1. Προέλευση Οι Ούννοι είναι λαός της στέπας, που εμφανίζεται στην ανατολική Ευρώπη περί το 375 και διαδραματίζει πρωταγωνιστικό ρόλο μέχρι το 454. Οι ιστορικοί έχουν παρατηρήσει την ομοιότητα στο όνομά τους με αυτό των ισχυρών Χιονγκ-νου (Xiongnu) των μογγολικών στεπών, οι οποίοι ήρθαν αντιμέτωποι με την αυτοκρατορία των Χαν κατά τους τελευταίους προχριστιανικούς αιώνες. Η παρατήρηση αυτή οδήγησε στη γέννηση μιας θεωρίας, της επικρατούσας σήμερα, αναφορικά με τη συγγένεια μεταξύ Ούννων και Χιονγκ-νου. Σύμφωνα με αυτή την υπόθεση, οι βόρειοι Χιονγκ-νου έφυγαν για τη Δύση το 55-36 π.Χ. Στη συνέχεια, κατά τη διάρκεια του 1ου αι. μ.Χ., οι Χιονγκ-νου προχωρούν μέχρι τη χώρα Kanguj και Yancai (στους ποταμούς Ίλι και Συρ-Ντάρια, τον αρχαίο Ιαξάρτη). Ωστόσο, η χρονολογική απόκλιση ανάμεσα στους Χιονγκ-νου και τους Ούννους των ευρωπαϊκών πηγών παραμένει αξιοσημείωτη. Οι ειδικοί έχουν καταδείξει την ύπαρξη στοιχείων προερχόμενων από την κεντρική Ασία μέσα στον υλικό πολιτισμό των Ούννων της Ευρώπης, χωρίς εντούτοις να προσδιορίσουν από ποια περιοχή και ποιον κεντροασιατικό αρχαιολογικό πολιτισμό προέρχονται αυτά τα στοιχεία. Σύμφωνα με μία άλλη υπόθεση, οι πρόγονοι των Ούννων στη διάρκεια του 3ου-4ου αιώνα έζησαν κάπου στα ανατολικά της θάλασσας Αράλης, στον ποταμό Συρ-Ντάρια ή, κάπως ευρύτερα, μέσα στις στέπες του νότιου Καζακστάν και της Κιργιζίας.
2. Οι Ούννοι κατά τον 4ο αιώνα Ανεξάρτητα από τον τόπο προέλευσής τους, με βεβαιότητα οι Ούννοι στη διάρκεια του β΄ μισού του 4ου αι. έχουν ξεπροβάλει στο ανατολικό όριο της Ευρώπης. Από εκεί προχωρούν προς το βόρειο Καύκασο και τον Ντον, όπου συντρίβουν περί το 370 με 375 τους Αλανούς, έπειτα τους Οστρογότθους, στο έδαφος της σημερινής Ουκρανίας και τους Βησιγότθους στη σημερινή Μολδαβία και τη Ρουμανία. Οι Ούννοι, τη στιγμή της άφιξής τους στην Ευρώπη, περιγράφονται εύστοχα από τον Αμμιανό Μαρκελλίνο.1 Είναι νομάδες, οι οποίοι μετακινούνται συνεχώς μέσα στη στέπα συνοδευόμενοι από τα κοπάδια τους. Εκτός από την κτηνοτροφία, σημαντικούς πόρους διαβίωσης τους εξασφάλιζε και ο πόλεμος. 3. Τα αρχαιολογικά ευρήματα Τα αρχαιολογικά ευρήματα που αφορούν τους νομάδες από την εποχή των Ούννων είναι μεμονωμένοι τάφοι, μερικές φορές κάτω από τύμβους, που περιλαμβάνουν εκτός από τον εκλιπόντα, οστά αλόγων, όπλα και κοσμήματα. Τα τελευταία είναι συνήθως διακοσμημένα με την τεχνοτροπία της πολυχρωμίας (polychrome style). Τα όπλα είναι κυρίως μακριά ξίφη με διπλή κόψη, τα τόξα ενισχυμένα με οστέινα πλακίδια και βέλη με βαριά αιχμή με τρία πτερύγια, που προκαλούσαν σοβαρά τραύματα. Η ιπποσκευή περιλαμβάνει σκληρές σέλες και σπιρούνια, ενώ οι αναβολείς απουσιάζουν εντελώς. Η ανθρωπολογία των νομαδικών πληθυσμών, σύμφωνα με τα ταφικά δεδομένα, δεν έχει ακόμη μελετηθεί καλά. Εντούτοις, σημειώνεται ευρεία εδαφική διάδοση της αλανοσαρματικής συνήθειας της τεχνητής κρανιακής παραμόρφωσης. Κάποιοι σκελετοί έχουν έντονα μογγολικά χαρακτηριστικά. Είναι πολύ δύσκολο να βγάλει κανείς συμπεράσματα για τη γλώσσα των Ούννων. Προπαντός γνωρίζουμε τα κύρια ονόματα που μπορούν να διαβαστούν με βάση είτε την τούρκικη γλώσσα είτε τη γοτθική. Συχνότερα θεωρούμε τους Ούννους λαό είτε της αλταϊκής (τουρκικός, μογγολικός κ.λπ.) είτε της ουγγρικής ομάδας. 4. Εξάπλωση Από το τέλος του 4ου αιώνα μια ευρεία ουννική ένωση αρχίζει να αναπτύσσεται στα σύνορα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Δίχως αμφιβολία στις ποντικές στέπες βορειοανατολικά του δέλτα του Δούναβη βρίσκεται το κέντρο της εξουσίας απ’ όπου οι ορδές των Ούννων διεξάγουν τις πολεμικές επιχειρήσεις και τις ληστρικές επιθέσεις τους στην Εγγύς Ανατολή και τα Βαλκάνια. Για τα έτη 400-415 γνωρίζουμε τρεις Ούννους αρχηγούς: ο Ούλδης, επικεφαλής των Ούννων στο Δούναβη, ο Χαράτων, «o των ρηγών πρώτος», σύμφωνα με τον Ολυμπιόδωρο,2 και ο Δονάτος, ο οποίος ήταν προφανώς υποτελής του προηγούμενου. Υποθέτουμε ότι αυτοί οι τελευταίοι οδήγησαν τους Ούννους στις στέπες στα βόρεια της Μαύρης θάλασσας. Οι πρώτοι Ούννοι καταφθάνουν στο μέσο Δούναβη το 378, ανάμεσα στα γοτθοαλανικά στρατεύματα του Αλλόθου και του Σάφρακος. Δεν αποκλείεται οι Ούννοι, που έρχονται από την περιοχή του Πόντου, να επιχείρησαν νέα εισβολή περί το 405-406, μέσα στις στέπες του λεκανοπεδίου των Καρπαθίων. Ανάμεσα στα έτη 420-430 ο αρχηγός των Ούννων Ρούα ή Ρουγίλιας κατορθώνει να δημιουργήσει ισχυρή συνομοσπονδία των βαρβαρικών λαών της κεντρικής και ανατολικής Ευρώπης και μειώνει συγχρόνως το πεδίο δράσης αυτών των αυτόνομων ορδών (ομάδων). Ούννοι μισθοφόροι στρατολογούνται στην υπηρεσία της Ρώμης. Το 423 μια ορδή Ούννων οδηγείται στην Ιταλία υπό τις διαταγές του Ρωμαίου στρατηγού Αετίου, για να συμμετάσχει στον αγώνα για το θρόνο της αυτοκρατορίας. Με το θάνατο του Ρουγίλια, οι ανιψιοί του Αττίλας και Βλέδας καταλαμβάνουν την εξουσία και συνεχίζουν την πολιτική του. Υποστηριζόμενος από ισχυρά στρατεύματα Ούννων, ο Αέτιος εξαπολύει μια στρατιωτική αποστολή ενάντια στο Νωρικόν και έπειτα, το 436, αφανίζει το βουργουνδικό βασίλειο που είχε πρωτεύουσα τη Βορμς (αρχ. Βορβητόμαγος), πριν να επιτεθεί στους Βησιγότθους της Τουλούζης. Την ίδια στιγμή, οι Ούννοι εξαπολύουν διαμέσου της οροσειράς του Καυκάσου μια σειρά επιθέσεων ενάντια στην Υπερκαυκασία (Transcausasia), τη ρωμαϊκή Εγγύς Ανατολή και το Ιράν, στα 395, καθώς επίσης στα έτη 420-430 και 440-450. Μετά τη δολοφονία του Βλέδα, το 447, ο Αττίλας συμπαρασύρει τους Ούννους σε μια σειρά πολέμων, εκ των οποίων ο πιο διάσημος είναι η εκστρατεία ενάντια στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία της Δύσης, με τη διφορούμενη ως προς το αποτέλεσμα μάχη στα Καταλαυνικά Πεδία. Μετά το θάνατο του Αττίλα τον διαδέχονται οι γιοι του και, ελλείψει ικανοποιητικών μέσων για τη λεηλασία της Ρώμης και της Κωνσταντινούπολης, ασκούν όλη τους την πίεση στους υποταγμένους βαρβαρικούς λαούς, γεγονός το οποίο προκαλεί τον ξεσηκωμό των τελευταίων. Το 454 ή το 455, κατά τη διάρκεια της μάχης στον ποταμό Νεντάο της Παννονίας ηττώνται και η Αυτοκρατορία των Ούννων σβήνει για πάντα. Οι νικητές μοιράζονται την παλιά καρδιά αυτής της περιοχής, το λεκανοπέδιο των Καρπαθίων. Όσον αφορά μάλιστα τους Ούννους αυτοί μετακινούνται προς τις στέπες της Μαύρης θάλασσας, όπου οι διαφορετικές γενιές τους είναι γνωστές κατά τη διάρκεια του β΄ μισού του 5ου και 6ου αιώνα. Τον 7ο αιώνα οι Ούννοι αφομοιώνονται από τουρκοβουλγαρικές φυλές που είναι εκείνη την εποχή οι νέοι κυρίαρχοι της στέπας. |