Στη διάρκεια της ιστορίας της η νήσος Zmeinyj (δηλαδή νήσος των Φιδιών) είχε πολλά ονόματα: Λευκή (δηλαδή άσπρη) στα αρχαία ελληνικά ή νήσος του Αχιλλέα ή νήσος των Μακάρων (Ευλογημένων). Στα ιταλικά λεγόταν Filoxia, στα νέα ελληνικά Φιδονήσι, στα τουρκικά Yilan Adasi και στα ρουμανικά Serpilor. Η Λευκή είναι το μοναδικό νησί στη Μαύρη θάλασσα το οποίο προέκυψε από την ανύψωση των πλακών εξαιτίας τεκτονικής δράσης. Πρόκειται για ένα γυμνό βράχο υπόλευκου χρώματος (αυτός είναι και ο λόγος που ονομάζεται Λευκή) και δεν έχει μόνιμους κατοίκους. Σήμερα η μοναδική κατασκευή σε αυτό είναι ένας φάρος. Η περιφέρεια του νησιού είναι περίπου 2 χλμ.
Στην Αρχαιότητα ήταν γνωστό κέντρο λατρείας του Αχιλλέα. Σύμφωνα με το μύθο, μετά το θάνατο του ήρωα στην Τροία η μητέρα του Θέτιδα μετέφερε το σώμα του από τη νεκρική πυρά στο νησί.1 Ο ποιητής Αλκαίος συνδέει άμεσα τον Αχιλλέα με τη Σκυθία και τον αποκαλεί άρχοντα του Πόντου.2 Οι βόρειες ακτές της Μαύρης θάλασσας εξερευνήθηκαν κατά τον αποικισμό της από ελληνικούς πληθυσμούς και η νήσος Λευκή βρισκόταν στο δρόμο για τις μακρινές αυτές περιοχές. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο ονομαζόταν νήσος των Μακάρων, των οποίων ο Αχιλλέας θεωρούνταν αρχηγός. Αρχικά το νησί ανήκε στην Ολβία, η οποία έλεγχε και μεριμνούσε για το ιερό του προστάτη της πόλης Αχιλλέα. Από τα τέλη του 1ου αι. μ.Χ., όμως, ο έλεγχος της Λευκής πέρασε στις ελληνικές πόλεις της ρωμαϊκής επαρχίας της Κάτω Μοισίας.
Η πλέον λεπτομερής περιγραφή της Αχιλλείου νήσου ανήκει στον πολιτικό και συγγραφέα Φλάβιο Αρριανό, ο οποίος στο έργο του Περίπλους Ευξείνου Πόντου (μέσα 2ου αι. μ.Χ.) παρέχει πολλές πληροφορίες σχετικά με τις ακτές της Μαύρης θάλασσας.3 Ο Αρριανός καθορίζει την τοποθεσία της νήσου απέναντι από το δέλτα του ποταμού Ίστρου (ψιλόν στόμα) και παραδίδει ένα μύθο, σύμφωνα με τον οποίο η Θέτιδα δημιούργησε το νησί για να ζήσει εκεί ο γιος της. Σημειώνει επίσης ότι δεν κατοικείται από ανθρώπους, αλλά ότι υπάρχει εκεί ναός του Αχιλλέα με ένα αρχαίο ξύλινο λατρευτικό ξόανο4 και ένα μαντείο. Στο ναό υπάρχουν πολλά αναθήματα –ανοιχτά αγγεία, δαχτυλίδια και πολύτιμοι λίθοι–, καθώς και ελληνικές και λατινικές επιγραφές που εξυμνούν τον Αχιλλέα και, σε μερικές περιπτώσεις, τον Πάτροκλο.5 Στο νησί υπάρχουν λίγα κατσίκια, αφιερωμένα στον Αχιλλέα, και πολλά πτηνά.6 Κατά τον Αρριανό, ο Αχιλλέας εμφανίζεται στα όνειρα των ναυτικών και τους υποδεικνύει το καλύτερο σημείο για να αγκυροβολήσουν. Ο ίδιος συγγραφέας αναφέρεται σε μαρτυρίες είτε ανθρώπων που έφτασαν στο νησί είτε εκείνων που υπήρξαν αυτήκοοι μάρτυρες αυτών των ιστοριών.
Ο Φιλόστρατος7 αναφέρει πως οι ναυτικοί μπορούν μεν να αράξουν στο νησί, αλλά όχι να οικοδομήσουν ούτε καν να διανυκτερεύσουν, γιατί πιστεύουν ότι ο Αχιλλέας και η Ελένη8 κάθε βράδυ γιορτάζουν εκεί, τραγουδούν τον αμοιβαίο έρωτά τους και απαγγέλλουν τα ομηρικά έπη.
Συνεπώς, στη Λευκή ο Αχιλλέας δεν είναι απλώς ο θεός των νεκρών, αλλά και θεραπευτής, προστάτης των ναυτικών, φύλακας της πόλης και των συνόρων της και μάντης. Όλα αυτά τα χαρακτηριστικά προκύπτουν και επιβεβαιώνονται από τις γραπτές πηγές και τις τοπικές επιγραφές.
Οι αρχαιολογικές έρευνες στη Λευκή ξεκίνησαν στα τέλη του 18ου με αρχές του 19ου αιώνα και αποκάλυψαν τα λείψανα ενός κτηρίου που πιθανώς αποτελούσε το ναό του Αχιλλέα. Η αρχική έρευνα διενεργήθηκε το 1823 από τον πλωτάρχη του ρωσικού ναυτικού N.D. Kritskij για λογαριασμό της Ακαδημίας των Επιστημών της Αγίας Πετρούπολης. Δυστυχώς, το 1837 χτίστηκε στο νησί ένας φάρος και το δομικό υλικό από τον υποτιθέμενο ναό του Αχιλλέα χρησιμοποιήθηκε για την κατασκευή του. Έκτοτε αρκετοί αρχαιολόγοι ερεύνησαν το νησί. Πρόκειται για τους N.N. Murzakevich (1841), N.V. Pjatysheva (1964) και S.A. Bulatovich (1968). Το Αρχαιολογικό Μουσείο Οδησσού (Ουκρανία) διενεργεί συστηματικές ανασκαφές στη Λευκή από το 1988, υπό την επίβλεψη των S.B. Ohotnikov και A.S. Ostroverhov. Το υποθαλάσσιο τμήμα των ακτών του νησιού, το οποίο ερευνήθηκε από τους αρχαιολόγους τα τελευταία χρόνια, έφερε στο φως πολλά εισηγμένα αντικείμενα.
Ως αποτέλεσμα σήμερα σώζονται πολλές επιγραφές, ενεπίγραφο μέρος των μαρμάρινων τοίχων του ναού του Αχιλλέα, ποικίλα αναθήματα στον ήρωα, αρκετά νομίσματα από όλο τον αρχαίο κόσμο, κοσμήματα αφιερωμένα στον Αχιλλέα, άγκυρες και πλήθος οστράκων διάφορων αγγείων. Οι αρχαιολόγοι υποθέτουν ότι ο ναός ήταν ιωνικού ρυθμού. Σύμφωνα με την κάτοψη και την περιγραφή του Kritskij, οι διαστάσεις του ήταν 29,87 х 29,87 μ. και ο προσανατολισμός του ανατολικός. Για κάποια τμήματα του αρχιτεκτονικού του διάκοσμου είχε χρησιμοποιηθεί παριανό μάρμαρο, ενώ κάποια άλλα είχαν κατασκευαστεί από πηλό. Επίσης βρέθηκαν δύο λίθινες ενεπίγραφες βάσεις.
Τα πρωιμότερα κεραμικά ευρήματα χρονολογούνται στα τέλη του 7ου με αρχές του 6ου αι. π.Χ. Η χρηστική κεραμική απουσιάζει σχεδόν παντελώς. Επικρατεί η διακοσμημένη τελετουργικού χαρακτήρα κεραμική προερχόμενη από διάφορα κέντρα παραγωγής. Το μεγάλο ποσοστό νομισμάτων από όλο τον κατοικημένο αρχαίο κόσμο, το οποίο μάλιστα χρονολογείται σε διάφορες ιστορικές περιόδους από τον 5ο αι. π.Χ. κ.ε., αποτελεί επιπλέον τεκμήριο της δημοτικότητας της λατρείας του Αχιλλέα στη νήσο Λευκή.