρφιά και αιχμές βελών βρέθηκαν στην Ολβία,76 καθώς και μήτρες για κοσμήματα στην Ίστρια,77 στο Νικώνιον78 και στο Νυμφαίον.79 Αξίζει να σημειωθεί ότι οι μήτρες από την Ίστρια και το Νυμφαίον χρησίμευαν για τη χύτευση παρόμοιων περίαπτων σε σχήμα σπείρας, ενώ περίαπτα σε σχήμα λύρας χυτεύονταν στις μήτρες που βρέθηκαν στην Ίστρια και στο Νικώνιον, υποδεικνύοντας έτσι κοινές τάσεις στην κατεργασία χαλκού του βόρειου Πόντου.

Στον οικισμό Kosharskoe ήρθε στο φως μια άλλη ομάδα έγγλυφων μητρών, λίθινων και με κοίλα σχέδια, που περιλαμβάνει ένα κομμάτι για την αποτύπωση πλακών σε σχήμα κεφαλής κάπρου και ρόδακες. Παράλληλά της απαντούν σε πλάκες από τις σκυθικές ταφές του 5ου αι. π.Χ.80 Σχέδια για παρόμοιες πλάκες είναι ορατά σε μια μήτρα χύτευσης από ανασκαφές στο νησί Μπερεζάν, στην οποία ο τεχνίτης απλώς σημάδεψε την επιφάνεια, αλλά δε χάραξε τα ανοίγματα για τις πλάκες σε σχήμα κάπρου.81 Αξιοσημείωτη είναι μια έγγλυφη μήτρα που βρέθηκε κατά τύχη στο Νυμφαίον και αναπαριστά φτερωτή λέαινα με κέρατα (ή λέαινα-σφίγγα).82

2.3. Ελληνιστική περίοδος

2.3.1. Κατάλοιπα μεταλλουργικών και μεταλλοτεχνικών κέντρων

Κατάλοιπα ενός εργαστηρίου μετάλλου που χρονολογούνται στον 3ο-2ο αι. π.Χ. ανασκάφηκαν στο εκτός των τειχών μεταλλουργικό κέντρο ανατολικά του θασιακού εμπορείου της Πιστύρου στη Βουλγαρία. Τα ευρήματα περιλαμβάνουν ένα σφυρί κοσμηματοτεχνίτη,83 ένα βώλο χρυσού, διάφορες μήτρες και δύο σφυριά. Διατηρείται μόνο η μία άκρη κατεργασίας από κάποιο εργαλείο, η οποία είναι ορθογώνια με εγχάρακτο σχέδιο σε σχήμα λύρας.84 Τα εργαλεία δημοσιεύθηκαν ως έγγλυφες μήτρες, αλλά το σχέδιό τους και η θέση του υποδεικνύουν ότι πρόκειται για σφυριά.85 Άλλες περιοχές της Πιστύρου απέδωσαν ευρήματα τα οποία περιλάμβαναν ημικατασκευασμένες πόρπες και μεγάλες ποσότητες σκωρίας σιδήρου.86 Στις πόλεις της περιοχής του βόρειου Πόντου βρέθηκαν λιγοστά κατάλοιπα εργαστηρίων μετάλλου. Ο Τύρας απέδωσε χοάνες τήξης και σκωρία από τήξη χαλκού,87 η Ολβία πολύ αποσπασματικά ευρήματα από κατάλοιπα παραγωγής στο βορειοδυτικό και το κεντρικό τμήμα της Άνω πόλης88 και η Τάναϊς μερικά χωνευτήρια και σκωρία από τήξη χαλκού.89 Στο κεντρικό τμήμα της Γοργιππίας, στην Οικία 68, που χρονολογείται στα μέσα 4ου-μέσα 3ου αι. π.Χ., βρέθηκαν κατάλοιπα κατεργασίας χαλκού, συμπεριλαμβανομένων πολυάριθμων χάλκινων ελασμάτων, τμημάτων σύρματος, γάντζων κ.λπ.90

Στο Vani (αρχ. Κολχίς) έχουμε στοιχεία για τοπική χύτευση χάλκινου αγάλματος κατά την Ύστερη Ελληνιστική περίοδο, συμπεριλαμβανομένου ενός ωοειδούς λάκκου, πιθανόν συνδεόμενου με τη χύτευσή του.91 Το γεγονός ότι Έλληνες γλύπτες εκτελούσαν παραγγελίες χάλκινων αγαλμάτων και στην πρωτεύουσα του ύστερου σκυθικού βασιλείου στην Κριμαία αποδεικνύεται από την εύρεση εγχάρακτων βάσεων αγαλμάτων με οπές για τη στερέωση χάλκινων αγαλμάτων.92

Τα λιγοστά κατάλοιπα εργαστηρίων μετάλλου της Ελληνιστικής περιόδου, που ενίοτε οδηγούν σε συμπεράσματα για παρακμή στην παραγωγή, έρχονται σε αντίθεση με τα πολύ πιο πολυάριθμα, σε σχέση με την προηγούμενη περίοδο, ευρήματα μητρών χύτευσης και έγγλυφων μητρών. Την ίδια ώρα προτείνεται ότι, λόγω της εξειδίκευσης της τέχνης και ορισμένων αντιπυρικών κανονισμών, οι μεταλλοτεχνίτες εγκαταστάθηκαν σε συνοικίες έξω από το κέντρο των πόλεων και κοντά στα οχυρωματικά τείχη,93 το οποίο φαίνεται να επιβεβαιώνεται από τα κατάλοιπα κατεργασίας μετάλλου εκτός των τειχών στην Πίστυρο, ή ότι η κατεργασία μετάλλου εκείνη την περίοδο ενδέχεται να είχε χαρακτήρα οικιακό.94

2.3.2. Μήτρες χύτευσης, σφυριά και μήτρες με έγγλυφο το διακοσμητικό θέμα

Σε αντίθεση με τις μήτρες χύτευσης προηγούμενων περιόδων, οι ελληνιστικές ήταν συχνά σκαλισμένες όχι σε λίθο αλλά σε λαβές αμφορέων ή κεράμους. Ιδιαίτερα μεγάλη ποσότητα μητρών χύτευσης, χρονολογούμενη στην υπό συζήτηση περίοδο, κυρίως για κοσμήματα, προέρχεται από την Ολβία.95 Ενδεικτικά αναφέρονται εκείνες που προορίζονταν για τη χύτευση δακτυλιόσχημων ενωτίων με άκρα σε μορφή ζωοκεφαλών96 ή εκείνες με τις ασπίδες στη μορφή πεντάστυλης πρόσοψης ναού.97 Μήτρες χύτευσης για κοσμήματα βρέθηκαν επίσης στη Χερσόνησο,98 το Παντικάπαιον,99 το Μυρμήκιον,100 τη Φαναγορία101 και την Τανάιδα.102

Ένα σφυρί από τη θέση Ruen (κοντά στο Μπουργκάς) στη Θράκη με ένα σχέδιο αμφορέα που χρησιμοποιήθηκε για την ενσφράγιση ημίσεων περίαπτων σε σχήμα αμφορέα χρονολογείται στην Πρώιμη Ελληνιστική περίοδο.103 Ένα σφυρί από την Τυριτάκη, που ανήκει στον 3ο-2ο αι. π.Χ., χρησιμοποιήθηκε για τη σφυρηλάτηση ελασμάτων με την Αφροδίτη και Έρωτες.104 Τέσσερα σφυριά για την ενσφράγιση μικρών κυκλικών ελασμάτων προέρχονται από το Παντικάπαιον. Ένα χρησιμοποιήθηκε πιθανόν για την ενσφράγιση ελασμάτων με άνθη άκανθα, κάποιο άλλο για επιθέματα σε σχήμα κοχυλιού.105

Στη Χερσόνησο εντοπίστηκε μια πήλινη μήτρα του 3ου αι. π.Χ. για τη χύτευση έγγλυφων μητρών που χρησιμοποιούνταν για τη σφυρηλάτηση ανάγλυφων κατόπτρων με εικόνες του Ηρακλή και της Ομφάλης.106 Μια ασβεστολιθική έγγλυφη μήτρα (όχι χύτευσης, όπως έχει δημοσιευτεί) με ανδρική κεφαλή σε τομή βρέθηκε σε οικία του 3ου-2ου αι. π.Χ. στη Χερσόνησο.107 Μια λίθινη έγγλυφη μήτρα του 2ου αι. π.Χ. από το Παντικάπαιον108 χρησιμοποιήθηκε πιθανόν για την κατασκευή χρυσών ελασμάτινων επιθεμάτων στο σχήμα καλάθου.

2.4. Πρώτοι μεταχριστιανικοί αιώνες

2.4.1. Κατάλοιπα μεταλλουργικών και μεταλλοτεχνικών εργαστηρίων

Δύο κάμινοι τήξης σιδήρου, ο ένας κοντά στον άλλον, αποκαλύφθηκαν στην πόλη Τύρας.109 Στην Ολβία κατάλοιπα εργαστηρίων σιδήρου και χαλκού, χρονολογούμενα στον 1ο-3ο αι. μ.Χ., αποκαλύφθηκαν σε δύο περιοχές: στο χαμηλότερο άνδηρο στο νοτιοανατολικό τμήμα της πόλης (αντιπροσωπεύονται από μικρά σπίτια με καμίνους χτισμένα μεταξύ του ανδήρου και του οχυρωματικού τείχους) και στην Κάτω πόλη επίσης από μικρά μονόχωρα σπίτια.110 Τα περισσότερα κατάλοιπα εργαστηρίων μετάλλου του ύστερου 3ου και 4ου αιώνα, συμπεριλαμβανομένου ενός εργαστηρίου με κατάλοιπα καμίνου, είναι συγκεντρωμένα στην περιοχή της πρώην ακρόπολης.111 Ξεχωριστά ευρήματα παραγωγικών καταλοίπων προέρχονται επίσης από τους οικισμούς της χώρας της Ολβίας (Kozyrka, Petuchovka).112 Στη Χερσόνησο υπάρχουν ξεχωριστά ευρήματα σφυρηλατημένων τμημάτων σιδήρου και σκωρίας, χάλκινη σκωρία, τάλαντα και χοάνες τήξης, ενώ κατάλοιπα ενός εργαστηρίου σιδηρουργού ανασκάφηκαν στο βορειοδυτικό τμήμα της πόλης.113 Τα ευρήματα που συνδέονται με τη μεταλλουργία σιδήρου και χαλκού, καθώς και με τη μεταλλοτεχνία εντοπίστηκαν σε διαφορετικές περιοχές, υποδεικνύοντας ειδίκευση στα εργαστήρια.114 Δύο συγκεντρώσεις μεταλλουργικών καταλοίπων αποκαλύφθηκαν στη στρωματογραφία των πρώτων μεταχριστιανικών αιώνων στο Παντικάπαιον. Είναι επίσης γνωστά ευρήματα χωνευτηρίων και ακροφυσίων από φυσερά. Σκωρίες από την εκκαμίνευση χαλκού και σιδήρου, χοάνες τήξης, αποσπασματικά χάλκινα και σιδερένια αντικείμενα, συμπεριλαμβανομένων καρφιών και δακτυλίων για πανοπλία, καθώς και οστά ζώων και κέρατα με ίχνη πριονίσματος βρέθηκαν στα κατάλοιπα που χρονολογούνται στο α΄ μισό του 3ου αιώνα.115 Μία χοάνη για τήξη χαλκού προέρχεται από το Ιλούρατον,116 ενώ ένα κουτάλι για το χύσιμο του μετάλλου βρέθηκε στον αγροτικό οικισμό της νότιας Andreevka.117

Στην Τανάιδα κατάλοιπα εργαστηρίων μετάλλου με ευρήματα από χοάνες τήξης, σκωρία, σμίλες, λαβίδες, πέτρες ακονίσματος, καθώς και ημιτελείς χάλκινες πόρπες διάφορων τύπων εντοπίστηκαν στα στρώματα του 2ου-3ου αιώνα. Τα εργαστήρια βρίσκονται σε διάφορα μέρη της πόλης, στο δυτικό τμήμα της οποίας ήρθαν στο φως επίσης κατάλοιπα ενός εργαστηρίου του 4ου αιώνα.118

Στην Οικία 5 της Γοργιππίας, που καταστράφηκε γύρω στο 240, βρέθηκαν 16 ορθογώνιες ράβδοι σιδήρου.119 Αξίζει να σημειωθεί ότι το μέταλλο είχε υποστεί επεξεργασία από έναν όχι ιδιαίτερα ικανό τεχνίτη. Η οικία στην οποία εντοπίστηκαν οι ράβδοι ταυτίζεται με το σπίτι ενός εμπόρου. Η μεταλλογραφική ανάλυση ορισμένων σιδερένιων αντικειμένων από την ίδια πόλη έδειξε ότι το μέταλλό τους ήταν πανομοιότυπο με αυτό των προαναφερθέντων ράβδων, που υποτίθεται ότι δεν κατασκευάζονταν επιτόπου αλλά εισάγονταν, εφόσον η τοπική κατασκευή σιδηρών αντικειμένων στη Γοργιππία μπορεί να χαρακτηριστεί ανεπτυγμένος κλάδος παραγωγής με χρήση προηγμένων τεχνολογικών μεθόδων, όπως η συγκόλληση με τήξη για τη στερέωση ατσάλινων άκρων πάνω σε σιδερένιες βάσεις αντικειμένων.120

2.4.2. Μήτρες χύτευσης, σφυριά και μήτρες με έγγλυφο το διακοσμητικό θέμα

Λίθινες και πήλινες μήτρες χύτευσης για κοσμήματα και επιθέματα αγγείων βρέθηκαν στην Augusta Traiana (σημ. Στάρα Ζαγόρα) και στο λόφο 1 κοντά στην Chatalka.121 Μήτρες χύτευσης για κοσμήματα βρέθηκαν στην πόλη Τύρας.122 Πέντε μήτρες χύτευσης που χρησιμοποιούνταν για την κατασκευή περιάπτων, τμημάτων πορπών και κατόπτρων-περιάπτων βρέθηκαν στην Τανάιδα σε στρώματα χρονολογούμενα στο 2ο-3ο αιώνα.123

Ένα σφυρί από τη Γοργιππία χρησιμοποιήθηκε για τη σφυρηλάτηση ελασμάτων με τις προτομές της Αφροδίτης και του Έρωτα και ένα σκήπτρο με έντονο ανάγλυφο.124 Με βάση το στιλ του χρονολογείται στον 1ο-2ο αιώνα, όταν πολυάριθμα χρυσά και ασημένια ελάσματα με παρόμοια μοτίβα ήταν σε χρήση στη Γοργιππία και αλλού στην περιοχή του βόρειου Πόντου.

Μια χάλκινη ορθογώνια έγγλυφη μήτρα με κοίλο σχέδιο για την αποτύπωση διακοσμητικών μοτίβων σε πτέρυγες θώρακα πανοπλίας θεωρείται ότι προέρχεται από το Κερτς.125 Πήλινες μήτρες για τη χύτευση χάλκινων έγγλυφων μητρών, χρονολογούμενες στο 2ο-3ο αιώνα, βρέθηκαν στη Μοντάνα (Μοισία) και στη Χερσόνησο. Σύμφωνα με τη L. Ognenova-Marinova, τα ευρήματα από τη Μοντάνα ανήκαν σε ένα εργαστήριο που βρισκόταν δίπλα στο ιερό, αν και δεν εξαρτιόταν πλήρως από αυτό, καθώς η δραστηριότητά του δεν περιοριζόταν στην κατασκευή αναθημάτων.126

Μήτρες για τη χύτευση έγγλυφων μητρών για χάλκινα κάτοπτρα επαρχιακών-ρωμαϊκών τύπων, χρονολογούμενες στο α΄ μισό ή στα μέσα του 2ου αιώνα, εντοπίστηκαν στη Χερσόνησο, πιθανότατα από το χωρό ενός ιερού.127 Μια χάλκινη μήτρα με τη μορφή του Διονύσου εντός ναΐσκου σε ανάγλυφο από το νεκροταφείο της Χερσονήσου παρουσιάζει ομοιότητες με ευρήματα από τη Θράκη ή τη Μοισία, χρονολογούμενα στο 2ο-3ο αιώνα, και πιθανόν να την έφερε εκεί ένας τεχνίτης με καταγωγή από το Δούναβη ή τη Μικρά Ασία.128 Τα εργαλεία των χαλκουργών και των τορευτών βρέθηκαν στην ενδοχώρα όχι μόνο της περιοχής του δυτικού Πόντου, αλλά και της Κριμαίας, όπου μια χάλκινη έγγλυφη μήτρα σε δεύτερη χρήση αποκαλύφθηκε σε ύστερη σκυθική ταφή του νεκροταφείου της Ust-Alma.129



1. Βλ., για παράδειγμα, Кадеев, В.И., Очерки истории экономики Херсонеса в I-IV веках н.э. (Харьков 1970), σελ. 28-30, 40-43· Шелов, Д.Б., “Железоделательное производство в Северном Причерноморье в античное время”, КСИА 159 (1979), σελ. 4-5.

2. Treister, M.Y., “Trade in Metals in the Greek World (from the Archaic into the Hellenistic Epoch)”, Bull. of the Metals Museum 18 (1992), σελ. 29-43· Treister, M.Y., The Role of Metals in Ancient Greek History (Leiden – New York – Köln 1996), σελ. 388-391.

3. Kuleff, I. – Iliev, I. – Pernicka, E. – Gergova, D., “Chemical and lead isotope compositions of lead artefacts from ancient Thracia (Bulgaria)”, Journal of Cultural Heritage 7.4 (2006), σελ. 244-256.

4. Теоклиева, Е. – Балабанов, П., “Рудни разработки в централния Странджа”, Известия на музеите от Югоизточна България IV (1981), σελ. 18-22.

5. Радунчева, A. – Черных, E.Н., “Археологические материалы с древних рудников”, στο Черных, E.Н. (επιμ.), Горное дело и металлургия в древнейшей Болгарии (София 1978), App. 2, σελ. 322-325. Επίσης γενικά για την εξόρυξη μεταλλεύματος στην αρχαία Θράκη βλ. Велков, В., “Рудодобиване и минно дело в древна Тракия”, Годишник на национальная политихнически музей 2 (1972), σελ. 23-40. Για την ιστορία εξόρυξης μεταλλεύματος στη Θράκη με βάση επιγραφικές πηγές βλ. Геров, Б., “Към выпроса за исползуването на мините в Тракия през римско время”, Известия на Народния музей Бургас 2 (1965), σελ. 63-74.

6. Velkov, V., “Pontic Thrace and its Interrelations with the Greek World in the XIIth-IVth Centuries”, στο Лордкипанидзе, O. (επιμ.), Местные этно-политические объединения Причерноморья в VII-IV вв. дo н.э. Материалы IV Всесоюзного симпозиума по древней истории Причерноморья (Тбилиси 1988), σελ. 271.

7. Kovachev, V. – Ajdanlijsky, G. – Bozkova, A. – Delev, P. – Mladenov, V., “Traces of Ancient Mining and Metallurgy on a Site in the Mesta (Nestos) River Valley, SW Bulgaria”, στο International Conference “Archaeometallurgy in Europe”, 24-26 September 2003 – Milan, Italy, Proceedings 2 (Milan 2003), σελ. 429-436.

8. Pernicka, E., “Erzlagerstätten in der Ägäis und ihre Ausbeutung im Altertum: Geochemische Untersuchungen zur Herkunftsbestimmung archäologischer Metallobjekte”, JbRGZM 34.2 (1987), σελ. 666.

9. Pernicka, E. – Seeliger, T. – Wagner, G.A. κ.ά., “Archäometallurgische Untersuchungen in Nordwestanatolien”, JbRGZM 31 (1984), σελ. 539-549, (TG 18), ιδ. 544-549, εικ. 7-10 (TG 130A)· Pernicka, E., “Erzlagerstätten in der Ägäis und ihre Ausbeutung im Altertum: Geochemische Untersuchungen zur Herkunftsbestimmung archäologischer Metallobjekte”, JbRGZM 34.2 (1987), σελ. 649.

10. Pernicka, E. – Seeliger, T. – Wagner, G.A. κ.ά., “Archäometallurgische Untersuchungen in Nordwestanatolien”, JbRGZM 31 (1984), σελ. 553-557, (TG 132), εικ. 16· Pernicka, E., “Erzlagerstätten in der Ägäis und ihre Ausbeutung im Altertum: Geochemische Untersuchungen zur Herkunftsbestimmung archäologischer Metallobjekte”, JbRGZM 34.2 (1987), σελ. 675-676.

11. Островерхов, A.С., “Про чорну металлургию на Ягорлицькому поселенни”, Археологiя (Kиев), σελ. 26-36· Островерхов, A.С., “К вопросу о сырьевой базе античного производства в районе Днепровского и Бугского лиманов”, ВДИ 3 (1979), σελ. 118.

12. Островерхов, A.С., “К вопросу о сырьевой базе античного производства в районе Днепровского и Бугского лиманов”, ВДИ 3 (1979), σελ. 118-123.

13. Шрамко, Б.A. – Солнцев, Л.A. – Фомин, Л.Л., “К вопросу о железодобывающем ремесле в степной Скифии ”, СА 2 (1986), σελ. 156-169.

14. Терехова, Н.Н. – Хомутова, Л.С., “Результаты минералогического изучения образцов железных руд и шлаков из раскопок Торика”, στο Онайко, Н.А. (επιμ.), Архаический Торик. Античный город на северо-востоке Понта (Москва 1980), σελ. 172-173.

15. Марченко, И.Д., “К изучению металлообработки в раннем Пантикапее”, στο Памятники культуры. Новые открытия. Ежегодник (Москва 1978), σελ. 453-457.

16. Круг, О.Ю. – Рындина, Н.В., “К вопросу о железной металлургии Пантикапея”, МИА 103 (1962), σελ. 254-258· Treister, M., “Metalworking of Panticapaion, Kingdom of Bosporus Capital”, Bulletin of the Metals Museum 12 (1987), σελ. 49.

17. Rozanova, L.S. – Terekhova, N.N., “Iron-Working in Classical Sites of the North Pontic Area (According to the Materials from Gorgippia)”, στο International Conference “Archaeometallurgy in Europe”, 24-26 September 2003 – Milan, Italy, Proceedings 1 (Milan 2003), σελ. 64-65.

18. Черных, Е.Н., Горное дело и металлургия в древнейшей Болгарии (София 1978), σελ. 53-82· Ольговский, С.Я., “Спектральний аналiз мiдних та бронзових виробiв iз Ягорлицького поселення”, Археологiя (Kиïв) 36 (1981), σελ. 40.

19. Крапивина, В.В. – Маничев, В.И. – Крутилов, В.В., “О металлургическом производстве в Ольвии (цветные металлы)”, στο Гаврилюк, Н.O. (επιμ.), Палеоекономiка раннього залiзного вiку на територУкрни (Kиïв 2004), σελ. 70-85.

20. Ольговский, С.Я., “Металл литых монет Нижнего Побужья”, στο Русяева, А.С. (επιμ.), Ольвия и ее округа (Киев 1986), σελ. 90· Смекалова, Т.Н. – Дюков, Ю.Л., Монетные сплавы государств Северного Причерноморья. Боспор, Ольвия, Тира (Ст. Петербург 2001), σελ. 106-107, 113, 121-122.

21. Domanskij, J.V. – Marchenko, K.K., “Towards Determining the Chief Function of the Settlement of Borysthenes”, στο Bilde, P.G. – Højte, J.M. – Stolba, V.F. (επιμ.), The Cauldron of Ariantas. Studies presented to A.N. Šèeglov on the occasion of his 70th Birthday (Black Sea Studies 1, Aarchus 2003), σελ. 35· Доманский, Я.В. – Марченко, К.К., “Базовая функция раннего Борисфена”, στο Крыжицкий, С.Д. (επιμ.), Borysthenika – 2004. Материалы международной научной конференции к 100-летию начла исследований острова Березань З. Р. фон Штерном (Николаев 2004), σελ. 28.

22. Смекалова, Т.Н. – Дюков, Ю.Л., Монетные сплавы государств Северного Причерноморья. Боспор, Ольвия, Тира (Ст. Петербург 2001), σελ. 113-114, 122-123.

23. Смекалова, Т. Н. – Дюков, Ю.Л., Монетные сплавы государств Северного Причерноморья. Боспор, Ольвия, Тира (Ст. Петербург 2001), σελ. 113, 120.

24. Pernicka, E. – Seeliger, T. – Wagner, G.A. κ.ά., “Archäometallurgische Untersuchungen in Nordwestanatolien”, JbRGZM 31 (1984), σελ. 539-549, (TG 18)· Смекалова, Т.Н. – Дюков, Ю.Л., Монетные сплавы государств Северного Причерноморья. Боспор, Ольвия, Тира (Ст. Петербург 2001), σελ. 123-124.

25. Смекалова, Т.Н. – Дюков, Ю.Л., Монетные сплавы государств Северного Причерноморья. Боспор, Ольвия, Тира (Ст. Петербург 2001), σελ. 124-137.

26. Смекалова, Т.Н. – Дюков, Ю.Л., Монетные сплавы государств Северного Причерноморья. Боспор, Ольвия, Тира (Ст. Петербург 2001), σελ. 21.

27. Смекалова, Т.Н. – Дюков, Ю.Л., Монетные сплавы государств Северного Причерноморья. Боспор, Ольвия, Тира (Ст. Петербург 2001), σελ. 22-23.

28. Секерская, Н.М., Античный Никоний и его округа в VI-IV вв. до н. (Киев 1989), σελ. 35· Treister, M., “Ionia and the North Pontic Area. Archaic Metalworking: Tradition and Innovation”, στο Heinen, H. – Tsetskhladze, G. (επιμ.), The Greek Colonisation of the Black Sea (Historical Interpretation of Archaeology) (Historia Einzelschriften 121, Stuttgart 1998), σελ. 180, σημ. 4 (με βιβλιογραφία).

29. Охотников, С.Б., Нижнее Поднестровье в VI-V вв. до н. (Киев 1990), σελ. 49.

30. Treister, M., “Ionia and the North Pontic Area. Archaic Metalworking: Tradition and Innovation”, στο Heinen, H. – Tsetskhladze, G. (επιμ.), The Greek Colonisation of the Black Sea (Historical Interpretation of Archaeology) (Historia Einzelschriften 121, Stuttgart 1998), σελ. 179, σημ. 1 (με βιβλιογραφία).

31. Treister, M., “Ionia and the North Pontic Area. Archaic Metalworking: Tradition and Innovation”, στο Heinen, H. – Tsetskhladze, G. (επιμ.), The Greek Colonisation of the Black Sea (Historical Interpretation of Archaeology) (Historia Einzelschriften 121, Stuttgart 1998), σελ. 179, σημ. 1 (με βιβλιογραφία)· Крыжицкий, С.Д. и др., Ольвия. Античное государство в Северном Причерноморье (Киев 1999), σελ. 61-62, 64, 67.

32. Treister, M., “Ionia and the North Pontic Area. Archaic Metalworking: Tradition and Innovation”, στο Heinen, H. –  Tsetskhladze, G. (επιμ.), The Greek Colonisation of the Black Sea (Historical Interpretation of Archaeology) (Historia Einzelschriften 121, Stuttgart 1998), σελ. 179, σημ. 2 (με βιβλιογραφία).

33. Treister, M., “Ionia and the North Pontic Area. Archaic Metalworking: Tradition and Innovation”, στο Heinen, H. – Tsetskhladze, G. (επιμ.), The Greek Colonisation of the Black Sea (Historical Interpretation of Archaeology) (Historia Einzelschriften 121, Stuttgart 1998), σελ. 179-180, σημ. 3 (με βιβλιογραφία)· Крыжицкий, С.Д. и др., Ольвия. Античное государство в Северном Причерноморье (Киев 1999), σελ. 63-64.

34. Προσωπική επικοινωνία με Y.A. Vinogradov.

35. Treister, M., “Ionia and the North Pontic Area. Archaic Metalworking: Tradition and Innovation”, στο Heinen, H. – Tsetskhladze, G. (επιμ.), The Greek Colonisation of the Black Sea (Historical Interpretation of Archaeology), (Historia Einzelschriften 121, Stuttgart 1998), σελ. 180, σημ. 6 (με βιβλιογραφία).

36. Долгоруков, В.С., “Литейная форма из Фанагории”, στο Кошеленко, Г.А. (επιμ.), Проблемы античной культуры (Москва 1986), σελ. 145-149.

37. Терехова, Н.Н. – Хомутова, Л.С., “Результаты минералогического изучения образцов железных руд и шлаков из раскопок Торика ”, στο Онайко, Н.А. (επιμ.), Архаический Торик. Античный город на северо-востоке Понта (Москва 1980), σελ. 172-173.

38. Δεν μπορεί κανείς να υιοθετήσει εύκολα βάσει των διαθέσιμων πληροφοριών τον εποχιακό χαρακτήρα της μεταλλουργίας και της μεταλλοτεχνίας στους οικισμούς Μπερεζάν και Yagorlyk, όπως προτείνεται από το S.Ya. Ol’govskii. Βλ. Ольговский, С.Я., Скифо-античная металлообработка архаического времени (Киев 2005), σελ. 86.

39. Островерхов, А.С., “Обробка кольорових металiв на античних поселеннях”, Археологiя (Kиïв) 36 (1981), σελ. 26-37· Паньков, С.В., “Про технiко-технологiчне опорядження античного залiзодобувного та обробного вирбництва пiвнiчного Причорномор’я”, στο Буйских, C.Б. (επιμ.), Мир Ольвии. Памятник исследователю и исследование памятника. К 90-летию профессора Л.М. Славина (Киев 1996), σελ. 170· Ольговский, С.Я., Скифо-античная металлообработка архаического времени (Киев 2005), σελ. 69-73· Иевлев, М.М. – Минаева, Н.И., “К вопросу о выборе места и направленности хозяйственной деятельности Ягорлыцкого поселения”, στο Зинько, В.Н. (επιμ.), Боспор Киммерийским и варварский мир в период античности и средневековья. (Керчь 2006), σελ. 166-169.

40. Domanskij, J.V. – Marchenko, K.K., “Towards Determining the Chief Function of the Settlement of Borysthenes”, στο Bilde, P.G. – Højte, J.M. – Stolba, V.F. (επιμ.), The Cauldron of Ariantas. Studies presented to A.N. Ščeglov on the occasion of his 70th Birthday (Black Sea Studies 1, Aarchus 2003), σελ. 30-35, εικ. 1-3· Доманский, Я.В. – Марченко, К.К., “Базовая функция раннего Борисфена”, στο  Крыжицкий, С.Д. (επιμ.), Borysthenika – 2004. Материалы международной научной конференции к 100-летию начла исследований острова Березань З. Р. фон Штерном (Николаев 2004), σελ. 24-27.

41. Domanskij, J.V. – Marchenko, K.K., “Towards Determining the Chief Function of the Settlement of Borysthenes”, στο Bilde, P.G. – Højte, J.M. – Stolba, V.F. (επιμ.), The Cauldron of Ariantas. Studies presented to A.N. Ščeglov on the occasion of his 70th Birthday (Black Sea Studies 1, Aarchus 2003), σελ. 35· Доманский, Я.В. – Марченко, К.К., “Базовая функция раннего Борисфена”, στο Крыжицкий, С.Д. (επιμ.), Borysthenika – 2004. Материалы международной научной конференции к 100-летию начла исследований острова Березань З.Р. фон Штерном (Николаев 2004), σελ. 28.

42. Шелов, Д.Б., “Железоделательное производство в Северном Причерноморье в античное время”, КСИА 159 (1979), σελ. 5· Паньков, С.В., “Про технiко-технологiчне опорядження античного залiзодобувного та обробного вирбництва пiвнiчного Причорномор’я”, στο Буйских, C.Б. (επιμ.), Мир Ольвии. Памятник исследователю и исследование памятника. К 90-летию профессора Л. Славина (Киев 1996), σελ. 169.

43. Назаров, В.В. – Кузьмищев, А.Г., “К проблеме интерпретации одной позднеархаической землянки на о. Березань”, στο Зуев, В.Ю. (επιμ.), The Phenomenon of the Bosporan Kingdom. Problems of Correlation of Written and Archaeological Sources (St. Petersburg 2005), σελ. 178-180· Крутилов, В.В., “Помещение производственного характера с сырцовыми стенами на территории теменоса Березанского поселения”, στο Зинько, В.Н. (επιμ.), Боспор Киммерийский и варварский мир в период античности и средневековья. Святилища и сакральные объекты (Керчь 2007), σελ. 195-196.

44. Solovyov, S., Ancient Berezan. The Architecture, History and Culture of the First Greek Colony in the Northern Black Sea (Colloquia Pontica 4, Leiden – Boston – Cologne 1999), σελ. 93· Solovyov, S. – Treister, M., “Bronze punches from Berezan”, AWE 3 (2004), σελ. 368, εικ. 5, σελ. 373. Βλ. Ольговский, С.Я., Скифо-античная металлообработка архаического времени (Киев 2005), σελ. 64-65, σχετικά με την απουσία καταλοίπων μεταλλοτεχνίας στον οικισμό του Μπερεζάν.

45. Карышковский, П.О. – Лапин, В.В., “Денежно-вещевой клад эпохи греческой колонизации, найденный на Беерзани в 1975 г.”, στο Лордкипанидзе, О.Д. (επιμ.), Проблемы греческой колонизации Северного и Восточного Причерноморья. Материалы I всесоюзного симпозиума по древней истории Причерноморья, Цхалтубо 1977 (Тбилиси 1979), σελ. 105· Скржинская, М.В., “Греческие серьги и ожерелья архаического периода”, στο Русяева, А.С. (επιμ.), Ольвия и ее округа (Киев 1986), σελ. 124, εικ. 5.1· Solovyov, S. – Treister, M., “Bronze punches from Berezan”, AWE 3 (2004), σελ. 370-371.

46. Крапивина, В.В. – Маничев, В.И. – Крутилов, В.В., “О металлургическом производстве в Ольвии (цветные металлы)”, στο Гаврилюк, Н.O. (επιμ.), Палеоекономiка раннього залiзного вiку на територiï Укрaïни (Kиïв 2004), σελ. 66· Ольговский, С.Я., Скифо-античная металлообработка архаического времени (Киев 2005), σελ. 76-81· Крапивина, В.В. – Маничев, В.И. – Крутилов, В.В., “О металлургическом производстве в Ольвии (цветные металлы)”, στο Гаврилюк, Н.O. (επιμ.), Палеоекономiка раннього залiзного вiку на територiï Укрaïни (Kиïв 2004), σελ. 66· Ольговский, С.Я., Скифо-античная металлообработка архаического времени (Киев 2005), σελ. 76-81.

47. Назаров, В.В. – Крутилов, В.В., “О производстве бронзовых наконечников стрел в Ольвии”, στο Толочко, П.П. (επιμ.), Северное Причерноморье в античное время. Сборник научных трудов. K 70-летию С. Д. Крыжицкого (Киев 2002), σελ. 39-40, εικ. 1.

48. Treister, M., “Metalworking of Panticapaion, Kingdom of Bosporus Capital”, Bulletin of the Metals Museum 12 (1987), σελ. 38-40, εικ. 2· Трейстер, М.Ю., “Бронзолитейное ремесло Боспора VI-V вв. до н.э.”, Eirene XXV (1988), σελ. 45-46, εικ. 4-5· Трейстер, М.Ю., “Бронзолитейное ремесло Боспора”, Сообщения ГМИИ им. А.С. Пушкина 10 (1992), σελ. 68-69, εικ. 1-2, 73-74· Treister, M., “Archaic Pantikapaion”, στο Cobet, J. – von Graeve, V. – Niemeyer, W.-D. – Zimmermann, K. (επιμ.), Frühes Ionien: Eine Bestandaufnahme. Panionion, 26. September – 1.Oktober 1999 (Milesische Forschungen 5, Mainz 2007), σελ. 567-568, εικ. 1-2.

49. Долгоруков, В.С., “Литейная форма из Фанагории”, στο Кошеленко, Г.А. (επιμ.), Проблемы античной культуры (Москва 1986), σελ. 145-149.

50. Coja, M., “L’artisanat a Histria du VIe au Ier siècle avant notre ere”, Dacia 6 (1962), σελ. 132, εικ. 12.1· Kołkówna, S., “Remarques sur les sources archéologiques antiques relatives а la production d'orfèvrerie sur les rivages septentrionaux et occident de la Mer Noire”, στο Hackens, T. (επιμ.), Études sur l'orfèvrerie antique. Studies in Ancient Jewelry (Publication d'histoire de l'art et d'archéologie de l'Universite Catholique de Louvain XIV, Aurifex 1, Louvain-la-Neuve 1980), σελ. 144-145, πίν. XIX.1.

51. Сон, Н.А., “Ремесленное производство”, στο Крыжицкий, С.Д. (επιμ.), Культура населения Ольвии и ее округи в архаическое время (Киев 1987), σελ. 120 κ.ε.· Островерхов, А.С., “Об одной литейной форме с Березани”, στο Охотников, С.Б. (επιμ.), Древнее Причерноморье. Краткие сообщения Одесского археологического общества (Одесса 1993), σελ. 66-69· Vinogradov, Ju.G. – Kryžickij, S.D., Olbia. Eine altgriechische Stadt im nordwestlichen Schwarzmeerraum (Leiden – New York – Köln 1995), σελ. 79, εικ. 100.2-4· Treister, M., “Ionia and the North Pontic Area. Archaic Metalworking: Tradition and Innovation”, στο Heinen, H. – Tsetskhladze, G. (επιμ.), The Greek Colonisation of the Black Sea (Historical Interpretation of Archaeology, Historia Einzelschriften 121, Stuttgart 1998), σελ. 179, 193-195, εικ. 3-8, σελ. 198, εικ. 14· Ольговский, С.Я., Скифо-античная металлообработка архаического времени (Киев 2005), σελ. 64-65· Зубарь, В.М. – Сон, Н.А., Северо-западное Причерноморье в античную эпоху. Основные тенденции социально-экономического развития (Materials in Archaeology, History and Ethnography of Tauria Supplementum 3, Симферополь 2007), σελ. 35, εικ. 46.

52. Капошина, С.И., “О скифских элементах в культуре Ольвии”, МИА 50 (1956), σελ. 176-177, εικ. 18.2· Kołkówna, S., “Remarques sur les sources archéologiques antiques relatives а la production d΄orfèvrerie sur les rivages septentrionaux et occident de la Mer Noire”, στο Hackens, T. (επιμ.), Études sur l'orfèvrerie antique. Studies in Ancient Jewelry (Publication d'histoire de l'art et d'archéologie de l΄Universite Catholique de Louvain XIV, Aurifex 1, Louvain-la-Neuve 1980), σελ. 140, πίν. XVI.2· Vinogradov, Ju.G. – Kryžickij, S.D., Olbia. Eine altgriechische Stadt im nordwestlichen Schwarzmeerraum (Leiden – New York – Köln 1995), σελ. 79, εικ. 73.a-b· Крыжицкий, С.Д. и др., Ольвия. Античное государство в Северном Причерноморье (Киев 1999), σελ. 67· Ольговский, С.Я., Скифо-античная металлообработка архаического времени (Киев 2005), σελ. 84-86.

53. Рубан, В.В., “Литейная форма с поселения Козырка XV”, СА 3 (1979), σελ. 249-258· Марченко, К.К. – Доманский, Я.В., “Комплекс вещественных находок на античном поселении Старая Богдановка”, AСГЭ 24 (1983), σελ. 69, πίν. 10.7· Kryzhitskii, S.D. – Buiskikh, S.B. – Burakov, А.V., Sel’skaya okruga Ol’vii (Kiev 1989), σελ. 78-79· Зубарь, В.М. – Сон, Н.А., Северо-западное Причерноморье в античную эпоху. Основные тенденции социально-экономического развития (Materials in Archaeology, History and Ethnography of Tauria Supplementum 3, Симферополь 2007) σελ. 35, εικ. 47.

54. Treister, M., “Metalworking of Panticapaion, Kingdom of Bosporus Capital”, Bulletin of the Metals Museum 12 (1987), σελ. 41-42, εικ. 6-7· Трейстер, М.Ю., “Бронзолитейное ремесло Боспора VI-V вв. до н.э.”, Eirene XXV (1988), σελ. 46-51, εικ. 1-2, 3.1-3· Трейстер, М.Ю., “Бронзолитейное ремесло Боспора”, Сообщения ГМИИ им. А. Пушкина 10 (1992), σελ. 74 κ.ε., εικ. 3-4, 5.1-3, 6· Treister, M., “Archaic Pantikapaion”, στο Cobet, J. – von Graeve, V. – Niemeyer, W.-D. – Zimmermann, K. (επιμ.), Frühes Ionien: Eine Bestandaufnahme. Panionion, 26. September – 1.Oktober 1999 (Milesische Forschungen 5, Mainz 2007), σελ. 570, πίν. 72-73.

55. Dimitriu, S., “Cartierul de locuinte, din zona de vest a cetatii, in epoca archaica”, Histria 2 (1966), πίν. 50e.

56. Рубан, В.В., “Литейная форма с поселения Козырка XV”, СА 3 (1979), σελ. 249-251, εικ. 2· Сон, Н.А., “Ремесленное производство”, στο Крыжицкий, С.Д. (επιμ.), Культура населения Ольвии и ее округи в архаическое время (Киев 1987), σελ. 123, αρ. 7, εικ. 43.

57. Фурманська, А.I., “Ливарнi форми з розкопок Ольвiï”, Археологични пам’ятки УРСР VII (Киев 1958), σελ. 43, εικ. 1-3· Сон, Н.А., “Ремесленное производство”, στο Крыжицкий, С.Д. (επιμ.), Культура населения Ольвии и ее округи в архаическое время (Киев 1987), σελ. 123-124, αρ. 9-10, εικ. 42.5-6· Vinogradov, Ju.G. – Kryžickij, S.D., Olbia. Eine altgriechische Stadt im nordwestlichen Schwarzmeerraum (Leiden – New York –Köln 1995), σελ. 79, εικ. 73b.

58. Кутайсов, В.А., Керкинитида в античную эпоху (Киев 2004), σελ. 67, 232, εικ. 29.

59. Марченко, И.Д., “Материалы по металлообработке и металлургии Пантикапея”, МИА 56 (1957), σελ. 163, εικ. 2, 4· Трейстер, М.Ю., “0Бронзолитейное ремесло Боспора VI-V вв. до н.э.”, Eirene XXV (1988), σελ. 48-49, εικ. 1, 3-5· Трейстер, М.Ю., “Бронзолитейное ремесло Боспора”, Сообщения ГМИИ им. А. Пушкина 10 (1992), σελ. 71, εικ. 3, 4-5, σελ. 75-78.

60. Jacopi, G., Explorazione archeologica di Camiro II (Clara Rhodos VI-VII.1, Rodi 1933), σελ. 341, εικ. 87, σελ. 358, αρ. XI.1 (14523)· Reinholdt, C., “Arbeitszeugnisse geometrischer und archaischer Schmuckwerkstätten”, AA (1992), σελ. 227, 229-230, εικ. 14.

61. Денисова, В.И., “Литейная форма мастера Гикесия из Ольвии”, Археологические вести 3 (1994), σελ. 78-87· Treister, M., “Archaic Pantikapaion”, στο Cobet, J. – von Graeve, V. – Niemeyer, W.-D. – Zimmermann, K. (επιμ.), Frühes Ionien: Eine Bestandaufnahme. Panionion, 26. September – 1.Oktober 1999 (Milesische Forschungen 5, Mainz 2007), σελ. 570, εικ. 3.

62. Treister, M., “Аrchaic Bronzes. Greece – Asia Minor – North Pontic Area”, στο Solovyov, S.L. (επιμ.), Archaic Greek Culture: History, Archaeology, Art and Museology (British Archaeological Reports) (Oxford, υπό έκδοση). Σχετικά με τα κάτοπτρα από την Ολβία βλ. Treister, M., Ein spätarchaischer Handspiegel des olbischen Typus (Festgabe anlässlich der Winckelmannsfeier des Institut für klassische Archäologie der Universität Leipzig, Leipzig am 15, Dezember 2003).

63. Капошина, С.И., “О скифских элементах в культуре Ольвии”, МИА 50 (1956), σελ. 183-185, εικ. 23.1-4, 6-7· Kołkówna, S., “Antike Werkzeuge zur Produktion metallener Juweliererzeugnisse aus der nördlichen und westlichen Schwarzmeerküste”, Archeologia (Warszawa) XXIX (1978), σελ. 64-65, αρ. 17 (με βιβλιογραφία), εικ. 18· Kołkówna, S., “Remarques sur les sources archéologiques antiques relatives а la production d΄orfèvrerie sur les ravages septentrionaux et occident de la Mer Noire”, στο Hackens, T. (επιμ.), Études sur l΄orfèvrerie antique. Studies in Ancient Jewelry (Publication d΄histoire de l΄art et d΄archéologie de l΄Universite Catholique de Louvain XIV. Aurifex 1, Louvain-la-Neuve 1980), σελ. 114, πίν. VII.1, VIII· Островерхов, А.С., “Звiриний стиль у культурi Ольвiï”, Археологiя (Киïв) 2 (1994), σελ. 44, εικ. 3.3· Vinogradov, Ju.G. – Kryžickij, S.D., Olbia. Eine altgriechische Stadt im nordwestlichen Schwarzmeerraum (Leiden – New York – Köln 1995), σελ. 79, εικ. 100.1.

64. Berciu, D., “Das thrako-gethische Fürstengrab von Agighiol in Rumänien”, BerRGK 50 (1969), σελ. 242, εικ. 13.2· Kull, B., “Die Siedlung Oprişor bei Turnu Severin (Rumänien) und ihre Bedeutung für die thrakische Toreutik”, Germania 75 (1997), σελ. 578-580, εικ. 15.2· Treister, M., Hammering Techniques in Greek and Roman Jewellery and Toreutics (Colloquia Pontica 8, Leiden – Boston – Köln 2001), σελ. 79, αρ. 9 (με βιβλιογραφία), εικ. 39.2.

65. Solovyov, S. – Treister, M., “Bronze punches from Berezan”, AWE 3 (2004), σελ. 365-375.

66. Solovyov, S. – Treister, M., “Bronze punches from Berezan”, AWE 3 (2004), σελ. 370-371.

67. Kull, B., “Die Siedlung Oprişor bei Turnu Severin (Rumänien) und ihre Bedeutung für die thrakische Toreutik”, Germania 75 (1997), σελ. 583.

68. Ognenova, L., “Nouvelles données sur les artisanats en Thrace dans l’antiquité, in Acta Conventus XI 'Eirene'” (1973), σελ. 485-492.

69. Секерская, Н.М., Античный Никоний и его округа в VI-IV вв. до н. (Киев 1989) σελ. 66, εικ. 55.1-3, 6-8· Зубарь, В.М. – Сон, Н.А., Северо-западное Причерноморье в античную эпоху. Основные тенденции социально-экономического развития (Materials in Archaeology, History and Ethnography of Tauria Supplementum 3, Симферополь 2007), σελ. 79, εικ. 92.

70. Vinogradov, Ju.G. – Kryžickij, S.D., Olbia. Eine altgriechische Stadt im nordwestlichen Schwarzmeerraum (Leiden – New York – Köln 1995), σελ. 80· Крыжицкий, С.Д. и др., Ольвия. Античное государство в Северном Причерноморье (Киев 1999), σελ. 125-126· Крапивина, В.В. – Маничев, В.И. – Крутилов, В.В., “О металлургическом производстве в Ольвии (цветные металлы)”, στο Гаврилюк, Н.O. (επιμ.), Палеоекономiка раннього залiзного вiку на територУкрни (Kиïв 2004), σελ. 66· Крапивина, В.В., “Металлообрабатывающая мастерская в Ольвии и ее связь со святилищем Афродиты”, στο Зинько, В.Н. (επιμ.), Боспор Киммерийский и варварский мир в период античности и средневековья. Святилища и сакральные объекты (Керчь 2007), σελ. 188-194.

71. Крапивина, В.В., “Металлообрабатывающая мастерская в Ольвии и ее связь со святилищем Афродиты”, στο Зинько, В.Н. (επιμ.), Боспор Киммерийский и варварский мир в период античности и средневековья. Святилища и сакральные объекты (Керчь 2007), σελ. 188-194.

72. Treister, M., “Metalworking of Panticapaion, Kingdom of Bosporus Capital”, Bulletin of the Metals Museum 12 (1987), σελ. 44-46, εικ. 11-12.

73. Treister, M., “Metalworking of Panticapaion, Kingdom of Bosporus Capital”, Bulletin of the Metals Museum 12 (1987), σελ. 44, εικ. 9.

74. Трейстер, М.Ю., “Бронзолитейное ремесло Боспора”, Сообщения ГМИИ им. А. Пушкина 10 (1992), σελ. 85.

75. Зинько, В.Н., Хора боспорского города Нимфея (Боспорские исследования IV, Симферополь – Керчь 2003), σελ. 94-100· Зинько, В.Н., Хора городов европейского побережья Боспора Киммерийского (VI-I вв. до н.) (Боспорские исследования XV, Симферополь – Керчь 2007), σελ. 211-212, εικ. 93.

76. Фурманська, А.I., “Ливарнi форми з розкопок Ольвiï”, Археологични пам’ятки УРСР VII (Киев 1958), σελ. 52-53, πίν. VI, σελ. 4-5· Kołkówna, S., “Remarques sur les sources archéologiques antiques relatives а la production d΄orfèvrerie sur les rivages septentrionaux et occident de la Mer Noire”, στο Hackens, T. (επιμ.), Études sur l'orfèvrerie antique. Studies in Ancient Jewelry (Publication d'histoire de l'art et d'archéologie de l'Universite Catholique de Louvain XIV, Aurifex 1), (Louvain-la-Neuve 1980), σελ. 138-139, πίν. XV.4-5. Βλ. επίσης Крыжицкий, С.Д. и др., Ольвия. Античное государство в Северном Причерноморье (Киев 1999), σελ. 127· Калашник, Ю.П., “Золото Боспора”, στο Вильямс, Д. – Огден, Д. (επιμ.), Греческое золото. Ювелирное искусство классической эпохи V-IV века до н.э. (Ст. Петербург 1995), σελ. 260, εικ. 1.

77. Μήτρα για περίαπτα σε σχήμα σπείρας: Coja, M., “L΄artisanat a Histria du VIe au Ier siecle avant notre ere”, Dacia 6 (1962), σελ. 139, εικ. 12.3· Kolkowna, S., “Remarques sur les sources archeologiques antiques relatives? la production d΄orfevrerie sur les ravages septentrionaux et occident de la Mer Noire”, στο Hackens, T. (επιμ.), Etudes sur l’orfevrerie antique. Studies in Ancient Jewelry (Publication d’histoire de l’art et d’archeologie de l’Universite Catholique de Louvain XIV, Aurifex 1), (Louvain-la-Neuve 1980), σελ. 144-145, πίν. XIX.3. Μήτρα για περίαπτα σε σχήμα λύρας: Coja, M., “L’artisanat a Histria du VIe au Ier siecle avant notre ere”, Dacia 6 (1962), σελ. 132, εικ. 12.2· Kolkowna, S., “Remarques sur les sources archeologiques antiques relatives? la production d’orfevrerie sur les rivages septentrionaux et occident de la Mer Noire”, στο Hackens, T. (επιμ.), Etudes sur l’orfevrerie antique. Studies in Ancient Jewelry (Publication d’histoire de l’art et d’archeologie de l’Universite Catholique de Louvain XIV, Aurifex 1), (Louvain-la-Neuve 1980), σελ. 144-145, πίν. XIX· Редина, Е.Ф., “О месте производства некоторых типов украшений из скифских могильников”, στο Станко, И.В. (επιμ.), Древнее Причерноморье. IV-e чтения памяти профессора Петра Осиповича Карышковского (Одесса 1998), σελ. 125-126, εικ. 1.1.

78. Секерская, Н.М., Античный Никоний и его округа в VI-IV вв. до н.э. (Киев 1989), σελ. 66, εικ. 55.6· Редина, Е.Ф., “О месте производства некоторых типов украшений из скифских могильников”, στο Станко, И.В. (επιμ.), Древнее Причерноморье. IV-e чтения памяти профессора Петра Осиповича Карышковского (Одесса 1998), σελ. 125-126, εικ. 1-2· Зубарь, В.М. – Сон, Н.А., Северо-западное Причерноморье в античную эпоху. Основные тенденции социально-экономического развития (Materials in Archaeology, History and Ethnography of Tauria Supplementum 3, Симферополь 2007), σελ. 79, εικ. 92.3.

79. Силантьева, П.Ф., “Спиралевидные подвески Боспора”, Труды ГЭ XVII (1976), σελ. 133-134, εικ. 8· Трейстер, М.Ю., “Бронзолитейное ремесло Боспора VI-V вв. до н.э.”, Eirene XXV (1988), εικ. 3.4-5· Трейстер, М.Ю., “Бронзолитейное ремесло Боспора”, Сообщения ГМИИ им. А. Пушкина 10 (1992) σελ. 75, εικ. 5.4-5· Калашник, Ю.П., “Золото Боспора”, στο Вильямс, Д. – Огден, Д., Греческое золото. Ювелирное искусство классической эпохи V-IV века до н. (Ст. Петербург 1995), σελ. 260-261, εικ. 2-3.

80. Левина, Е.А. – Островерхов, А.С. – Редина, Е.Ф., “О производстве изделий взвериномстиленатерритории ольвийского полиса”, στο Ванчугов, В.П. (επιμ.), Древности причерноморских степей (Киев 1993), σελ. 88-90, εικ. 2.1, 3.1-3 (δημοσιευμένη ως μήτρα χύτευσης)· Островерхов, А.С., “Звiриний стиль у культурi Ольвiï”, Археолог (Киïв) 2 (1994), σελ. 65-67, εικ. 4.3· Treister, M., “Ionia and the North Pontic Area. Archaic Metalworking: Tradition and Innovation”, στο Heinen, H. – Tsetskhladze, G. (επιμ.), The Greek Colonisation of the Black Sea (Historical Interpretation of Archaeology), (Historia Einzelschriften 121, Stuttgart 1998), σελ. 183-184, 196, εικ. 9· Treister, M., Hammering Techniques in Greek and Roman Jewellery and Toreutics (Colloquia Pontica 8, Leiden – Boston – Köln 2001), σελ. 132-133, εικ. 43.

81. Сон, Н.А., “Ремесленное производство”, στο Крыжицкий, С.Д. (επιμ.), Культура населения Ольвии и ее округи в архаическое время (Киев 1987), σελ. 120-121, αρ. 2, εικ. 41.4· Левина, Е.А. –Островерхов, А.С. – Редина, Е.Ф., “О производстве изделий в зверином стиле на территории ольвийского полиса”, στο Ванчугов, В.П. (επιμ.), Древности причерноморских степей (Киев 1993), σελ. 88-90, εικ. 3, 7· Островерхов, А.С., “Звiриний стиль у культурi Ольвiï”, Археолог (Киïв) 2 (1994), σελ. 65-66, εικ. 4.1· Treister, M., “Ionia and the North Pontic Area. Archaic Metalworking: Tradition and Innovation”, στο Heinen, H. – Tsetskhladze, G. (επιμ.), The Greek Colonisation of the Black Sea (Historical Interpretation of Archaeology) (Historia Einzelschriften 121, Stuttgart 1998), σελ. 183, 195, εικ. 7-8.

82. Fedoseev, N.F., “A Matrix with a Griffin from Nympheus”, ACSS 4.1 (1997), σελ. 1-4· Treister, M.Y. – Vickers, M., “Stone Matrices with Griffins from Nymphaeum and Euesperides”, στο Tsetskladze, G.R. (επιμ.), New Studies on the Black Sea Littoral (Colloquia Pontica 1, Oxford 1996), σελ. 135-137, εικ. 1· Treister, M., Hammering Techniques in Greek and Roman Jewellery and Toreutics (Colloquia Pontica 8, Leiden – Boston – Köln 2001), σελ. 133-134, εικ. 44-45.

83. Katincharova-Bogdanova, D., “Traces of Metallurgical Activity in the Emporium”, στο Bouzek, J. – Domaradzki, M. – Archibald, Z.H. (επιμ.), Pistiros I: Excavations and Studies (Prague 1996), σελ. 103-105, εικ. 8.2.1-2.

84. Katincharova-Bogdanova, D., “Traces of Metallurgical Activity in the Emporium”, στο Bouzek, J. – Domaradzki, M. – Archibald, Z.H. (επιμ.), Pistiros I: Excavations and Studies (Prague 1996), σελ. 103-105, εικ. 8.2.3-4· Tonkova, M., “Les ateliers d΄orfèvres de luxe en Thrace: mêthodes de localisation”, ΤΟΠΟΙ 8.2 (1998), σελ. 750.

85. Treister, M., Hammering Techniques in Greek and Roman Jewellery and Toreutics (Colloquia Pontica 8, Leiden – Boston – Köln 2001), σελ. 172, αρ. 6-7.

86. Archibald, Z.H., “The Odryssian River Port near Vetren, Bulgaria, and the Pistiros Inscription”, Talanta XXXII-XXXIII (2000-2001), σελ. 265, με βιβλιογραφία.

87. Самойлова, T.И., Тира в VI-I вв. до н. (Киев 1988), σελ. 44, εικ. 16, 2-3· Зубарь, В.М. – Сон, Н.А., Северо-западное Причерноморье в античную эпоху. Основные тенденции социально-экономического развития (Materials in Archaeology, History and Ethnography of Tauria Supplementum 3, Симферополь 2007), σελ. 122, εικ. 143.2-3.

88. Vinogradov, Ju.G. – Kryžickij, S.D., Olbia. Eine altgriechische Stadt im nordwestlichen Schwarzmeerraum (Leiden – New York – Köln 1995), σελ. 80· Крыжицкий, С.Д. и др., Ольвия. Античное государство в Северном Причерноморье (Киев 1999), σελ. 206· Крапивина, В.В. – Маничев, В.И. – Крутилов, В.В., “О металлургическом производстве в Ольвии (цветные металлы)”, στο Гаврилюк, Н.O. (επιμ.), Палеоекономiка раннього залiзного вiку на територiï Укрaïни (Kиïв 2004), σελ. 66.

89. Kołkówna, S., “Remarques sur les sources archéologiques antiques relatives а la production d'orfèvrerie sur les rivages septentrionaux et occident de la Mer Noire”, στο Hackens, T. (επιμ.), Études sur l΄orfèvrerie antique. Studies in Ancient Jewelry (Publication d'histoire de l'art et d'archéologie de l'Universite Catholique de Louvain XIV, Aurifex 1), (Louvain-la-Neuve 1980), σελ. 150, πίν. XXIV.1· Трейстер, М.Ю., “Бронзолитейное ремесло Боспора”, Сообщения ГМИИ им. А. Пушкина 10 (1992), σελ. 87, 103, σημ. 111 (με βιβλιογραφία).

90. Алексеева, E.M., “Анапа. Динамика развития центральной части античного города (VI в. до н.э.-III в. н.э.)”, Древности Боспора 6 (2003), σελ. 23, 35, εικ. 8.

91. Pirtskhalava, M. – Kipiani, G., “The Excavations of the Western Part of Central Terrace of Vani Fortified Settlement”, στο Lordkipanidze, O.D. (επιμ.), Vani VIII (Tbilisi 1986), σελ. 61-63, πίν. 43-46· Lordkipanidze, O., Archäologie in Georgien. Von der Altsteinzeit zum Mittelalter (Quellen und Forschungen zur prähistorischen und provinzialrömischen Archäologie 5), (Weinheim 1991), σελ. 189-193, πίν. 15-16.

92. Трейстер, M., “Материалы к корпусу постаментов бронзовых статуй Северного Причерноморья”, Херсонесский сборник 10 (1999), σελ. 136-138, αρ. 17-21· Treister, M., “Large Scale Bronzes and their Installation in North Pontic Area”, στο Mattusch, C. – Brauer, A. – Knudsen, S.E. (επιμ.), From the Parts to the Whole, vol. 2, Acts of the 13th International Bronze Congress, held at Cambridge, Mass., May 28-June 1, 1996 (Journal of Roman Archaeology, Suppl. Series 39, Portsmouth, Rhode Island 2002), σελ. 162, εικ. 1a.2, σελ. 165.

93. Βλ., για παράδειγμα, Кадеев, В.И., Очерки истории экономики Херсонеса в I-IV веках н. (Харьков 1970), σελ. 27· Крапивина, В.В. – Маничев, В.И. – Крутилов, В.В., “Ов О млеьтваилилу ргическом производстве (цветные металлы)”, στο Гаврилюк, Н.O. (επιμ.), Палеоекономiка раннього залiзного вiку на територiï Укрaïни (Kиïв 2004), σελ. 86.

94. Зубарь, В.М. – Сон, Н.А., Северо-западное Причерноморье в античную эпоху. Основные тенденции социально-экономического развития (Materials in Archaeology, History and Ethnography of Tauria Supplementum 3, Симферополь 2007), σελ. 109.

95. Крыжицкий, С.Д. и др., Ольвия. Античное государство в Северном Причерноморье (Киев 1999), σελ. 206-207· Зубарь, В.М. – Сон, Н.А., Северо-западное Причерноморье в античную эпоху. Основные тенденции социально-экономического развития (Materials in Archaeology, History and Ethnography of Tauria Supplementum 3, Симферополь 2007), σελ. 109, εικ. 129.

96. Фурманська, А.I., “Ливарнi форми з розкопок Ольвiï”, Археологични пам’ятки УРСР VII (Киев 1958), σελ. 49-51, πίν. III. 2, V.1-5· Лейпунська, Н.O., “Ливарнi форм з Ольвiï”, Археолог (Kиïв) 45 (1984), σελ. 68 κ.ε., αρ. 1-5, εικ. 1-5· Kołkówna, S., “Antike Werkzeuge zur Produktion metallener Juweliererzeugnisse aus der nördlichen und westlichen Schwarzmeerküste”, Archeologia (Warszawa) XXIX (1978), σελ. 75 κ.ε., αρ. 66-73, εικ. 66, 68-71· Kołkówna, S., “Remarques sur les sources archéologiques antiques relatives а la production d'orfèvrerie sur les rivages septentrionaux et occident de la Mer Noire”, στο Hackens, T. (επιμ.), Études sur l΄orfèvrerie antique. Studies in Ancient Jewelry (Publication d΄histoire de l΄art et d΄archéologie de l΄Universite Catholique de Louvain XIV, Aurifex 1) (Louvain-la-Neuve 1980), σελ. 115 κ.ε., 134-136, πίν. XII.1.3-5, XIII.1.

97. Από τις ανασκαφές του B.V. Farmakovskii, 1926: Фурманська, А.I., “Ливарнi форми з розкопок Ольвiï”, Археологични пам’ятки УРСР VII (Киев 1958), σελ. 47, πίν. III.4· Kołkówna, S., “Antike Werkzeuge zur Produktion metallener Juweliererzeugnisse aus der nördlichen und westlichen Schwarzmeerküste”, Archeologia (Warszawa) XXIX (1978), σελ. 69-70, αρ. 34, εικ. 36· Kołkówna, S., “Remarques sur les sources archéologiques antiques relatives а la production d'orfèvrerie sur les rivages septentrionaux et occident de la Mer Noire”, στο Hackens, T. (επιμ.), Études sur l'orfèvrerie antique. Studies in Ancient Jewelry (Publication d'histoire de l'art et d'archéologie de l'Universite Catholique de Louvain XIV, Aurifex 1), (Louvain-la-Neuve 1980), σελ. 116, 132-133, πίν. XI.1. Από τις ανασκαφές του δωματίου Е-20 το 1973: Лейпунська, Н.O., “Ливарнi форм з Ольвiï”, Археолог (Kиïв) 45 (1984), σελ. 68· Vinogradov, Ju.G. – Kryžickij, S.D., Olbia. Eine altgriechische Stadt im nordwestlichen Schwarzmeerraum (Leiden – New York – Köln 1995), εικ. 74 (ανάτυπο· δημοσιεύθηκε λανθασμένα ως χάλκινο κόσμημα από την Ολβία).

98. Кадеев, В.И., Очерки истории экономики Херсонеса в I-IV веках н.э. (Харьков 1970), σελ. 49· Kołkówna, S., “Antike Werkzeuge zur Produktion metallener Juweliererzeugnisse aus der nördlichen und westlichen Schwarzmeerküste”, Archeologia (Warszawa) XXIX (1978), σελ. 77, αρ. 74, εικ. 72· Kołkówna, S., “Remarques sur les sources archéologiques antiques relatives а la production d'orfèvrerie sur les rivages septentrionaux et occident de la Mer Noire”, στο Hackens, T. (επιμ.), Études sur l΄orfèvrerie antique. Studies in Ancient Jewelry (Publication d΄histoire de l΄art et d΄archéologie de l΄Universite Catholique de Louvain XIV, Aurifex 1), (Louvain-la-Neuve 1980), σελ. 116, 134 κ.ε., πίν. XII.6.

99. Treister, M., “Metalworking of Panticapaion, Kingdom of Bosporus Capital”, Bulletin of the Metals Museum 12 (1987), σελ. 43, εικ. 8· Трейстер, М.Ю., “Бронзолитейное ремесло Боспора”, Сообщения ГМИИ им. А. Пушкина 10 (1992), σελ. 78-79, εικ. 7, σελ. 83.

100. Пругло, В.И., “Литейная форма из Мирмекия”, КСИА 103 (1965), σελ. 104-107· Kołkówna, S., “Remarques sur les sources archéologiques antiques relatives а la πroduction d'orfèvrerie sur les rivages septentrionaux et occident de la Mer Noire”, στο Hackens, T. (επιμ.), Études sur l'orfèvrerie antique. Studies in Ancient Jewelry (Publication d΄histoire de l΄art et d΄archéologie de l΄Universite Catholique de Louvain XIV, Aurifex 1), (Louvain-la-Neuve 1980), σελ. 142-143, πίν. XVIII.4-6.

101. Марченко, И.Д., “Две литейные формы из Фанагории”, МИА 57 (1956), σελ. 161-162, εικ. 1-2· Kołkówna, S., “Remarques sur les sources archéologiques antiques relatives а la production d'orfèvrerie sur les rivages septentrionaux et occident de la Mer Noire”, στο Hackens, T. (επιμ.), Études sur l'orfèvrerie antique. Studies in Ancient Jewelry (Publication d΄histoire de l΄art et d΄archéologie de l΄Universite Catholique de Louvain XIV, Aurifex 1), (Louvain-la-Neuve 1980) σελ. 136, πίν. XIII.2, σελ. 142-143, πίν. XVIII.7.

102. Шелов, Д.Б., Некрополь Танаиса (МИА 101, 1961), πίν. XXXII.8· Шелов, Д.Б., Танаис и нижний Дон в III-I вв. до н. (Москва 1970), σελ. 183-184· Kołkówna, S., “Antike Werkzeuge zur Produktion metallener Juweliererzeugnisse aus der nördlichen und westlichen Schwarzmeerküste”, Archeologia (Warszawa) XXIX (1978), σελ. 77, αρ. 75, εικ. 73· Kołkówna, S., “Remarques sur les sources archéologiques antiques relatives а la production d'orfèvrerie sur les rivages septentrionaux et occident de la Mer Noire”, στο Hackens, T. (επιμ.), Études sur l'orfèvrerie antique. Studies in Ancient Jewelry (Publication d'histoire de l'art et d'archéologie de l'Universite Catholique de Louvain XIV, Aurifex 1) (Louvain-la-Neuve 1980), σελ. 116, 148, πίν. XXII.1-2· Трейстер, М.Ю., “Бронзолитейное ремесло Боспора”, Сообщения ГМИИ им. А. Пушкина 10 (1992), σελ. 86-87.

103. Tonkova, M., “Traces des ateliers d΄orfèvres en Bulgarie du Nord-Est”, στο Gergova, D. (επιμ.), Helis III (Sofia 1994), σελ. 175, 181, 191, σημ. 7.

104. Гайдукевич, В.Ф., “Находка античного бронзового штампа в Тиритаке”, СА VI (1940), σελ. 298-306· Gajdukevič, V.F., Das Bosporanische Reich (Berlin 1971), σελ. 131, εικ. 20· Kołkówna, S., “Antike Werkzeuge zur Produktion metallener Juweliererzeugnisse aus der nördlichen und westlichen Schwarzmeerküste”, Archeologia (Warszawa) XXIX (1978), σελ. 62, αρ. 9, εικ. 10· Kołkówna, S., “Remarques sur les sources archéologiques antiques relatives а la production d΄orfèvrerie sur les rivages septentrionaux et occident de la Mer Noire”, στο Hackens, T. (επιμ.), Études sur l΄orfèvrerie antique. Studies in Ancient Jewellery (Publication d΄histoire de l΄art et d΄archéologie de l'Universite Catholique de Louvain XIV, Aurifex 1), (Louvainla-Neuve 1980), σελ. 112-114· Kull, B., “Die Siedlung Oprişor bei Turnu Severin (Rumänien) und ihre Bedeutung für die thrakische Toreutik”, Germania 75 (1997), σελ. 580, εικ. 15.11, σελ. 582· Treister, M., Hammering Techniques in Greek and Roman Jewellery and Toreutics (Colloquia Pontica 8, Leiden – Boston – Köln 2001), σελ. 173, αρ. 8, εικ. 39.11.

105. Марченко, И.Д., “Материалы по металлообработке и металлургии Пантикапея”, МИА 56 (1957), σελ. 163, εικ. 2.7-8· Никулин, В., “К вопросу о наличии на Боспоре центра по штамповке изделий из золота и серебра”, στο Болтенко, М.Ф. – Есипова, А.Л. – Мелихов, А.Н. (επιμ.), Материалы по археологии Северного Причерноморья 1 (Одесса 1957), σελ. 85-90, πίν. 1· Kołkówna, S., “Antike Werkzeuge zur Produktion metallener Juweliererzeugnisse aus der nördlichen und westlichen Schwarzmeerküste”, Archeologia (Warszawa) XXIX (1978), σελ. 60-62, αρ. 1-4, εικ. 1.5-7· Kołkówna, S., “Remarques sur les sources archéologiques antiques relatives а la production d'orfèvrerie sur les rivages septentrionaux et occident de la Mer Noire”, στο Hackens, T. (επιμ.), Études sur l΄orfèvrerie antique. Studies in Ancient Jewellery (Publication d΄histoire de l΄art et d΄archéologie de l΄Universite Catholique de Louvain XIV, Aurifex 1) (Louvain-la-Neuve 1980) σελ. 122-123, πίν. II· Kull, B., “Die Siedlung Oprişor bei Turnu Severin (Rumänien) und ihre Bedeutung für die thrakische Toreutik”, Germania 75 (1997), σελ. 580, εικ. 15.3-4, 8-9, σελ. 582· Treister, M., Hammering Techniques in Greek and Roman Jewellery and Toreutics (Colloquia Pontica 8, Leiden – Boston – Köln 2001), σελ. 173, αρ. 9-12, εικ. 39.3-4, 8-9.

106. Kоровина, A.K. – Сидорова, Н.A. (επιμ.), Культура и искусство Причерноморья в античную эпоху (Москва 1983), αρ. 247· Treister, M., Hammering Techniques in Greek and Roman Jewellery and Toreutics (Colloquia Pontica 8, Leiden – Boston – Köln 2001), σελ. 11.

107. Кадеев, В.И., Очерки истории экономики Херсонеса в I-IV веках н.э. (Харьков 1970), σελ. 49· Kołkówna, S., “Remarques sur les sources archéologiques antiques relatives а la production d'orfèvrerie sur les rivages septentrionaux et occident de la Mer Noire”, στο Hackens, T. (επιμ.), Études sur l΄orfèvrerie antique. Studies in Ancient Jewelry (Publication d΄histoire de l΄art et d΄archéologie de l΄Universite Catholique de Louvain XIV, Aurifex 1) (Louvain-la-Neuve 1980), σελ. 146, πίν. XX.

108. Treister, M., “A Matrix from Pantikapaeum”, JWalt 48 (1990), σελ. 29-35· Treister, M., Hammering Techniques in Greek and Roman Jewellery and Toreutics (Colloquia Pontica 8, Leiden – Boston – Köln 2001), σελ. 248-252, εικ. 82.

109. Фомiн, Л.Д., “Технiка обробки залiза в Ольвiï i Тiрi”, Археолог (Киïв) 13 (1974), σελ. 26-27· Шелов, Д.Б., “Железоделательное производство в Северном Причерноморье в античное время”, КСИА 159 (1979), σελ. 6· Сон, Н.A., Тира римского времени (Киев 1993), σελ. 68-69· Паньков, С.В., “Про технiко-технологiчне опорядження античного залiзодобувного та обробного вирбництва пiвнiчного Причорномор’я”, στο Буйских, C.Б. (επιμ.), Мир Ольвии. Памятник исследователю и исследование памятника. К 90-летию профессора Л. Славина (Киев 1996), σελ. 170· Зубарь, В.М. – Сон, Н.А., Северо-западное Причерноморье в античную эпоху. Основные тенденции социально-экономического развития (Materials in Archaeology, History and Ethnography of Tauria Supplementum 3, Симферополь 2007), σελ. 195.

110. Крыжицкий, С.Д. и др., Ольвия. Античное государство в Северном Причерноморье (Киев 1999), σελ. 274-275, εικ. 89· Крапивина, В.В. – Маничев, В.И. – Крутилов, В.В., “О металлургическом производстве в Ольвии (цветные металлы)”, στο Гаврилюк, Н.O. (επιμ.), Палеоекономiка раннього залiзного вiку на територiï Укрaïни (Kиïв 2004), σελ. 67· Зубарь, В.М. – Сон, Н.А., Северо-западное Причерноморье в античную эпоху. Основные тенденции социально-экономического развития (Materials in Archaeology, History and Ethnography of Tauria Supplementum 3, Симферополь 2007), σελ. 172-173.

111. Паньков, С.В., “Про технiко-технологiчне опорядження античного залiзодобувного та обробного вирбництва пiвнiчного Причорномор΄я”, στο Буйских, C.Б. (επιμ.), Мир Ольвии. Памятник исследователю и исследование памятника. К 90-летию профессора Л. Славина (Киев 1996), σελ. 170-171· Vinogradov, Ju.G. – Kryžickij, S.D., Olbia. Eine altgriechische Stadt im nordwestlichen Schwarzmeerraum (Leiden – New York – Köln 1995), σελ. 80-81· Крапивина, В.В. – Маничев, В.И. – Крутилов, В.В., “О металлургическом производстве в Ольвии (цветные металлы)”, στο Гаврилюк, Н.O. (επιμ.), Палеоекономiка раннього залiзного вiку на територiï Укрaïни (Kиïв 2004), σελ. 67-68.

112. Крыжицкий, С.Д. и др., Ольвия. Античное государство в Северном Причерноморье (Киев 1999), σελ. 275.

113. Кадеев, В.И., Очерки истории экономики Херсонеса в I-IV веках н. (Харьков 1970), σελ. 27-28, 37, 39, 44, 48.

114. Кадеев, В.И., Очерки истории экономики Херсонеса в I-IV веках н. (Харьков 1970), σελ. 37, 48, 74.

115. Treister, M., “Metalworking of Panticapaion, Kingdom of Bosporus Capital”, Bulletin of the Metals Museum 12 (1987), σελ. 47, εικ. 13· Трейстер, М.Ю., “Бронзолитейное ремесло Боспора”, Сообщения ГМИИ им. А. Пушкина 10 (1992), σελ. 85.

116. Виноградов, Ю.А., “Тигель из Илурата”, СА 2 (1983), σελ. 229-231.

117. Кругликова, И.Т., “Античная сельскохозяйственная усадьба близ Керчи”, στο Гайдукевич, В.Ф. (επιμ.), Античная история и культура Северного Причерноморья (Москва – Ленинград 1968), σελ. 209, εικ. 4.

118. Трейстер, М.Ю., “Бронзолитейное ремесло Боспора”, Сообщения ГМИИ им. А. Пушкина 10 (1992), σελ. 88-89.

119. Алексеева, E.M., Античный город Горгиппия (Москва 1997), σελ. 180-181, 379, πίν. 97· Rozanova, L.S. – Terekhova, N.N., “Iron-Working in Classical Sites of the North Pontic Area (According to the Materials from Gorgippia)”, στο International Conference ‘Archaeometallurgy in Europe’, 24-26 September 2003 – Milan, Italy, Proceedings 1 (Milan 2003), σελ. 64-65, 69, εικ. 1.

120. Rozanova, L.S. – Terekhova, N.N., “Iron-Working in Classical Sites of the North Pontic Area (According to the Materials from Gorgippia)”, στο International Conference ‘Archaeometallurgy in Europe’, 24-26 September 2003 – Milan, Italy, Proceedings 1 (Milan 2003), σελ. 64-65.

121. Minkova, M. – Jankov, D., “Traditions in bronze production in the territory of Augusta Traiana in Antiquity”, στο Museteanu, C. (επιμ.), Acts of the XVIth International Congress on Antique Bronzes, Bucharest, 26-31 May, 2003 (Bucharest 2004), σελ. 320, εικ. 1-2.

122. Самойлова, T.И., Тира в VI-I вв. до н. (Киев 1988), σελ. 44, εικ. 16.1· Сон, Н.A., Тира римского времени (Киев 1993), σελ. 69-70· Зубарь, В.М. – Сон, Н.А., Северо-западное Причерноморье в античную эпоху. Основные тенденции социально-экономического развития (Materials in Archaeology, History and Ethnography of Tauria Supplementum 3, Симферополь 2007), σελ. 122, εικ. 143.1.

123. Арсеньева, T.M., “Литейные формы для отливки зеркал из Танаиса”, στο Мелюкова, А.И. – Мошкова, М.Г. – Петренко, В.Г. (επιμ.), Древности Евразии в скифо-сарматское время (Москва 1984), σελ. 20-24· Трейстер, М.Ю., “Бронзолитейное ремесло Боспора”, Сообщения ГМИИ им. А. Пушкина 10 (1992), σελ. 87-89· Арсеньева, T.M – Форназир, Й., “Каменная форма для отливки зеркал из Танаиса”, Проблемы истории, филологии, культуры XIV (Москва – Магнитогорск 2004), σελ. 192-194.

124. Алексеева, E.M., Античный город Горгиппия (Москва 1997), σελ. 184, εικ. 56, σελ. 221.

125. Robinson, D.M., “A State Seal-Matrix from Pantikapaeum”, Classical Studies Presented to Edward Capps (Princeton 1936), σελ. 306-313· Reeder Williams, E., “A Bronze Matrix for a Cuirass Pteryx”, AJA 81 (1977), σελ. 233-235· Treister, M., Hammering Techniques in Greek and Roman Jewellery and Toreutics (Colloquia Pontica 8, Leiden – Boston – Köln 2001), σελ. 299, αρ. 4 (με πλήρη βιβλιογραφία), εικ. 107.1-2.

126. Ognenova-Marinova, L., “Un atelier de plastes imaginarius à Montana”, στο Recherches sur la culture en Mésie et en Thrace (Bulgarie) (Ier-IVe s.), (BullInstArchBulg XXXVII, Sofia 1987), σελ. 173-176.

127. Treister, M. – Zolotarev, M., “Moulds for Casting of Matrices for Roman Relief Mirrors from Chersonessus”, στο Arce, J. – Burkhalter, F. (επιμ.), Bronces y religion romana. Actas del XI Convegno internacional de bronces antiguos, Madrid, Mayo-junio 1990 (Madrid 1993), σελ. 429-448.

128. Treister, M., “A Bronze Matrix from Chersonessus”, BayVgBl 55 (1990), σελ. 309-313· Treister, M., Hammering Techniques in Greek and Roman Jewellery and Toreutics (Colloquia Pontica 8, Leiden – Boston – Köln 2001), σελ. 355-361, εικ. 120.

129. Mordvintseva, V.I. – Zaytsev, Yu.P., “The Bronze Patrix for Ornaments from the Ust-Alma Necropolis (Crimea, Northern Black Sea Region)”, στο Giumlia-Mair, A. (επιμ.), I Bronzi antichi: Produzioni e tecnologia. Atti del XV Congresso Internazionale sui Bronzi Antichi (Instrumentum Monographies 21, Montagnac 2002), σελ. 174-181.