Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Εύξεινος Πόντος ΙΔΡΥΜΑ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
z
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Αναζήτηση με το γράμμα ΑΑναζήτηση με το γράμμα ΒΑναζήτηση με το γράμμα ΓΑναζήτηση με το γράμμα ΔΑναζήτηση με το γράμμα ΕΑναζήτηση με το γράμμα ΖΑναζήτηση με το γράμμα ΗΑναζήτηση με το γράμμα ΘΑναζήτηση με το γράμμα ΙΑναζήτηση με το γράμμα ΚΑναζήτηση με το γράμμα ΛΑναζήτηση με το γράμμα ΜΑναζήτηση με το γράμμα ΝΑναζήτηση με το γράμμα ΞΑναζήτηση με το γράμμα ΟΑναζήτηση με το γράμμα ΠΑναζήτηση με το γράμμα ΡΑναζήτηση με το γράμμα ΣΑναζήτηση με το γράμμα ΤΑναζήτηση με το γράμμα ΥΑναζήτηση με το γράμμα ΦΑναζήτηση με το γράμμα ΧΑναζήτηση με το γράμμα ΨΑναζήτηση με το γράμμα Ω

Γενουάτες στον Εύξεινο Πόντο

Συγγραφή : Rakova Snezhana
Μετάφραση : Πέτρακα Ελένη

Για παραπομπή: Rakova Snezhana, «Γενουάτες στον Εύξεινο Πόντο»,
Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Εύξεινος Πόντος
URL: <http://www.ehw.gr/l.aspx?id=11820>

Генуезци в Черно море - δεν έχει ακόμη εκδοθεί Γενουάτες στον Εύξεινο Πόντο (2/7/2007 v.1) Genoese in the Black Sea (18/10/2011 v.1) 

ΓΛΩΣΣΑΡΙΟ

 

coccha (τύπος πλοίου)
Τύπος πλοίου που σταδιακά αντικατέστησε τα ιταλικά nef. Είχε ψηλές πλευρές, πλατύ και στρογγυλό κύτος και ένα τετράγωνο ιστίο, κάτι που εμπόδιζε την πλεύση κόντρα στον άνεμο αλλά επέτρεπε την πλοήγηση με μικρότερο πλήρωμα. Ο τύπος αυτός πλοίου προέρχεται από τον Ατλαντικό και διαδόθηκε ταχύτατα στη Μεσόγειο. Ορισμένες γενουατικές cocches είχαν ως και τρία καταστρώματα και χωρητικότητα ως και 1000 τόνους, ενώ οι βενετικές είχαν μέγιστη χωρητικότητα 720 τόνους. Κάποια στιγμή μετά τον 14ο αιώνα, ο όρος coccha εκλείπει και αντικαθίσταται στις πηγές από τον πιο γενικό όρο navis.

commenda
Οικονομική επιχείρηση εμπόρων και πρακτόρων.

factoria
Κέντρα εμπορικής δραστηριότητας ξένων εμπόρων (π.χ. Γενουατών ή Βενετών).

nef (τύπος πλοίου)
Τύπος εμπορικού πλοίου, γνωστός και ως "roundship" (δηλ. «στρογγυλό»· αν και δεν πρέπει να συγχέεται με τον γενικό όρο «στρογγυλό πλοίο», που σήμαινε εν γένει τα βαριά εμπορικά πλοία κατ' αντιδιαστολή με τα «μακρά» πολεμικά πλοία). Επρόκειτο για δικάταρτο ιστιοφόρο, με δύο ή τρία καταστρώματα και πύργους τόσο στην πρύμνη όσο και στην πλώρη του.

γριπάρεα, η (grippo, gripar, igribār)
Οπλισμένο πλοιάριο με ένα κατάρτι, το πιθανότερο εξέλιξη του βενετικού grippo. Χρησιμοποιούνταν στο εμπόριο και την αλιεία. Ορισμένες πηγές της Αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας το αναφέρουν και ως πολεμικό πλοίο, του στόλου των Μεγαλοκομνηνών.

δεσπότης, ο
Τίτλος που εμφανίστηκε το 12ο αιώνα. Στη διοικητική ιεραρχία το αξίωμα του δεσπότη βρισκόταν κάτω από εκείνα του αυτοκράτορα και του συναυτοκράτορα. Από το 14ο αιώνα και εξής τον τίτλο φέρουν οι ηγεμόνες επιμέρους περιοχών, όπως της Πελοποννήσου και της Ηπείρου.

κράτος των Ιλαχανιδών, το
Ονομάζεται επίσης Il-khanate ή Il Khanate (στα περσικά: سلسله ایلخانی). Ήταν ένα από τα τέσσερα μεγάλα μέρη της Αυτοκρατορίας των Μογγόλων με επίκεντρο την Περσία και εκτεινόταν στα εδάφη των σημερινών Ιράν, Ιράκ, Αφγανιστάν και δυτικού Πακιστάν.

λιγνό, το
Υβριδικός τύπος εμπορικού πλοίου, που ήταν ταυτόχρονα κωπήλατο και ιστιοφόρο. Το λιγνό ήταν επίμηκες με στρογγυλή καρίνα, μέτριου μεγέθους εμπορικό πλοίο. Ως κωπήλατο ήταν ταχύτερο και απέδιδε καλύτερα στους ελιγμούς και σε αβαθή ύδατα. Σε ορισμένες πηγές αναφέρεται σε χρήση από τους πειρατές ή και το στρατό.

λότζια (loggia), η
Ακίνητη περιουσία των ιταλικών πόλεων-κρατών σε ξένο έδαφος.

μαόνα, η
Η Μαόνα Χίου και Φωκαίας (1346-1566) σχηματίστηκε για την εξασφάλιση των φορολογικών πόρων από το νησί της Χίου και το λιμάνι της Φώκαιας για λογαριασμό των πλοιοκτητών που είχαν χρηματοδοτήσει και συμμετάσχει στις επιχειρήσεις για την κατάκτηση των περιοχών αυτών.

πάμφυλος, ο (παμφύλιον, το)
Μεταγωγικό πλοίο με στρογγυλή καρίνα, κωπήλατο (δυνάμεως από 130 μέχρι 160 κωπηλάτες) ή και ιστιοφόρο, το οποίο κατά κύριο λόγο μετέφερε πολεμικές μηχανές, όπλα και ίππους.

Τράπεζα Αγίου Γεωργίου, η
O βασικότερος οικονομικός οργανισμός της Δημοκρατίας της Γένουας. Ιδρύθηκε το 1407 με την ομολογιοποίηση του δημόσιου χρέους. Τη διοίκηση την αποτελούσαν οι πλουσιότεροι άνθρωποι της Γένουας, οι οποίοι είχαν καθήκον να συλλέγουν τους φόρους του κράτους. Στη διάρκεια του 15ου αιώνα οι κτήσεις της Γένουας τέθηκαν υπό τη διοίκηση της τράπεζας ως εγγύηση για τα μελλοντικά δάνεια. Η τράπεζα στεγαζόταν στο Palazzo San Giorgio, το οποίο είχε χτιστεί το 1260.

χάνος (Ilkhan) ή χαγάνος, ο
Χαγάνος ή χάνος (Ilkhan) ήταν ο τίτλος του ηγέτη των τουρκικών/μογγολικών φύλων, ο οποίος κατά περίπτωση αντιστοιχούσε στον τίτλο του ηγεμόνα (πρίγκιπα), του βασιλιά ή και του αυτοκράτορα.

χιγούτος, ο
Μεταγωγικό πλοίο παρόμοιο με το λιγνό, ενδεχομένως υβριδικό και αυτό, τυπικό για το διάπλου του Εύξεινου Πόντου. Στο δέλτα του Δούναβη λειτουργούσε ναυπηγείο παμφύλων και χιγούτων.

Χρυσή Ορδή, η
Συμβατική ονομασία του κράτους του Ουλούς Τζότσι ή του Χανάτου Κιπτσάκ. Πρόκειται για ένα λαό που ήταν επιμειξία Τούρκων και Μογγόλων και κατοικούσε στο δυτικό τμήμα της Μογγολικής Αυτοκρατορίας. Η Ορδή άκμασε από τα μέσα του 13ου μέχρι και τα τέλη του 14ου αιώνα και ανέπτυξε εμπορικές σχέσεις με λαούς της Μεσογείου, κυρίως Γενουάτες.

 
 
 
 
 
 
 
 

Δελτίο λήμματος

 
press image to open photo library
 

>>>